«Τον θάψαμε κάτω απ' την κυδωνιά»: Η άγρια δολοφονία του Χαρίση Πάντου που αποκάλυψε τα 2 ερωτικά τρίγωνα σε μια οικογένεια

«Σατανικοί εραστές»

Ένα έγκλημα που συγκλόνισε την Ελλάδα, έγινε ο καμβάς πάνω στον οποίο ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος έστησε την πρώτη ταινία του μεγάλου μήκους. Η «Αναπαράσταση» βέβαια δεν στέκεται μόνο στην φρικτή δολοφονία ούτε στα διαβολικά ερωτικά τρίγωνα, αλλά βοήθησε τον δημιουργό να περιγράψει ένα κομμάτι της ελληνικής επαρχίας και τις παθογένειές της, με τον δικό του μοναδικό τρόπο.

Ο ίδιος ο σκηνοθέτης περιγράφει την εμπειρία του τη στιγμή που έφτασε στην πλατεία του χωριού Πολυνέρι, στην ορεινή Θεσπρωτία. «Κάθισα στο καφενείο. Οι ντόπιοι, που ντρέπονταν γι αυτό που είχε συμβεί στο χωριό τους, μαζεύτηκαν και με κοίταζαν ακίνητοι. Κατάλαβα ότι έπρεπε να φύγω όσο το δυνατόν γρηγορότερα…», είχε πει σε παλαιότερη συνέντευξή του.

Η αρχή του δράματος

Και η αλήθεια είναι πως είχαν περάσει μόλις ελάχιστοι μήνες από τον Απρίλιο του 1968 όταν αποκαλύφθηκε το φρικτό μυστικό. Με λεπτομέρειες που έκαναν τον κόσμο να ανατριχιάσει και τους κατοίκους να αναρωτιούνται πώς καταστράφηκαν δύο οικογένειες από αυτή την ιστορία απιστίας. Ωστόσο, άλλοι, λένε πως οι περισσότεροι από τους 120 κατοίκους τότε, γνώριζαν. Κανένας, όμως, δεν περίμενε ότι θα έφτανε χέρι συγχωριανού τους να σκοτώσει κάποιον δικό του, ακόμη και με τέτοια αφορμή.

Όλα ξεκίνησαν όταν στις 15 Απριλίου η 45χρονη Λαμπρινή Πάντου φτάνει στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής που βρισκόταν στην Πλαταριά. Ήταν ανήμερα της Κυριακής των Βαΐων και οι χωροφύλακες αντιλαμβάνονται ότι κάτι πολύ σοβαρό έχει συμβεί για να διασχίσει 8 ολόκληρα χιλιόμετρα με τα πόδια… Αποδεικνύεται ότι έχουν δίκιο όταν η γυναίκα  καταγγέλλει την εξαφάνιση του 45χρονου κουνιάδου της, Χαρίση Πάντου, αλλά δεν σταματάει εκεί.

Υποστηρίζει ότι η σύζυγός του εμπλέκεται με την υπόθεση, αν και λέει σε όλους ότι ο άντρας της έφυγε μετανάστης στη Γερμανία. Κάτι που είχε συμβεί και στο παρελθόν. «Ψάξτε, ψάξτε παντού, για όνομα του Θεού, η ψυχή μου το λέει πως τον χαλάσανε. Το έλεγα και στον μακαρίτη πως θα τον φάει η λυσσάρα η γυναίκα του» φέρεται να είπε στους χωροφύλακες. Επιπλέον αφήνει να εννοηθεί ότι η γυναίκα του εξαφανισμένου έχει παράνομο δεσμό με άλλον άντρα… Με τον 40χρονο Κώστα Τζώρτζη, ο οποίος ήταν αγροφύλακας στην περιοχή, παντρεμένος και πατέρας τριών παιδιών.

Η εκδοχή της συζύγου

Από την πλευρά της η γυναίκα του, Αγγελική, με την οποία έχουν 4 παιδιά, εξιστορεί μια άλλη εκδοχή. «Τι να σας πω; Πήρα γράμμα από τα Γιάννενα πως έφυγε για την Γερμανία» ισχυρίζεται και η έρευνα της Χωροφυλακής μοιάζει να την επιβεβαιώνει.

Ο Χαρίσης Πάντος είχε διαμείνει σε ξενοδοχείο των Ιωαννίνων, όπου είχε κάνει κράτηση με το όνομά του. Το μόνο περίεργο είναι πως φαίνεται πως έμεινε σε δίκλινο, μαζί με μια γυναίκα που ονομάζεται Ολγα. Ίσως να πέρασε μια βραδιά με κάποια άλλη, ποιος ξέρει; (Αργότερα αποδυκνείεται ότι πάνω στην ταραχή του έδωσε το όνομα της γυναίκας του). Επιπλέον όμως είχε εκδώσει ονομαστικό εισιτήριο για να ταξιδέψει με το τρένο στην Αθήνα. Και επιπρόσθετα η Αγγελική εμφανίζει κι ένα δικό του γράμμα, στο οποίο της λέει ότι φεύγει για να δουλέψει στην Γερμανία, χωρίς να ξέρει πότε θα γυρίσει. Όλα μοιάζουν λογικά…

Και σαν να μην έφτανε αυτό, η Αγγελική γυρίζει μπούμερανγκ την υπόθεση. Κατηγορεί την Λαμπρινή ότι εκείνη είχε σχέση με τον άντρα της. «Τον είχε φίλο τον άντρα μου και της κακοφάνηκε που έφυγε, γι’ αυτό με κατηγορεί πως τον σκότωσα. Αλλά εγώ θα την στείλω στο στρατοδικείο που με κατηγορεί», φέρεται να είπε.

