Η μετάλλαξη Δέλτα προελαύνει: Τι πιθανότητες υπάρχουν να νοσήσει ένας πλήρως εμβολιασμένος

Το ινδικό στέλεχος είναι 40%-60% πιο μεταδοτικό από το Άλφα, το οποίο είναι ήδη περίπου 60% πιο μεταδοτικό από το αρχικό πανδημικό στέλεχος

Η παραλλαγή Δέλτα του Sars-Cov-2 έχει επαναφέρει την ανασφάλεια στην ανθρωπότητα και τις παγκόσμιες κυβερνήσεις σχετικά με το εκτιμώμενο τέλος της πανδημίας. Ο λόγος είναι ότι το συγκεκριμένο στέλεχος, που εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην Ινδία, είναι 40%-60% πιο μεταδοτικό από το Αλφα (γνωστό και ως βρετανικό στέλεχος), που σημειωτέον είναι ήδη περίπου 60% πιο μεταδοτικό από το αρχικό πανδημικό στέλεχος.

Οι υπολογισμοί των επιστημόνων είναι ιδιαίτερα ανησυχητικοί: η παραλλαγή Δέλτα, η οποία έχει εμφανιστεί ήδη σε σχεδόν 100 χώρες, θα αντιπροσωπεύει το 70% των νέων λοιμώξεων στην ΕΕ έως τις αρχές Αυγούστου και το 90% έως τα τέλη Αυγούστου. Πιθανόν να είναι ήδη το επικρατές στέλεχος του κορωνοϊού σε παγκόσμιο επίπεδο.

Και το βασικό ερώτημα που προκύπτει βέβαια συνειρμικά είναι ο βαθμός αποτελεσματικότητας των εμβολίων απέναντι σε αυτή τη μετάλλαξη.

Υπάρχει κάτι στο οποίο, όλοι οι μελετητές συμφωνούν. Τα πιο διαδεδομένα σκευάσματα κατά της Covid, εξακολουθούν να παρέχουν ισχυρή προστασία ενάντια σε σοβαρή νόσηση και νοσηλεία, υπό την προϋπόθεση όμως να έχουν χορηγηθεί και οι δύο δόσεις στα εμβόλια που αυτές απαιτούνται.

Η λεγόμενη «ανάλυση στον πραγματικό κόσμο» 14.019 περιστατικών μόλυνσης από τη μετάλλαξη Δέλτα στο Ηνωμένο Βασίλειο, η οποία δημοσιεύθηκε από τον φορέα της βρετανικής κυβέρνησης Public Health England (PHE), συμπέρανε ότι τα εμβόλια των Pfizer/BioNTech και της AstraZeneca ήταν αποτελεσματικά 96% και 92% αντίστοιχα, στο να αποτρέπουν τη νοσηλεία μετά τη χορήγηση και των δύο δόσεων.

Η υψηλή αποτελεσματικότητα των εμβολίων στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου η μετάλλαξη Δέλτα είναι μεν κυρίαρχη αλλά πάνω από το 50% του πληθυσμού έχει εμβολιαστεί πλήρως, αντανακλάται στον τρέχοντα ρυθμό καταγραφής νέων θανάτων από Covid. Σύμφωνα με την Μίγκαν Καλ, επιδημιολόγο του Εθνικού Οργανισμού Υγείας της Αγγλίας (ΡΗΕ), βρίσκεται στο 0,085% και είναι 20 φορές χαμηλότερος συγκριτικά με το υψηλότερο ποσοστό που έχει μέχρι σήμερα καταγραφεί.

Τα αρχικά στοιχεία από τις μελέτες στον πραγματικό κόσμο στο Ηνωμένο Βασίλειο τον Μάιο, έδειξαν ότι οι δύο δόσεις του εμβολίου της Pfizer ήταν 88% αποτελεσματικές κατά συμπωματικής νόσησης από τη μετάλλαξη Δέλτα.

Ακολούθησαν ωστόσο κάποιες άλλες μελέτες, σκωτσέζικης και ισραηλινής προέλευσης, που «έριχναν» αυτό το νούμερο πιο κάτω. Αυτά τα ποικίλα αποτελέσματα δείχνουν τη δυσκολία της διεξαγωγής τέτοιου είδους αξιολογήσεων στον πραγματικό κόσμο σχετικά με την αποτελεσματικότητα των εμβολίων απέναντι σε ένα νέο στέλεχος. Νέα στοιχεία συλλέγονται καθημερινά και κατά συρροή από επιστημονικά κέντρα, προκειμένου να αποκρυσταλλωθεί μια ξεκάθαρη εικόνα.

Η τελευταία μεγάλη έρευνα, που δημοσιεύτηκε στο έγκυρο περιοδικό Nature (08/07) και μελετά την ευαισθησία της μετάλλαξης Δέλτα έναντι των αντισωμάτων, έδειξε ότι μια δόση εμβολίου, είτε Pfizer είτε AstraZeneca, δεν προσφέρει προστασία από το ινδικό στέλεχος. Αντίθετα, μετά από δύο δόσεις των υπαρχόντων εμβολίων δημιουργείται ικανή άμυνα σε υψηλό ποσοστό των εμβολιασμένων. Η αποτελεσματικότητα δεν είναι πάντως τόσο μεγάλη όσο σε σχέση με τη μετάλλαξη Άλφα, αλλά 3 ως 5 φορές χαμηλότερη.

Όπως και να ‘χει, είναι σαφές ότι τα εμβόλια παραμένουν το μεγάλο όπλο απέναντι και σε αυτό το στέλεχος, καθώς μειώνουν δραστικά τις πιθανότητες, όχι μόνο σοβαρής νόσησης, αλλά και μεταδοτικότητας. Όπως έχουν δείξει ήδη οι έρευνες, τα άτομα που μολύνονται με τον νέο κορωνοϊό μετά τον εμβολιασμό τους είναι πιθανό να έχουν χαμηλότερο ιικό φορτίο, μικρότερη διάρκεια λοίμωξης και πολύ ηπιότερα συμπτώματα από τους μη εμβολιασμένους.

Οι ερευνητές του Τμήματος Επιστημών Υγείας του Πανεπιστημίου της Αριζόνα διαπίστωσαν ότι οι συμμετέχοντες στη μελέτη που είχαν πλήρως ή μερικώς εμβολιαστεί με mRNA εμβόλια Pfizer και Moderna και μολύνθηκαν, είχαν κατά 40% μικρότερο ιικό φορτίο από αυτό των μη εμβολιασμένων συμμετεχόντων.

Πέραν της βαρύτητας της νόσου οι ερευνητές εξέτασαν και τη διάρκειά της. Η πλειονότητα των λοιμώξεων μεταξύ των μη εμβολιασμένων συμμετεχόντων διήρκεσε δύο ή περισσότερες εβδομάδες, σε σύγκριση με μόνο μία εβδομάδα μεταξύ των εμβολιασμένων συμμετεχόντων.

Οι μελέτες για τη μετάλλαξη Δέλτα βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη, ακόμα και αυτές των φαρμακευτικών εταιριών που απομένει να διαπιστώσουν αν θα χρειαστεί και τρίτη δόση, προκειμένου να ισχυροποιηθεί η ασπίδα του οργανισμού απέναντι στο ινδικό στέλεχος. Εν αναμονή των εξελίξεων όμως, το βασικό επιστημονικό δεδομένο δεν αλλάζει. Ο ανεμβολίαστος οργανισμός είναι πολύ πιο ευάλωτος από τον εμβολιασμένο σε οποιαδήποτε παραλλαγή του ιού.

TAGS: