Δεν γνώριζα τη Θάλεια Παπακώστα ούτε κατ’ όνομα. Μια μέρα βλέπω στο Ertflix μια ταινία μικρού μήκους με τίτλο Super, γράφω γι’ αυτήν, κάπως το βλέπει, μιλάμε λίγο στο Instagram και μου κινεί τόσο την περιέργεια ώστε να θέλω να την γνωρίσω.
Κανονίζουμε τη συνέντευξη, συναντιόμαστε στο Kowalski στην Ακαδημίας και εκεί αντικρύζω δύο εκφραστικά μάτια, έναν άνθρωπο που περιτριγυρίζεται από τρικυμίες και γεύεται μια θάλασσα με αλμύρα.
Αυτές τις μέρες, εκτός του Ertflix, μπορείς να δεις την Θάλεια Παπακώστα στην ταινία Άκουσε Με που προβάλλεται στο Cinobo Opera και στην πλατφόρμα του Cinobo, πριν όμως το κάνεις αυτό, αυτή η συνέντευξη είναι ένα ερωτικό γράμμα της ίδιας προς τη ζωή της στο τώρα. Και παρόλο που ονειρεύεται για το μέλλον, της αρέσει πολύ το τώρα. Επαγγελματικά και μη.
– Κάνε μου ένα timeline της διαδρομής σου ως το σήμερα, πώς έφτασες να γίνεις ηθοποιός και πώς φτάνουμε στο τώρα;
Νομίζω το πρώτο κλικ μέσα μου έγινε κάπου στη Β’ Λυκείου, είχα δει μια παράσταση τότε και επειδή μου φάνηκε ότι ήταν μια σύγκρουση με αυτό που ήμουν εκείνη τη στιγμή, ένα παιδί που πάει σε κολέγιο στο Ψυχικό σχολείο, βρίσκω κάτι μαθήματα στην Ομόνοια κι αρχίζω να παίρνω κάθε Τετάρτη απόγευμα το λεωφορείο από το Ψυχικό, να κατεβαίνω Ομόνοια και να τα παρακολουθώ.
Και, δεν ξέρω πώς να στο πω, δεν ήξερα καθόλου μέχρι τότε τι ήθελα να κάνω, ούτε ως ιδέα. Με το που συνδέθηκα όμως με αυτό, δεν υπήρξε δεύτερη σκέψη, κλείδωσε μέσα μου. Μετά, με πήρε ένα πανεπιστήμιο για να πάω για σπουδές, ήξερα ότι είχε πολύ καλό θεατρικό κομμάτι, αλλά δεν ένιωθα ακόμα έτοιμη να πάω Αμερική, οπότε πήγα σε μια Δραματική Σχολή για ακόμα έναν χρόνο και πολύ γρήγορα εμφανίστηκαν παραστάσεις και ταινίες και το δίλημμα έγινε πιο έντονο για το αν θα μείνω ή θα φύγω.
Θεώρησα ότι το πιο σωστό είναι να φύγω, οπότε πήγα στην Αμερική, αφοσιώθηκα στις σπουδές, δεν είχα κοινωνική ζωή, δούλευα ασταμάτητα και στα 3 χρόνια με παίρνει ένας πολύ καλός σκηνοθέτης στη Νέα Υόρκη για θέατρο και τα παρατάω όλα και αρχίζω να παίζω στην παράσταση.
Εκεί γνωρίζω αρκετό κόσμο, ανθρώπους έξυπνους και ταλαντούχους, πολύ ιδιαίτερους, εντός κι εκτός σχολής, τους αποκαλούσα τίγρεις του θεάτρου της Νέας Υόρκης. Για μένα ήταν ό,τι πιο ακέραιο μπορούσα να βρω θεατρικά, ένιωθα ότι είμαι στην πηγή. Το σινεμά τότε δεν το σκεφτόμουν. Άρχισα να δουλεύω και να παίζω στη Νέα Υόρκη για μερικά χρόνια και για οικογενειακούς λόγους επέστρεψα.
Όταν επέστρεψα, ενώ ήμουν πιο μυημένη στο θέατρο, κολλάω πιο εύκολα με τους ανθρώπους του σινεμά, σαν να ταίριαζα, σαν να έγινε κάτι αυτόματα. Έτσι, άρχισα με τις πρώτες μικρού μήκους, ήρθαν και του μεγάλου μήκους και είμαι αυτή που έχεις τώρα απέναντι σου.