Η μπλόφα

Την ίδια ώρα στην Ηγουμενίτσα βρίσκεται και ο Κώστας Τζώρτζης, ο οποίος ανακρίνεται αλλά επίσης αρνείται τα πάντα. Λέει ότι δεν ξέρει τίποτα ούτε για την εξαφάνιση ούτε για το έγκλημα. Όμως ο ταγματάρχης Θεοδωρόπουλος και ο υπομοίραρχος Κοκολάκης που έχουν στα χέρια τους την Αγγελική, ισχυρίζονται το αντίθετο. Της λένε όχι μόνο ότι μίλησε ο Τζώρτζης, αλλά και ότι υποστηρίζει ότι εκείνη σκότωσε τον άντρα της. Τότε η γυναίκα ξεσπάει. «Ψέματα! Μαζί τον σκοτώσαμε. Εκείνος τον κράταγε και εγώ τον έπνιξα»… Στη συνέχεια δίνει λεπτομέρειες που σε κάνουν να ανατριχιάζεις…

«Ο Κώστας τον περίμενε πίσω από την πόρτα. Του έπιασε τα χέρια και εγώ του πέρασα την θηλιά του σκοινιού στον λαιμό του. Τράβηξα με δύναμη, πολύ απότομα, το σκοινί και κρακ έκανε ο λαιμός του και πέθανε. Έπεσε κάτω… Όχι, δεν σπαρτάρισε, τελείωσε αμέσως. Κράτησα λίγο ακόμη το σκοινί. Η ώρα ήταν 5 ή 6 το απόγευμα και εκείνη τη στιγμή ακούσαμε από μακριά τις φωνές των παιδιών μου που επέστρεφαν από το σχολείο. Ανοίξαμε, τότε, την καταπακτή του υπογείου, ρίξαμε μέσα το πτώμα και ξανακλείσαμε. Ο Κώστας έφυγε και εγώ έβαλα στα παιδιά να φάνε και να κοιμηθούν.

Τα μεσάνυχτα ξαναγύρισε ο Κώστας, όπως είχαμε συμφωνήσει. Κατεβήκαμε στο υπόγειο, διπλώσαμε το πτώμα με ένα σεντόνι και το ρίξαμε στην αυλή σε ένα λάκκο που τον είχε σκάψει ο ίδιος ο μακαρίτης την προηγουμένη για να βάλουμε ασβέστη. Ο Κώστας κουβάλησε πέτρες και τον τάκωσε, γιατί όπως μου είπε φουσκώνουν καμιά φορά οι πεθαμένοι και το χώμα ανασηκώνεται και βγαίνει η μυρωδιά. Μετά από τις πέτρες ρίξαμε χώμα. Πρωί-πρωί κατέβηκα και εσκάλισα όλον τον κήπο. ‘Θα φυτέψω κρεμμυδάκια’ είπα στα παιδιά σαν ξυπνήσανε. Τους έδωσα ψωμί με λάδι να φάνε και τα έστειλα σχολείο. Φύτεψα εκτός από κρεμμυδάκια και μια κυδωνιά. Εκεί που είναι η κυδωνιά πηγαίνετε και σκάψτε. Από κάτω είναι το κεφάλι του»…

Το φρικτό εύρημα και η δίκη

Όντως κάτω από την κυδωνιά, σε απόσταση μόλις λίγων μέτρων από το δωμάτιο των παιδιών του, κείτεται το σώμα του. Στην αναπαράσταση όλο το χωριό δίνει το παρών και ρίχνει το ανάθεμα στο σατανικό ζευγάρι.

Οι δυο τους οδηγούνται στην Κέρκυρα όπου λαμβάνει χώρα η δίκη. Κατά τη διάρκειά της έρχονται στο φως και άλλα στοιχεία. Η Αγγελική προβάλλεται ως μια γυναίκα με διάφορους ερωτικούς συντρόφους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Εκείνη από την πλευρά της υποστηρίζει ότι ο νεκρός την χτύπαγε, την παραμελούσε και έφευγε από το σπίτι δίχως να δίνει σημασία στα παιδιά.

Παράλληλα μάρτυρες λένε ότι ο Χαρίσης διατηρούσε παράλληλη σχέση με την κουνιάδα του, Λαμπρινή… Όλα τα άπλυτα της μικρής κοινωνίας έρχονται στην επιφάνεια… Για τον εισαγγελέα τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Προτείνει την θανατική ποινή για τον Τζώρτζη και ισόβια κάθειρξη στην Πάντου. Τελικά το δικαστήριο αποφασίζει ισόβια και για τους δύο.

Τελικά αποφυλακίζονται μετά από περίπου μια 20ετία στη φυλακή. Λίγο καιρό μετά την αποφυλάκισή της, η Αγγελική Πάντου σκοτώνεται σε τροχαίο. Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει ο Γιάννης Ράγκος στο «Ξεχασμένα πρωτοσέλιδα, ρεπορτάζ από τη νεοελλη ική μικροϊστορία» (Εκδόσεις POLARIS). Στο ίδιο βιβλίο αναφέρεται ότι τα ίχνη του Κώστα Τζώρτζη χάθηκαν και έκτοτε δεν έδωσε ξανά σημεία ζωής.