Τραγουδάμε ακόμα τη μεγάλη του επιτυχία: Το άδοξο τέλος του πιο σεμνού Έλληνα τραγουδιστή που έφυγε στα 35 του

Το χτύπημα της μοίρας

Σεμνά και ήσυχα έφυγε από κοντά μας ο Διονύσης Θεοδόσης… Όπως ακριβώς δηλαδή είχε διαχειριστεί τα προηγούμενα χρόνια την καριέρα του ως τραγουδιστής. Με την ζεστή και αισθαντική φωνή του, πρόλαβε να συνεργαστεί με μεγάλους συνθέτες του χώρου, άφησε παρακαταθήκη κομμάτια που ακούμε μέχρι και σήμερα, αλλά «έσβησε» χτυπημένος από καρκίνο πριν προλάβει να διευρύνει την μουσική κληρονομιά που άφησε πίσω του.

Ακόμη κι έτσι, ενδεχομένως θα μπορούσε να έχει ακόμη μεγαλύτερο αντίκτυπο αν είχε… γεννηθεί νωρίτερα. Όταν, όμως, άρχισε την καριέρα του επαγγελματικά στις αρχές της δεκαετίας του 1980, το κλίμα (μουσικά και όχι μόνο) στην Ελλάδα άλλαζε. Από τις μπουάτ, το νέο κύμα και το πολιτικό τραγούδι των 70’s περνάγαμε στα πιο… λαϊκοπόπ και… ντιριντάχτα ακούσματα, τα οποία ουδέποτε τον εξέφραζαν… Αυτός προτιμούσε να μιλά για άλλα πράγματα, όπως για παράδειγμα, για τις νύχτες που μυρίζουν γιασεμί

Ροκ και… ζακυνθινές καταβολές

Γεννημένος στην Κρήτη το 1958, αλλά με καταγωγή από την Ζάκυνθο, ο γιος του Γιάννη Θεοδόση και της Δέσποινας Παπαχριστοδούλου, κόλλησε το… μικρόβιο από την μητέρα που έκανε καριέρα στο εξωτερικό ως Ντέπη Παπά.

Ως έφηβος άκουγε το ροκ της εποχής και με αυτή τη βάση είχε και την πρώτη του επαφή με το τραγούδι, κερδίζοντας έναν διαγωνισμό στο Ηράκλειο. Εκεί κιόλας έστησε με φίλους μια μπάντα που ερμήνευε Deep Purple, Rolling Stones και άλλα αντίστοιχα.

Παρά τις… προσπάθειες που κατέβαλε για να ακολουθήσει το επαγγελματικό πεδίο του γιατρού πατέρα του και να σπουδάσει και ο ίδιος ιατρική, η αγάπη του για την μουσική και προφανώς το γονίδιο της τραγουδίστριας μάνας του, προφανώς ήταν εκείνο που τελικά επικράτησε.

Έτσι, άφησε το πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ και αργότερα έκανε το ίδιο και με το αντίστοιχο της Ρώμης όπου είχε μετακομίσει. Στο μυαλό του στριφογύριζαν μόνο αγαπημένες μελωδίες και σκοποί από τα χρόνια της εφηβείας του. Εκείνοι τουλάχιστον που ταίριαζαν με την ξεχωριστή προσωπικότητά του.

Ο Διονύσης Θεοδόσης είχε μια εσωτερική σεμνότητα και μια ευγένεια ψυχής την οποία αντανακλούσε στη συμπεριφορά του. Το τραγούδι για εκείνον ήταν ένα μέσο έκφρασης περισσότερο από οτιδήποτε άλλο και γι’ αυτό το προσέγγισε με τον τρόπο που το έκανε.

 

Με μουσική αφετηρία την Θεσσαλονίκη

Στον χώρο άρχισε να γίνεται γνωστός το 1981 όταν συμμετείχε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, καταλαμβάνοντας την 5η θέση. Τότε είχε ερμηνεύσει το κομμάτι «Τα πάντα είσαι εσύ».