– Αυτό που λες με παραξενεύει γιατί, παρόλο που δεν έχω βρεθεί ποτέ στη Νέα Υόρκη, πάντα πίστευα και πιστεύω ότι το ελληνικό θέατρο, μια ελληνική παράσταση, είναι ένα σεμινάριο για ηθοποιό κάθε χώρας, κι ας μην κατανοεί τη γλώσσα.
Οπότε, η ερώτησή μου είναι τι διαφορές είδες στο εκεί θέατρο με το εδώ, ώστε να κολλήσεις με τον κινηματογράφο;
Αυτή την ερώτηση την αποζητώ πολύ συχνά για να μπω στη διαδικασία να διαλευκάνω τι συμβαίνει εκεί που δε συμβαίνει εδώ. Δε μου είναι πολύ ξεκάθαρο ακόμα. Είχε κάτι να κάνει με το τώρα. Ένιωθα ότι το θέατρο εκεί είχε ζωντανή την αίσθηση του τώρα, κάτι που η εδώ εμπειρία μου δεν μου το έδινε. Εγώ είχα και έχω ανάγκη από το παρόν, από το φρέσκο, αυτό με βοηθάει. Και στο εδώ θέατρο δεν το συναντάω εύκολα. Έχω ανάγκη να είμαι στις μύτες των ποδιών μου όταν κάνω κάτι και γι’ αυτό μου αρέσει το σινεμά. Γιατί στο σινεμά ρισκάρεις, δεν επαναλαμβάνεις. Εγώ θέλω κάθε φορά να κάνω κάτι φρέσκο, ειδάλλως πεθαίνω.
– Στην ουσία λες πως επειδή το βλέμμα του ελληνικού θεάτρου στην επιλογή έργων είναι στραμμένο στο παρελθόν, εσύ δεν μπορούσες να συναντήσεις τον εαυτό σου σε αυτό, γιατί αναζητάς κάτι πιο σύγχρονο;
Ναι, θα ήθελα κάτι πιο σύγχρονο, μια φωνή που την εκπροσωπείς εκείνη τη στιγμή, δε θέλω τον μουσειακό χαρακτήρα. Εννοείται να διαβάζουμε τα παλιά έργα και να τα χρησιμοποιούμε, αλλά όχι να είναι το αντικείμενο του παιχνιδιού μας.
– Όταν δε βρίσκεις αυτό που θες, το δημιουργείς. Δοκίμασες να γράψεις κάτι δικό σου σε θεατρικό επίπεδο;
Ναι, έχω γράψει κάποια δικά μου πράγματα και προσπαθώ να βρω το κουράγιο να τα δείξω στον κόσμο, να τα σκηνοθετήσω. Γιατί στην Αμερική σκηνοθετούσα κι έγραφα κι ένιωθα πολύ ελεύθερη, εδώ όμως φοβάμαι, είναι όπως όταν φεύγεις από το πατρικό σου, ζεις μόνος σου και μια συνθήκη σε φέρνει πάλι πίσω στο πατρικό σου. Προσπαθώ να κάνω λίγο χώρο γύρω μου για να μπορέσω σε 1-2 χρόνια να το πετύχω.
– Ωραία η αναλογία που αναφέρεις. Συνήθως, όταν γυρνάς στο πατρικό, το βιώνεις ως αποτυχία, τη φέρεις την ταμπέλα στο κεφάλι σου. Έτσι το νιώθεις;
Όχι με την έννοια της αποτυχίας, αλλά με την έννοια του μικροσκόπιου. Δε νιώθεις την ανεξαρτησία να κάνεις ό,τι γουστάρεις. Είναι σαν να πηγαίνεις στην πόλη και να γυρίζεις το χωριό. Νιώθω ότι είμαι too close to home εδώ. Πας στο πατρικό σου, δε μπορείς να βρίσεις όπως βρίζεις όταν μένεις μόνος, να μιλάς όπως θες. Αυτή την ελευθερία ψάχνω και εδώ την έχω νιώσει μόνο κινηματογραφικά.
– Νιώθεις και αυτή την πίεση του ότι οι γονείς περιμένουν από σένα να συμπεριφερθείς κάπως, στο χουν πει δε στο χουν πει, και παλεύεις για να ανταποκριθείς.
Ναι, κάτι τέτοιο. Κι εκεί, πεθαίνουν όλα. Εκεί διαλύεσαι, ως καλλιτέχνης δε μπορείς να δημιουργήσεις τελείως. Πρέπει να απορρίψω όσα συμβαίνουν για να φέρω τον εαυτό μου όπως ήταν έξω και να είναι θεατρικά ίδιος κι εδώ. Κι η μόνη φωλιά που έχω βρει είναι η κινηματογραφική.
– Όσο ζούσες στη Νέα Υόρκη, σου βγήκε η διάθεση να μην είσαι η Θάλεια Παπακώστα και να αναζητήσεις κάποια άλλη εκδοχή σου;
Στη Νέα Υόρκη έγινα Ευθαλεία. Εκεί υπήρξε μια πολύ έντονη διάθεση από μένα να ζω για να είμαι καλλιτέχνης. Έφυγαν όλα τα υπόλοιπα. Ζούσα μόνο με την καλλιτεχνική μου ταυτότητα και με ένοιαζε μόνο αυτό. Εδώ δεν είμαι έτσι. Εκεί είχα μόνο αυτό. Ένιωσα ότι μεταμορφώθηκα. Δεν έχω αλλάξει πουθενά και ποτέ τόσο όσο αυτά τα χρόνια στη Νέα Υόρκη. Άλλαξα, σοβάρεψα πολύ.
– Η ταυτότητα που λες, για έναν ηθοποιό παραμένει ίδια εσαεί; Γιατί ως ηθοποιός δεν αλλάζεις ταυτότητα ανάλογα το έργο και τον ρόλο που παίζεις;
Η ομπρέλα δεν αλλάζει τόσο συχνά. Οι ρόλοι είναι οι λεπτομέρειες της ομπρέλας. Στη Νέα Υόρκη προσπάθησα να με καλλιεργήσω ως προς το τι είδους καλλιτέχνης πρέπει ή θέλω να είμαι άσχετα με τον ρόλο. Αν λοιπόν, μετά από αυτές τις εμπειρίες, βρεθώ εδώ σε ένα πλαίσιο που δε μου επιτρέπει να είμαι αυτή η καλλιτέχνις και να υποστηρίζω όσα θέλω, φεύγω. Δεν δέχομαι πράγματα που τα βρίσκω λανθασμένα ή καλλιτέχνες που δεν έχουν αποφασίσει να σκάψουν αρκετά. Δεν έχει να κάνει με τον ρόλο ή με το τι κάνουμε.
– Έτσι όπως το αποτυπώνεις, αν το διαβάσει κάποιος, θα σε θεωρήσει ελιτίστρια και σνομπ. Δηλαδή, στο λέω όπως το ακούω, δεν λες ότι θες να σου προσφέρεται το έδαφος για να σκάψεις, λες ότι θες να σκάψει και ο άλλος, όχι μόνο εσύ. Απαιτείς από όλο το περιβάλλον. Αν σκάβεις εσύ και οι γύρω όχι, δεν μπορείς.
Η εμπειρία έχει δείξει πως δε μπορώ. Όταν επιχείρησα να το κάνω, ήμουν μπλοκαρισμένη. Κατανοώ πως μπορεί να φανεί ελιτίστικο.
– Ξέρεις, δεν το λέω με αρνητική χροιά. Όλοι στη δουλειά μας απαιτούμε από τους άλλους το ύψιστο. Εγώ βέβαια αναρωτιέμαι αν απαιτούμε να κάνουν το ύψιστο ενόσω το κάνουμε κι εμείς ή αν το απαιτούμε από τους άλλους γιατί αναγνωρίζουμε στον εαυτό μας πως δεν το μπορεί.
Όσον αφορά σε μένα, κάποια βάση την έχω, διαθέτω το κριτήριο για να συμμετέχω σε κάτι. Επίσης, δε με ενδιαφέρει καθόλου η αποτυχία. Αλλά θέλω να προσπαθήσουμε όλοι να βρούμε κάτι. Οπότε αν υπάρχουν λανθασμένες συμπεριφορές, αν δεν υπάρχει ένας κώδικας λειτουργίας, όχι μόνο καλλιτεχνικά, αλλά και ανθρώπινα, δεν μπορώ να συνεχίσω.
