Έχει να εμφανιστεί σε κάτι τηλεοπτικό από το Νησί. Με εξαίρεση κάποια γκεστ, η Κατερίνα Λέχου δε βρέθηκε σε αυτά τα 10-11 χρόνια με διάρκεια σε μια σειρά. Δούλεψε πολύ θεατρικά, αλλά τηλεόραση δεν βρέθηκε στο κάδρο της.
Μέχρι που ήρθε η πρόταση για το 42 Βαθμοί Κελσίου, τη νέα σειρά της Cosmote TV που κυκλοφόρησε στις 14/5 και αποτελεί μια εισαγωγή στο παρόν και το μέλλον της ελληνικής μυθοπλασίας που πάει να χτιστεί.
«Νομίζω ότι πια, τώρα που έχουμε μάθει το Netflix και πώς λειτουργούν οι παραγωγές του σε σειρές, με τα 8-10, βία 12 επεισόδια, είναι καιρός και η ελληνική μυθοπλασία να δράσει με αυτόν τον τρόπο. Αυτό θα την βοηθήσει να εξελιχθεί, αλλά και να φτάσει να ενσωματωθεί σε πλατφόρμες όπως το Netflix και να απευθυνθεί σε ένα διεθνές κοινό» απαντά η Κατερίνα Λέχου σε ερώτηση για το αν τελικά ήταν υπερβολή όλο αυτό που συνέβαινε και συμβαίνει με τα ελληνικά σίριαλ που πιάνουν τα 30-35 επεισόδια τη σεζόν και με διάρκεια 45-50 λεπτών.
Συναντηθήκαμε με την Κατερίνα στην Ακαδημία Πλάτωνος κι ένα παγκάκι, κρυμμένο από τα δέντρα, αποτέλεσε το μέρος της κουβέντας μας.
Η Κατερίνα Λέχου είναι μια ηθοποιός που έχει πρωταγωνιστήσει σε μεγάλες παραγωγές και επιτυχίες. Τηλεοπτικά δεν πρέπει να έχει κάνει κάτι που να χαρακτηρίζεται, εμπορικά τουλάχιστον, ως αποτυχία.
Παρόλα αυτά, δεδομένης και της φήμης που περικύκλωσε όλους τους ηθοποιούς από το Νησί εκείνη την περίοδο, σε αυτή την 30χρονη πορεία της στην υποκριτική, δεν έχει υπάρξει ούτε στιγμή που η συμπεριφορά της να κρίθηκε ως αναξιοπρεπής ή ματαιόδοξη. Αν συνέβαινε δεν θα ήταν κακό. Σε όλους συμβαίνει, ακόμα και σε χώρους με μικρότερη προβολή.
Εκείνη όμως κατάφερε να παραμείνει στο μονοπάτι που χάραξε. Και το έκανε όχι χωρίς εμπόδια. Μόνο και μόνο να δει κανείς τι βίωσε σε επίπεδο κακοποίησης σε επαγγελματικό και προσωπικό επίπεδο, βάσει όσων εξομολογήθηκε πριν λίγο καιρό, αντιλαμβάνεται ότι η ψυχολογία της εύκολα θα μπορούσε να την παρασύρει.
Το ίδιο θα μπορούσε να γίνει κι από την οπτική ότι συνήθως οι πολύ όμορφες ηθοποιοί, δύσκολα διαχειρίζονται το ότι ωριμάζουν και μεγαλώνουν. Η Κατερίνα Λέχου πρέπει ακόμα κι αυτό να το έχει υπερπηδήσει. Αποδέχεται τον εαυτό της σε κάθε του στάδιο κι αυτό είναι τελικά που αποτυπώνει την ομορφιά σε έναν άνθρωπο.
Αυτή η αποδοχή βέβαια δε σημαίνει παράδοση όπλων. Το αντίθετο. Σημαίνει ακόμα περισσότερη προσπάθεια από μεριάς της στην διεκδίκηση του χώρου της σε επαγγελματικό επίπεδο, σε έναν χώρο και μια κοινωνία όπου η γυναίκα μετά τα 50-55 οδεύει προς το τέλος των προσδοκιών και της αναζήτησης, ενώ ο άντρας παραμένει ακμαίος.