Παράλληλα έκανε σπουδές στη φωνητική και την υποκριτική θέλοντας να διευρύνει τις γνώσεις του, ενώ άρχισαν και οι συνεργασίες με μεγάλους της ελληνικής μουσικής. Εκείνη την περίοδο ξεχώρισε η παρουσία του στην «Μέδουσα», δίπλα σε ονόματα όπως ο Γιώργος Μαρίνος, η Τάνια Τσανακλίδου και ο Κώστας Τουρνάς.

Σχεδόν ένα χρόνο μετά θα έχει την γνωριμία που όπως είχε πει και ο ίδιος, άλλαξε τη ζωή του. Ήταν αυτή με τον κορυφαίο μουσικοσυνθέτη, Γιάννη Σπανό. Εκείνος τον «μύησε» κατά κάποιο τρόπο στη δική του σχολή και τον «μπόλιασε» με την ευαισθησία και τον σεβασμό με τον οποίο αγκάλιαζε κάθε μουσικό βήμα του.

«Προσγειώθηκα στο ελληνικό τραγούδι με την καλύτερη αισθητική. Δίπλα του άκουσα για τη γαλλική σχολή, Ζακ Μπρελ και Εντιθ Πιαφ, που έλεγαν τόσα με τη φωνή τους, όσα και με τη σκηνική παρουσία τους. Ξέρει τον τρόπο να περνάει τις ευαισθησίες του στον τραγουδιστή που συνεργάζεται, μαζί με όλη την κουλτούρα της γαλλικής σχολής που κουβαλάει ως δημιουργός» είχε δηλώσει χαρακτηριστικά κάποτε.

Τότε μαζί με τον μουσικό συνοδοιπόρο του, Γιώργο Χατζηνάσιο, είχαν στήσει στο θρυλικό «Michel» ένα πρόγραμμα πολύ διαφορετικό. Και κάπως έτσι ο Διονύσης Θεοδόσης βρέθηκε στο ίδιο σχήμα με την Πένυ Ξενάκη, την Ειρήνη Αγγέλου και τον Αντώνη Ζαφειρόπουλο.

Σπουδαίες συνεργασίες

Χάρη σε αυτό είχε και την πρώτη συμμετοχή του σε δισκογραφική δουλειά, με την ζωντανή ηχογράφηση «Μουσική πρόκληση» το 1984. Ακολουθεί η παρουσία του μαζί με τη την Άλκηστη Πρωτοψάλτη στο άλμπουμ του Γιάννη Σπανού «Έξοδος κινδύνου», αλλά και στο δίσκο του Μιχάλη Τερζή «Όλη τη μουσική μεσ΄ την αγάπη βάλε», δίπλα στο Γιώργο Νταλάρα και την Δήμητρα Γαλάνη.

Ο Γιώργος Νταλάρας υπήρξε ο δεύτερος άνθρωπος που τον καθόρισε μουσικά αφού πέρα από την συμμετοχή του σε δισκογραφικές δουλειές, για σχεδόν μία πενταετία ως το 1990, βρέθηκε στο πλευρό του σε συναυλίες σε όλη την Ελλάδα και όχι μόνο, την latin περίοδο του σπουδαίου ερμηνευτή.

«Μου έδωσε την ευκαιρία να παρακολουθήσω από κοντά τους ρυθμούς και τις ευαισθησίες του τελειότερου, κατά τη γνώμη μου, επαγγελματία που υπάρχει στο ελληνικό τραγούδι», είχε αποκαλύψει ο Διονύσης Θεοδόσης, ενώ αναφέρθηκε και σε άλλες πτυχές της συνεργασίας τους, λέγοντας: «Περνώντας από το ξένο τραγούδι με τα συγκροτήματα στη μπαλάντα, στερήθηκα την επαφή με το λαϊκό τραγούδι. Ευτυχώς, όμως, το κενό αυτό μου το κάλυψε η συνεργασία μου με το Γιώργο Νταλάρα »…

Ο ένας και μοναδικός προσωπικός δίσκος

Από τα πολλά που είχε να θυμάται από τον Γιώργο Νταλάρα αναμφίβολα ξεχωρίζουν οι μεγαλειώδεις συναυλίες, ιδίως εκείνη στο Ολυμπιακό Στάδιο το 1987, και οι περιοδείες σε ολόκληρο τον κόσμο.