– Άρα αν καλλιτεχνικά γίνεται σκάψιμο, αλλά εκτός ρόλων και έργου δεν υπάρχει αυτό που θες, φεύγεις; Άνθρωπος και καλλιτέχνης δηλαδή συνδέονται για σένα;
Ναι, γιατί δε θα μπορέσει να λειτουργήσει. Δηλαδή άμα σε ανθρώπινο επίπεδο δεν συναντιόμαστε πουθενά, πώς θα προχωρήσουμε καλλιτεχνικά, πώς θα σκάψουμε; Πρέπει κάπως να εμπνέουμε ο ένας τον άλλον. Ίσως άμα μεγαλώσω λίγο ακόμα να μην έχω τόσο αυστηρά κριτήρια.
Επειδή κάνω αρκετή ψυχανάλυση, τις κακές συμπεριφορές τις αναγνωρίζω και ως σκοτάδια. Κι εκεί υπάρχει άλλο κριτήριο. Κάποιοι που δεν ελέγχουν τα νεύρα τους, εκεί προσπαθώ να κρίνω αν υπάρχει η κακή πρόθεση προς εμένα ή αν αυτός ο άνθρωπος ταλαιπωρείται μέσα του. Σε αυτό που με ρωτάς, ναι, τα συνδέω. Απλώς δε σημαίνει πως αν πετύχω κάποιον σε μια περίεργη φάση, θα τον απορρίψω. Θα πάρω αναγκαστικά μια απόσταση για να προστατευτώ. Οπότε, έχω την τάση να τα συνδέω αυτά.
– Παίρνεις απόσταση, δεν προσπαθείς να βοηθήσεις, να κατευθύνεις;
Δεν ξέρω αν έχω το δικαίωμα να το κάνω αυτό. Πιστεύω ότι με αγάπη μπορούμε να τα βρούμε και να συνεχίσουμε να δουλεύουμε, αλλά δε νομίζω ότι θα παρέμβω, δε νιώθω ότι το έχω.
– Είπες πριν πως δε σε νοιάζει η αποτυχία. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει καν ως λέξη στην προσέγγισή σου ή ότι την αναγνωρίζεις, την χρησιμοποιείς, αλλά δεν σε γονατίζει;
Δεν τη θεωρώ πολύ βαριά λέξη, όπως δηλαδή την περιγράφεις. Οι άνθρωποι ρισκάρουμε να κάνουμε κάτι και τις περισσότερες φορές δεν θα πετύχει και είναι οκ. Μάθαμε, εξελιχθήκαμε κι άμα δεν προσπαθήσουμε, ποτέ δε θα ξέρουμε. Οπότε τη χρησιμοποιώ, αλλά δεν με ταλαιπωρεί.
– Τι αποκαλείς επιτυχία;
Δεν έχω, μάλλον, ακριβή απάντηση. Όταν ας πούμε έγινε η πρεμιέρα του Άκουσε Με, ένιωθα πολύ περήφανη για την ταινία που βγήκε στις αίθουσες, με όλα τα καλά και τα μη καλά της. Όταν είδα τον κόσμο να βγαίνει από την αίθουσα συγκινημένος, εκεί ίσως να είπα ότι πέτυχε, άρα είναι επιτυχία. Αναρωτιέμαι γι’ αυτό ακόμα. Σίγουρα είναι πολύ θετικό. Μετά έρχονται και τα προσωπικά σου κριτήρια, αν έφτασε κάτι εκεί που ήθελες.
Δεν έχω τώρα πολύ καθαρές απαντήσεις για το τι θεωρώ επιτυχία. Άσε που μπορεί να τα κάνω όλα όπως θέλω σε μια ταινία, αλλά να μη δέσει με τίποτα με το κοινό και να δέσει σε 10 χρόνια. Μάλλον τα προσωπικά μας κριτήρια είναι τα πιο σημαντικά. Αν βρήκαμε ίσως ένα καινούργιο μας κομμάτι, είναι μάλλον επιτυχία. Κι όταν νιώθω κάτι μπλοκαρισμένο σε μένα και στους γύρω μου, αν φτάσαμε αλλού από εκεί που θέλαμε, είναι μάλλον αποτυχία.
– Είναι χρήσιμο αυτό που είπες, ότι κάτι μπορεί να μην πάει εκεί που θέλουμε σήμερα, αλλά να πάει κάποια χρόνια μετά. Και πιστεύω ότι τα πράγματα από μόνα τους γνωρίζουν πότε να πάνε εκεί που θέλουμε να τα πάμε.
Δες ας πούμε τα Φτηνά Τσιγάρα. Το ’99 που κυκλοφόρησαν απέτυχαν, 16 χρόνια μετά βρήκαν την εποχή τους, το κοινό τους, την επιτυχία τους. Ένα τέτοιο παράδειγμα ας πούμε, σε κάνει να νιώθεις γαλήνια;
Σίγουρα. Έχω και την αίσθηση πως όταν γύριζαν τα Φτηνά Τσιγάρα, ένιωθαν καλά με αυτό που έβγαζαν ως αποτέλεσμα. Και ένιωθαν ως επιτυχία μεταξύ τους. Καταλήγουμε λοιπόν πως αν εμείς που δημιουργούμε κάτι, νιώθουμε καλά εκείνη τη στιγμή, τότε ας έρθει η στιγμή του όταν είναι να έρθει. Συμφωνώ πολύ σε αυτό που λες. Έχω δύο συνεργάτες, τον Αντρέα τον Βακαλιό και την Φίλη Ολσέφσκι, δεν ξέρω αν τους γνωρίζεις, έχουμε κάνει 4-5 μικρού μήκους μαζί, είμαστε σαν καλλιτεχνική οικογένεια κι ετοιμάζουμε και άλλα, και το νιώθω πολύ με αυτούς αυτό το πράγμα.
Κάναμε για παράδειγμα πριν 2 χρόνια μια μικρού μήκους για τη Σωτηρία Μπέλλου σε μικρή ηλικία, κάναμε μια μέρα στη ζωή της. Εγώ την λατρεύω αυτή την ταινία, αλλά δεν την έχουμε βγάλει ακόμα, ίσως δεν έχει έρθει η στιγμή της. Κι υπάρχει μια σκέψη μήπως γίνει ακόμα μία γύρω της και κάπως καταλήξει σε μεγάλου μήκους. Ενώ λοιπόν εγώ αγαπώ τόσο πολύ την ταινία, ενώ την λατρεύουμε, αν τη βάζαμε στο Φεστιβάλ στη Δράμα, δεν θα έπαιρνε μάλλον την αγάπη που της αξίζει.
Κάναμε επίσης το καλοκαίρι πέρσι, στη Λήμνο, ένα sci-fi, όπου είναι μια γυναίκα που έχει χωρίσει με τον αρχιεπιστήμονα σύζυγό της κι αυτός έχει μεταφέρει την ανθρωπότητα σε άλλο πλανήτη γιατί δεν ήθελε να σώσει τη Γη. Κι εκείνη, από την τσαντίλα και την αγάπη της για τη Γη, αποφασίζει να μείνει και να σώσει τον πλανήτη. Μένει μόνη σε μια παραπαίουσα Γη. Κι όλη η ταινία είναι αυτή μόνη της στη Γη. Είδαμε πρόσφατα την ταινία μεταξύ μας, την θεωρώ ποίημα, αλλά δεν ξέρω αν θα αγγίξει κανέναν. Δε μπορεί να αλλάξει αυτό που νιώθω εγώ.
Είναι σαφώς πολύ μαγικό όταν αυτό που αγαπάς εσύ, το αγαπά και το κοινό. Συνδέεστε. Κι επειδή εγώ έχω μια τάση να απομονώνομαι, αυτή η επαφή με κάνει να νιώθω ότι ανήκω.
– Υπάρχει τα τελευταία χρόνια αυτή η σύγκρουση του σινεμά με το streaming. Δεν έχω καταλήξει αν το ένα σκοτώνει το άλλο και αν υπάρχει κάποιος Κακός, αλλά είναι αντικειμενική αλήθεια ότι το δεύτερο δίνει νέα πνοή σε ταινίες που στην διαδρομή τους στις αίθουσες του σινεμά, δεν αγαπήθηκαν. Εσύ έχεις κατασταλάξει; Γιατί σε κόβω για ρομαντική, του σινεμά.
Δεν έχω καταλήξει κι εγώ κάπου, ενδιάμεσα βρίσκομαι. Λίγο αγχώνομαι, όπως αγχωνόμαστε όλοι με όλα τα μελλοντικά, σκεφτόμαστε αν θα μας πάρει κάτι τον έλεγχο, κι από την άλλη χαίρομαι γιατί κάτι δικό σου θα αγαπηθεί. Θα προτρέπω πάντα να πηγαίνουμε λίγο παραπάνω σινεμά, αλλά, τελικά, βοηθητικό είναι και το άλλο.
– Κι αν λοιπόν βγάζατε την ταινία που λες ότι κρατάτε, και δεν την έβλεπε ψυχή. Και 5 χρόνια μετά ήταν στο Ertflix ή κάπου αλλού και την έβλεπε και την αγαπούσε ο κόσμος, τι θα γινόταν; Πρέπει να το νιώθετε ότι είναι η στιγμή της ταινίας να βγει; Ή μήπως πιέζετε κάπως τους εαυτούς σας για ένα μελλοντικό παράθυρο;
Μπορεί να υπάρχει ένας φόβος σε αυτό, εννοείται, ποτέ δεν ξέρεις σε μια σου απόφαση τι συμβαίνει στον εαυτό σου. Επίσης, μεταξύ μας διαφωνούμε μεταξύ μας, εγώ τους λέω να τη βγάλουμε, η σκηνοθέτις θα πει ότι είναι κρίμα να χάσουμε το μομέντουμ και να την κρατήσουμε λίγο ακόμα, μετά θα με βρίσει…Νομίζω διακάως θέλουμε όλοι να έχουμε τον έλεγχο της κατάστασης, αλλά παράλληλα να ακολουθούμε και το ένστικό μας.
– Υπάρχει και η συνθήκη να εμποδίζουμε κάτι να βγει προς τα έξω, γιατί πραγματικά δεν θέλουμε να βγει και συντηρούμε ένα γαϊτανάκι για να έχουμε έναν στόχο να μας συντηρεί, ίσως γιατί φοβόμαστε πως αν ολοκληρώσουμε κάτι, ίσως να μη βρούμε μετά άλλον στόχο, θα νιώσουμε κενό, ένα τέλος.
Έτσι δε συμβαίνει και με την αγάπη; Διαβάζω τώρα ένα βιβλίο του Γιαν Φόσσε που πήρε το Νόμπελ πέρσι, είναι ένας προσωπικός μονόλογος ενός ζωγράφου και μιλάει για τους πίνακες του και αυτοί που έχουν πιο προσωπική καταβολή, πιστεύει ότι δεν θα πωληθούν και δεν τους δίνει στον γκαλερίστα. Αλλά μετά γίνεται εμμονικός με αυτούς τους πίνακες και δεν τους μοιράζεται ποτέ. Οπότε ναι, κρατάμε πράγματα από αυτόν τον φόβο. Από την άλλη, δεν είναι να πάρεις και το λάστιχο και να ρίξεις σε όλη τη λάσπη που έχεις μέσα σου για να βγει προς τα έξω. Η ισορροπία είναι πολύ σημαντική. Ο φόβος είναι ένα τεράστιο κομμάτι. Φοβάσαι να αγαπήσεις μήπως και το χάσεις.
– Είπες πριν ότι έχεις μια τάση να αποκόβεσαι από τον κόσμο, αλλά κι ότι σου αρέσει τελικά η σύνδεση. Είσαι λίγο «τραβάτε με κι ας κλαίω»; Στο λέω γιατί ταυτίζομαι με αυτή τη σύγκρουση.
Είναι ίσως η πρώτη φορά που ακούω αυτή τη φράση και σκέφτομαι ότι είναι πολύ γλυκιά. Σκέψου το λίγο παραστατικά, ένα άτομο να κλαίει κι ένας άλλος να το τραβάει για να τον αγκαλιάσουν. Κι αυτό το άτομο κλαίει. Ναι, μπορεί να είναι αυτό που λες. Η ησυχία βοηθάει κάποιους ανθρώπους και νομίζω το έχω αυτό. Ίσως όμως να το παρακάνω συχνά και μου λείπει μετά η επαφή, η αγάπη. Γι’ αυτό και συνδέομαι πολύ όταν δουλεύω με κάποιους ανθρώπους.
