Λάκης Λαζόπουλος, ένας χαρισματικός χρήσιμος στην τηλεοπτική σάτιρα

Το χάος του Λάκη Λαζόπουλου στην πρεμιέρα

Η πρεμιέρα της εκπομπής του ήταν ένας αχταρμάς, αλλά αναγκαίος

6 χρόνια ήταν αυτά! Ο Λάκης Λαζόπουλος είχε τελειώσει με το Τσαντίρι του από τον ALPHA κάπου το 2018, μετά βρέθηκε στον ΑΝΤ1, έκανε για λίγο ξανά τους Μήτσους και από τότε η τηλεοπτική του παρουσία ήταν μόνο ως σχολιαστής σε βραδιές εκλογές ή σε γεγονότα που απασχολούσαν σφόδρα και έβγαινε στο δελτίο ειδήσεων του καναλιού.

Τα τελευταία 2 χρόνια έχει καταπιαστεί με το podcast, όμως η τηλεόραση ήταν και θα είναι πάντα το μέρος όπου ανήκει και το Τσαντίρι θα είναι πάντα αυτό που θα του επιτρέπει να δείξει και να πει όσα θέλει.

Το θέμα είναι πως δε ζούμε πια στο 2018, πως έχουν περάσει αιώνες από την προηγούμενη φορά και αν είσαι μιας πιο νέας γενιάς, ο Λαζόπουλος και η σάτιρά του, σου μοιάζουν…cringe.

Ακόμα κι έτσι όμως, παρακολουθώντας την πρεμιέρα του στο MEGA το βράδυ της Τετάρτης, μπορούμε να πούμε με σιγουριά πως είναι τρομερά χαρισματικός. Μας έκανε σε 4-5 στιγμές να γελάσουμε με τις βιτριολικές του ατάκες, ίσως θα έπρεπε να επενδύσει περισσότερο σε αυτές και λιγότερο στα βίντεο που τον βγάζουν από τη ροή του λόγου του.

Ήταν έξυπνη ως αρχική ιδέα να χρησιμοποιήσει την Τεχνητή Νοημοσύνη για να έχει τους πολιτικούς και άλλα πρόσωπα, όπως ο Πορτοσάλτε, να μιλάνε σε διπλανό «παράθυρο», στην πράξη δεν ήταν τόσο αστείο όσο μπορεί να το είχε στο κεφάλι του.

Έμοιαζε βέβαια ο Λαζόπουλος με έναν άνθρωπο σε εσωτερικό διχασμό ως προς ζητήματα της εποχής, όπως η σύγκρουση woke-antiwoke, ζητήματα ταυτότητας κ.α., σα να προσπαθεί να εναρμονιστεί, αλλά ταυτόχρονα βγαίνει και μια άλλη φωνή μέσα του και αντικρούει.

Ο Λαζόπουλος είναι σαν τους Ράδιο Αρβύλα, απλά μοιάζει να μην έχει παραδοθεί τόσο πολύ στη σοβαρότητα και την στηλίτευση με ηθικολογία, με διδασκαλία, αλλά να αναζητά περισσότερο τον σαρκασμό και το καυστικό ύφος για να πει αυτά που θέλει.

Εκτός από χαρισματικός, ο Λαζόπουλος είναι χρήσιμος, διότι κάνει όσο πιο κοντά στα αμερικανικά πρότυπα, όσο πιο κοντά στον Τζον Όλιβερ, τη σύνθεση του ρεπορτάζ, την έρευνα και αποτελεί μια περίπτωση που, καθώς πια δεν υπάρχει ένας δυνατός ΣΥΡΙΖΑ, τη λες και υποκειμενικά αντικειμενική.

Ασκεί την κριτική πάνω σε σωστές βάσεις, φωτίζει σημεία που ένας άνθρωπος 50-55 ετών και άνω δεν μπορεί να το κάνει γιατί δεν είναι κάτι που έμαθε να το κάνει από μικρός, λειτουργεί αφυπνιστικά για πολλά μυαλά ο Λάκης Λαζόπουλος. Και γι΄αυτούς που επειδή βγήκε ο Τραμπ, ξεφάντωσαν και βγήκαν να αντεπιτεθούν με οχετό και μισαλλοδοξία, αλλά και γι’ αυτούς που δεν αντιλαμβάνονται το μήνυμα και την ανάγκη αλλαγής στην ρητορική τους.

Ίσως δεν είμαστε οι κατάλληλοι να μιλήσουμε για το Αλ Τσαντίρι, διότι δεν είμαστε το κοινό του. Δε ζούμε πια στο 2010 που στηνόταν ο κόσμος μπροστά στην τηλεόραση και όλοι έβλεπαν Τσαντίρι και κάθε Τρίτη έκανε ο Λαζόπουλος 60%.

Τώρα οι εκπομπές κάνουν 15-20% και λένε κι ευχαριστώ. Οπότε, το κοινό που ανταποκρίνεται στο παλιακό στυλ του, θα ανταποκριθεί και τώρα. Και είναι καλό αυτό διότι αυτό το κοινό δεν έχει μάθει να φιλτράρει, διαβάζει ό,τι μπούρδα βλέπει στο Facebook, πιστεύει τα πάντα, ρέπει προς τον λαϊκισμό και τη συνωμοσιολογία και, τουλάχιστον, ο Λαζόπουλος, όσο παλιακός κι αν είναι, μπορεί να ποτίσει την κριτική σκέψη και το να μην γίνεται κάποιος «χάπατο».

Αν βρει λίγο τον τρόπο να μην πετάγεται από τη μια σκέψη στην άλλη και να μην είναι ένα χάος για τον θεατή και τον τηλεθεατή, γιατί η πρώτη εκπομπή έμοιαζε σα να την αυτοσχεδίαζε κάθε στιγμή, τότε θα καταφέρει να γίνει και πιο αστείος και πιο κατανοητός στην τοποθέτησή του ο Λαζόπουλος.