Το κύμα ακρίβειας που σαρώνει τα ελληνικά νοικοκυριά θα μείνει στην… ιστορία, καθώς οι διαδοχικές ανατιμήσεις έχουν εκτινάξει το κόστος διαβίωσης, με τρόπο που δεν έχει συμβεί ποτέ στο παρελθόν εν καιρώ ειρήνης.
Με δεδομένο ότι η δαπάνη της διατροφής «τρέχει» πλέον με ρυθμό αύξησης πάνω από 10%, ότι στα καύσιμα κίνησης οι ανατιμήσεις προσεγγίζουν το 50% και ότι για ηλεκτροδότηση και θέρμανση χρειάζονται πλέον σχεδόν τα διπλάσια χρήματα, οι περικοπές στο διαθέσιμο εισόδημα είναι για πολλές οικογένειες εκτός ελέγχου.
Το 2021 η μέση τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας κόστιζε 132,1 ευρώ η μεγαβατώρα. Φέτος έχει ανέβει στο 259,3 ευρώ τη μεγαβατώρα.
Την ίδια στιγμή η τιμή της βενζίνης εκτοξεύτηκε φέτος στα 2,420 ευρώ όταν πέρσι ήταν στα 1,620 ευρώ.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, τα σούπερ μάρκετ ετοιμάζουν νέους «φουσκωμένους» τιμοκαταλόγους, με αυξήσεις σε απορρυπαντικά και καλλυντικά που θα φθάνουν έως 30% και στα γαλακτοκομικά που θα φτάνουν από 5% έως 7%, σύμφωνα με ρεπορτάζ του OPEN.
Σε όλα αυτά προστίθεται το ιδιαίτερα βεβαρημένο κόστος διακοπών, λόγω των τεράστιων αυξήσεων στις τιμές των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων και των τουριστικών καταλυμάτων.
Το σκηνικό που έχει διαμορφωθεί είναι ότι τα νοικοκυριά βρίσκονται αντιμέτωπα ακόμα και με τον κίνδυνο να στερούνται βασικά αγαθά και είδη πρώτης ανάγκης. Το κόστος είναι δυσβάστακτο και πολλοί είναι αυτοί που κόβουν από παντού, προκειμένου να αντεπεξέλθουν στα νέα δεδομένα.
Αυτές τις επιπτώσεις της ακρίβειας στην κοινωνία (και κατ’ επέκταση στην επιχειρηματικότητα), ανέδειξε σε νέα μεγάλη έρευνά του το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών, εξάγοντας τα εξής κύρια συμπεράσματα.
Μεγάλο ποσοστό των Ελλήνων πολιτών προχωρά σε μειώσεις σε κάποιες αγορές, επιλογές και έξοδα λόγω της ακρίβειας. Το 83,7% έχει αρχίσει ήδη να μειώνει την κατανάλωση ενέργειας, με τα κλιματιστικά να είναι βέβαια στο επίκεντρο τους καλοκαιρινούς μήνες, ενώ το 83,2% την αγορά καταναλωτικών προϊόντων, κυρίως είδη ρουχισμού.
Το 66,4% περιορίζει τις μετακινήσεις με το προσωπικό αυτοκίνητο και το 66% τις μέρες των διακοπών. Επιπλέον, ένα 18,7% των ερωτηθέντων κάνει κάποιες περικοπές όσον αφορά στην φροντιστηριακή προετοιμασία των παιδιών τους για την είσοδο στα Α.Ε.Ι.
Παράλληλα περισσότεροι από τους μισούς (53,3%) δηλώνουν ότι δυσκολεύονται να ανταποκριθούν σε υποχρεώσεις όπως αποπληρωμή δανείων, καρτών κ.λ.π.
Την ίδια ώρα, μια άλλη μελέτη, της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων, δείχνει ότι η Ελλάδα, η Ρουμανία και Λιθουανία έχουν πληγεί περισσότερο σε ευρωπαϊκό επίπεδο από την κρίση, παρουσιάζοντας μια άλλη παράμετρο: το 43,8% των Ελλήνων δεν μπορεί να αντέξει οικονομικά παραπάνω από μία εβδομάδα διακοπών! Το ίδιο νούμερο, με πολύ μικρή απόκλιση ισχύει και για Ρουμάνους, Λιθουανούς, ενώ στην αντίπερα όχθη είναι η Αυστρία, η Δανία και η Φινλανδία, για τις οποίες το αντίστοιχο ποσοστό περιορίζεται κοντά στο 7%.
Και φυσικά όλα αυτά μοιάζουν απολύτως φυσιολογικά, με «θύματα» τους πολίτες μιας χώρας που είναι 17η στο ύψος του κατώτατου μισθού στο σύνολο των 27 της Ε.Ε., αλλά πρώτη και… καλύτερη στην τιμή της αμόλυβδης βενζίνης.