Ας πούμε έκανα τηλεόραση και στη μία δουλειά μου φάνηκε σούπερ και λέω θα ξανακάνω, στην άλλη όμως δυσκολεύτηκα πάρα πολύ, σε βαθμό που υπέφερα, ένιωθα ότι πουλάω τον εαυτό μου. Οκ, πέρασε, δεν έπαθα και τίποτα. Ένιωσα ότι δε μπόρεσα να αφεθώ. Ίσως επειδή είμαι πολύ επικριτική. Οπότε, δεν είναι όλοι για όλους.
Κάπως πρέπει να ζήσεις. Κάποιοι όμως το αγαπάνε όλο αυτό που συμβαίνει στην τηλεόραση. Το έχω δει. Κι εκεί υπάρχει μια σύγκρουση. Εγώ αγαπάω αυτό, εσύ αυτό και συναντιόμαστε με διαφορετικές αφετηρίες και αυτή η σχέση δεν θα τραβήξει επαγγελματικά.
– Συνέδεσες την αγάπη πριν με την απώλεια. Η αγάπη δε θα έπρεπε να είναι μια κατάκτηση, μια απελευθέρωση;
Μετά από τόση ψυχανάλυση που έχω κάνει, ναι. Είμαι σε αυτή τη φάση της ζωής μου που το διεκδίκησα αυτό και έγινε. Φοβόμουν πολύ στο παρελθόν, δεν το κατάλαβα καν, δεν είχα ιδέα, μέχρι που αγάπησα πολύ βαθιά κι εκεί κατάλαβα ότι έψαχνα χίλιες δικαιολογίες για να μην δεθώ. Και τώρα μου συμβαίνει αυτό το τεράστιο πράγμα, ένα τεράστιο μάθημα για τη ζωή μου.
– Αυτός ο φόβος προέκυψε από βιώματά σου ή ήταν ένα μονοπάτι που το διάλεξες εξ αρχής;
Σίγουρα με ακολουθεί μεγάλος πόνος από απώλειες σε πιο μικρή ηλικία, ο καθένας έχει πάντα διαφορετικές αφορμές, έτσι κι εγώ κι επειδή ήμουν πολύ μικρή και δεν είχα την αντίληψη να το δουλεύω, να το επεξεργαστώ μέσα μου, αυτό βγήκε στις ενήλικες σχέσεις μου ως φόβος. Δουλεύω τώρα σε υπερβολικό βαθμό τον εαυτό μου για να φύγουν από πάνω μου αυτά τα κατάλοιπα. Είναι μεγάλος δρόμος ότι τώρα κατάφερα να αγαπήσω όσο βαθιά. Αποτίναξα τα βάρη μου.
– Πριν πατήσω το record, μου έλεγες κάτι για ρομπότ και θέλω να σε ρωτήσω αν ήταν να έχεις την ευκαιρία να κάνεις upload όλη σου τη μνήμη σε ένα cloud και να ζήσεις αιώνια, θα το έκανες;
Στην παρέα μου είμαι πάντα αυτή που λέω ότι θα ήθελα να ζήσω πολλά χρόνια, να πιάσω τα 180, απλά να είμαι με το σώμα της νεότητας. Αγαπάω πολύ τη ζωή, δεν θέλω να πεθάνω, φοβάμαι τον θάνατο, αλλά το βλέπω σαν εύκολη λύση να φόρτωνα κάπου τον εγκέφαλό μου για να εξαλουθώ να ζω, μου φαίνεται σαν…κλεψιά.
– Αν υπήρχε η συνθήκη να μην τελειώνει ποτέ η ζωή…
Τι καλά που θα ήταν; Εγώ θέλω, είμαι μέσα (χαχαχαχα)
– Όλοι μας, νομίζω. Πώς θα λειτουργούσε όμως αυτό; Θα έπρεπε αναγκαστικά να πάμε και σε άλλους πλανήτες, δε θα χωρούσαμε.
Ε, ωραία, θα είμαστε πολλοί, ας μετοικήσουμε. Αν συνέβαινε αυτό όμως, θα κάναμε λιγότερα παιδιά, θα μας αρκούσαν τα σκυλιά και τα γατιά. Εγώ είμαι μέσα.
– Φτάσαμε στο φινάλε. Για το κλείσιμο της συνέντευξης, θα σου δίνω λέξεις και θα μου λες ό,τι σκέφτεσαι.
Πάμε.
