«Ρε μαγκάκια, εσείς το γράψατε;»: Το αδικημένο τραγούδι-ύμνος του Στράτου Διονυσίου τον εντυπωσίασε από την πρώτη στιγμή

Πάριος και Πολυκανδριώτης σε μια σπάνια στιγμη δημιουργίας για έναν τεράστιο λαϊκό τραγουδιστή

Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος έχει πει ότι καταλάβαινε πότε ο Στράτος Διονυσίου τόνιζε το «όμικρον» και πότε το «ωμέγα» την ώρα που ερμήνευε. Παρότι ομόηχα. Ήθελε με αυτόν τον τρόπο να υπογραμμίσει την καθαρότητα της φωνής του. Πόσο ξεκάθαρη και ατόφια ήταν.

Οι μουσικοί κούρδιζαν πάνω του και όχι εκείνος πάνω στα όργανα. Ήταν επαγγελματίας και τελειομανής. Από τον τρόπο που έκανε «δικά» του τα τραγούδια μέχρι την εξωτερική εμφάνιση και το ντύσιμό του.

Και τι δεν ερμήνευσε; Και με ποιον «γίγαντα» δεν συνεργάστηκε από τον χώρο του λαϊκού στερεώματος; Δυστυχώς, τα πήρε όλα κι έφυγε. Η ψυχή σαν χελιδόνι έφυγε απ’ τα χείλη του. Δεν έφυγαν ποτέ, όμως, οι αμέτρητες επιτυχίες του απ’ τα χείλη όσων αγαπούν το αυθεντικό. Και, κυρίως, δεν ξεμάκρυναν ποτέ από την καρδιά.

Γιατί ο Στράτος, άξιος συνεχιστής ένας άλλου τεράστιου Στράτου, του Παγιουμτζή, τον οποίον θαύμαζε κιόλας, επεξεργάστηκε κάθε στίχο, κάθε νότα, κάθε δημιούργημα που του εμπιστεύθηκαν. Τα απογείωσε όλα.

Οι ιστορίες γύρω από τις συνεργασίες έχουν την αξία τους. Όπως για παράδειγμα το τρίπτυχο «Διονυσίου-Πάριος-Πολυκανδριώτης» (με σειρά τόσο ηλικιακή όσο και αλφαβητική). Ερμηνεία, στίχος, σύνθεση. Κι εδώ αλφαβητική. Μια τάξη, μια αλφαδιά ακόμα και σε αυτά.

Ο «ερωτικός νησιώτης» έγραψε τα λόγια για περίπου 20 τραγούδια του Στράτου. Μαζί με τον απαράμιλλο δεξιοτέχνη του μπουζουκιού συνέβαλαν στη γιγάντωση του μύθου του. «Ένα φορτίο που το πήγαν εδώ κι εκεί», ώσπου αυτό έφτασε στις καρδιές όλων των Ελλήνων.

«Γιατί Θεέ μου η ζωή». Αυτό το τραγούδι αποτελεί ένα από τα ωραιότερα ζεϊμπέκικα όλων των εποχών. Είναι σίγουρα αδικημένο, υπό την έννοια ότι λίγοι θα το επιλέξουν σε ένα Top 10 ή και Top 20. Και είναι μια ευκαιρία να υπογραμμιστεί το εξής: Αυτός ο φανταστικός τραγουδιστής που λέγεται Πάριος, είχε ανέκαθεν πάρα-μα πάρα πολύ δυνατό στίχο! Δεν θα γίνει περαιτέρω επέκταση για να μην χαθεί το νόημα, αλλά ίσως αυτό να αξίζει ένα ξεχωριστό αφιέρωμα στο μέλλον.

Τι να πει κανείς για τη σύνθεση του Πολυκανδριώτη; Και την ενορχήστρωση του Σπύρου Παπαβασιλείου. Το μπουζούκι, το μπάσο, τα κρουστά… Όλα είναι εναρμονισμένα στη φωνή του. Σαν να ετοιμάζουν το έδαφος μέχρι τη στιγμή που πρόκειται να μπει ο Στράτος. Κάθε φορά ένα… πάρε-βάλε, αν μας επιτρέπετε την ποδοσφαιρική ορολογία, που τόσο άρεσε στον αείμνηστο καλλιτέχνη. Επίσης, είναι πραγματικά ένα πολύ δύσκολο τραγούδι για ερμηνεία. Εκείνος, βέβαια, το κάνει να φαίνεται εύκολο.

Τα βάσανά μου ένα φορτίο
Που τα πηγαίνω εδώ κι εκεί
Άνθρωπο ψάχνω, αλλά δεν βρίσκω
Το βάρος που ‘χω στην ψυχή να μοιραστεί

Γιατί Θεέ μου η ζωή
Με κυνηγάει σαν τον ληστή
Κι όταν γυρεύω λίγο φως
Το φως μου κρύβει ο αδελφός

Και οι αγάπες ένα βιβλίο
Κάθε σελίδα μια συμφορά
Προτού να ‘ρθούνε μου λεν’ αντίο
Λες και δεν έχω μέσα μου εγώ καρδιά

Γιατί Θεέ μου η ζωή… κ.λπ. κ.λπ.

Ο Πάριος έχει υποστηρίξει ότι ήταν το πρώτο τραγούδι που έδωσαν (μαζί με τον Πολυκανδριώτη) στον Στράτο. Βέβαια, ίσως να μην ισχύει αυτό. Εξηγούμεθα. Το «Γιατί Θεέ μου η ζωή» συμπεριλήφθηκε στον δίσκο «Γυναίκες… Γυναίκες…» που κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 1979.

Δύο χρόνια νωρίτερα είχε βγει ο δίσκος «Αν ξαναζούσα», ο οποίος περιελάμβανε τα «Κι όλο κλαίω», «Βραδιάζει» και «Είναι κρίμα», όλα σε στίχους-μουσική των δυο τους. Επομένως είτε δεν θυμάται καλά ο Πάριος είτε έδωσαν στον αξέχαστο καλλιτέχνη να ακούσει αρκετές μαζεμένες εμπνεύσεις. Ενδεχομένως αυτές να μοιράστηκαν ανά τα χρόνια.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι γράφτηκε στο Παγκράτι. Και, κυρίως, πως ο Στράτος εντυπωσιάστηκε από την πρώτη στιγμή. «Ρε μαγκάκια, εσείς το γράψατε αυτό το κομμάτι;», τους είπε. «Ναι», απάντησε ο Πολυκανδριώτης. «Τι λέτε ρε, τέτοιο παρελθόν έχετε;» ήταν η νέα του ατάκα.

Για να καταλάβει κανείς την αξία τους και τη μετέπειτα πορεία τους, το 1979 που κυκλοφόρησε ο δίσκος, ο Πάριος ήταν 33 ετών και ο Πολυκανδριώτης δύο χρόνια μικρότερος…

Όσο για τα συναισθήματα που εκπέμπει το τραγούδι; Θα έλεγε κανείς ότι παραπέμπουν στα Πάθη του Χριστού. Η εισαγωγή θυμίζει τη μετάβαση προς τον σταυρό. Τα βάσανά μου ένα φορτίο που τα πηγαίνω εδώ κι εκεί. Κι όταν γυρεύω λίγο φως, το φως μου κρύβει ο αδερφός.