Παράλληλα συνέχιζε να εμφανίζεται δίπλα σε άλλους μεγάλους του ελληνικού τραγουδιού και να συμμετέχει σε δισκογραφικές δουλειές τους, πριν βγάλει κι εκείνος το πρώτο και δυστυχώς μοναδικό προσωπικό άλμπουμ του.

Τον εμπιστεύτηκαν δύο «ιερά τέρατα» της ελληνικής μουσικής, οι Θάνος Μικρούτσικος και Άλκης Αλκαίος, στο LP «Όσο κρατάει ένας καφές» από τη «MINOS», στο οποίο κάποια κομμάτια υπογράφουν και οι Κώστας Τριπολίτης και Γιώργου Παυριανός.

Αναμφίβολα ξεχωρίζει το ομώνυμο κομμάτι που τραγουδιέται ακόμα αλλά και άλλα όπως «Τις νύχτες που κυκλοφορώ», αλλά και με άλλα, εξίσου, πολύ καλά κομμάτια : «Μια παλιά φωτογραφία», «Με το πλοίο του Φελίνι», «Χίμαιρα» και «Ένας στοιχειωμένος πύργος».

Το ξαφνικό χτύπημα της μοίρας και το «αντίο»

Μετά από 8 χρόνια στο τραγούδι, ο Διονύσης Θεοδόσης είχε καταφέρει επιτέλους να αισθανθεί πως ο δύσκολος δρόμος που είχε προτιμήσει να ακολουθήσει τον έβγαλε στο «ξέφωτο» της δικαίωσης.

Θα μπορούσε όλο αυτό το διάστημα να έχει ακολουθήσει άλλα, πιο εύκολα μουσικά μονοπάτια, πολύ πιο εύπεπτα και ταιριαστά με το κλίμα εκείνης της εποχής. Δεν το έκανε, όμως, μένοντας πιστός στις δικές του αρχές και αξίες και συνεπής στο προσωπικό στυλ της ευγένειας, του συναισθηματισμού και της τρυφερότητας που ουσιαστικά αποτελούσαν συνέχεια του χαρακτήρα του.

Έναν χαρακτήρα τον οποίο εκτίμησαν όλοι όσοι συνεργάστηκαν μαζί του και ήταν αρκετοί, παρά τη σύντομη διάρκεια της καριέρας του…

Το νήμα της, όπως και το νήμα της ζωής του κόπηκε απότομα μόλις το 1993. Λίγο καιρό νωρίτερα είχε διαγνωστεί με καρκίνο, πάνω που «άνθιζε» μουσικά. Πάλεψε για τρία χρόνια με την ασθένεια, έχοντας στο πλευρό του μεταξύ άλλων και τον Γιώργο Νταλάρα. Νοσηλεύτηκε στο Λονδίνο, έδωσε μάχη, αλλά δυστυχώς αυτή ήταν άνιση.

Έτσι στις 19 Οκτωβρίου 1993 η καρδιά του σταμάτησε να χτυπά, βυθίζοντας στη θλίψη την οικογένεια της ελληνικής μουσικής που έχανε ένα ιδιαίτερο και ξεχωριστό μέλος της. Με δική του επιθυμία ενταφιάστηκε στο Άγιο Όρος, καθώς λίγο πριν πεθάνει, ο Διονύσης Θεοδόσης που υπήρξε βαθιά θρησκευόμενος, είχε πάρει το σχήμα του μοναχού…