– Πληρότητα
Ο σύντροφός μου. Και το σκυλί μου. Είναι η πρώτη φορά που το νιώθω.
– Εικάζω πως αν σου πω τη λέξη «ευτυχία», θα λάβω την ίδια απάντηση.
Θα σου πω «μέλλον», γιατί οραματίζομαι πράγματα κι αυτό με κάνει ευτυχισμένη. Είναι λίγο άπιαστη η ευτυχία όμως.
– Ικανοποίηση
Δουλειά. Η εικόνα που μου έρχεται είναι να είμαι σε ένα σετ, να συμβαίνουν πράγματα, να μπορώ να εκφράζομαι και να είμαι περιτριγυρισμένη από καλούς συνεργάτες.
– Όνειρο. Είτε το κανονικό του ύπνου είτε το μεταφορικό.
Όνειρα βλέπω συνήθως εφιάλτες, κάτι με καταδιώκει, εγώ τρέχω…Από το άλλο όνειρο, αυτό που έχω είναι η εικόνα του σπιτιού μου, επειδή πρόσφατα το ανακαίνισα και προσθέτω ακόμα πράγματα που έχουν να κάνουν πάλι με το μέλλον. Ατενίζω στο τι άλλο μπορούμε να ζήσουμε. Θα σου πω «στέγη».
– Ενηλικίωση
Αυτό που προσπαθώ να κάνω είναι να μπορώ να διαπραγματευτώ τις δύσκολες καταστάσεις και να μη φεύγω γρήγορα. Ενηλικίωση είναι η συζήτηση, να μένεις και να παλεύεις, να αναπτύσσεις κοινό κώδικα με κάποιον και να μην πεις «δεν έχει σημασία».
– Παιδί
Έχω καταλάβει ότι δε μου αρέσει όταν με αντιμετωπίζουν σαν παιδί και όταν μια κατάσταση με κάνει να νιώθω σαν παιδί. Έχω μια τάση να αντιδρώ πολύ έντονα σε αυτό.
– Το τέλος των πραγμάτων
Άσχετο μάλλον, αλλά επειδή παίζω πολύ σκάκι τελευταία, σκέφτομαι το ρουά ματ. Και θαρρώ το σκάκι μου κάνει καλό στο να αποδέχομαι το τέλος. Σε άλλα παιχνίδια χάνω και νευριάζω, αλλά στο σκάκι κάπως δεν πειράζει τόσο. Κάτι άλλο συμβαίνει εκεί, επειδή έχει να κάνει με στρατηγικές, κάπως μαθαίνεις να το αποδέχεσαι.
– Πάρτυ
Δεν πάω πολύ τελευταία, αλλά έχει αρχίσει και μου λείπει. Θέλω να κάνω ένα μεγάλο πάρτυ το καλοκαίρι στο σπίτι στην αυλή, να είναι απόγευμα, να έχει λίγο ήλιο…
– Ταξίδι
Συνέχεια ονειρεύομαι τα ταξίδια, όλο κάπου θέλω να πάω. Ο κολλητός μου είναι τώρα Νέα Υόρκη και το σκέφτομαι. Το μεγαλύτερο που θέλω είναι να πάω για καιρό στην Ιαπωνία. Μετά λίγο Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία, Πορτογαλία, να πάω με το τρένο Ρωσία και Αφρική, παρόλο που είναι πολύ ξένη για μένα, αλλά πιστεύω πως αν το κάνω πρώτη φορά, δεν θα έχω θέμα.
– Ουτοπία
Ταινίες, θα σου πω. Όπως σου απαντάω, νιώθω πολύ βαρετή. Και πολύ προσωπική. Το βλέπω πολύ στενά. Σκέφτομαι όμως μόνο φοβερά σετ, Αμερική, Ευρώπη…Είχα πάει τον Ιούνιο στο Λος Άντζελες, άρχισα να γνωρίζω κόσμο, περιπλανήθηκα στο Χόλιγουντ με άτομα του Χόλιγουντ. Είναι ουτοπία, αλλά έχει και δυστοπία μπόλικη μέσα. Αλλά ένα πράγμα να αγγίξεις από εκεί, ενέχει την ουτοία, υπό την έννοια ότι ξεπερνάς τον εαυτό σου και κοιτάς το σύμπαν.
* Photo credits: Ρωμανός Λιούτας