«Στη σύγχρονη δραματουργία υπάρχουν μεν ρόλοι, αλλά η πλάστιγγα γέρνει πιο πολύ στους αντρικούς ρόλους. Το ίδιο συμβαίνει και στη μυθοπλασία, στο σινεμά και την τηλεόραση. Διακρίνω έναν τρόπον τινά ρατσισμό που υπάρχει και στην κοινωνία. Ένας άντρας 60 χρονών είναι θεμιτό να παντρευτεί μια 25χρονη, να κάνουν οικογένεια, ένα παιδί, να περιφέρει τον εαυτό του ως εραστή. Μια γυναίκα 60 χρονών τη βάζουμε στην τρίτη ηλικία, ότι η ζωή της οδεύει προς το τέλος… Αυτό λοιπόν συμβαίνει στη δουλειά μας, γιατί συμβαίνει και στη ζωή. Η ζωή υπερβαίνει τον κάθε χώρο.
Είχα ακούσει την Κριστίν Σκοτ Τόμας που έλεγε ότι μετά τα 55 της, οι ρόλοι που της πρότειναν λιγόστεψαν στο 1/10 σε σχέση με πριν. Τώρα μιλάμε για μια μεγάλη σταρ, καμία σχέση με τα δικά μας μεγέθη. Αυτό συμβαίνει παντού. Και θεωρώ ότι επειδή βιώνουμε μια αλλαγή εποχής, πρέπει να βρεθεί μια ισορροπία ανάμεσα στο αντρικό και το γυναικείο πρότυπο και την πορεία του προς το χρόνο».
Η Κατερίνα Λέχου είναι επομένως ένα από τα πρόσωπα της τέχνης που μπορούν να συμβάλλουν με την προσωπικότητα τους στην αλλαγή της νοοτροπίας και αυτό είναι το πιο γοητευτικό χαρακτηριστικό πάνω της.
Με αυτή την πεποίθηση, αφήνω τα δικά της λόγια να πουν όσα χρειάζεται να ειπωθούν για να κατανοήσει κάποιος που δεν τη γνωρίζει, τι άνθρωπος είναι.
Αν κάνεις μια δουλειά για να γίνεις γνωστός ή να βγάλεις λεφτά, κατά τη γνώμη μου θα αποτύχεις.
«Αν ο κόσμος θεωρεί ότι εμείς που είμαστε ηθοποιοί και ανήκουμε στη σφαίρα του κατ’ ευφημισμόν celebrity, δεν έχουμε προβλήματα, αυτό δε μπορεί να ισχύει. Δε μπορεί να ισχύει για αυτή τη χώρα. Δεν ξέρω αν ο κόσμος συγχέει αυτό που νομίζει για το Χόλιγουντ για παράδειγμα, που είναι ένα άλλο μέγεθος, με την Ελλάδα. Μπορεί η Μισέλ Πφάιφερ να μη βλέπει τα προβλήματα του κόσμου, δεν ξέρω… Αλλά εδώ όλοι βιώνουμε κρίση, δεν έχουμε δουλειά, μετράμε πως να πληρώσουμε λογαριασμούς, να πάμε σουπερμάρκετ, μεγαλώνουμε παιδιά, σφουγγαρίζουμε, μαγειρεύουμε.
Αλλά δεν πιστεύω ότι αυτό το πιστεύει όντως ο κόσμος. Τουλάχιστον αυτό το feedback έχω από τον κόσμο. Είναι πολύ μικρά τα μεγέθη εδώ στην Ελλάδα για να ζει κανείς μια ζωή που απέχει από την πραγματικότητα. Δεν έχουμε εδώ κάποιον άνθρωπο του μεγέθους π.χ. του Μπιλ Γκέιτς που χώρισε τώρα και έχουν πέσει όλοι πάνω του».
«Το πρώτο μου μέλημα, ειδικά σε αυτή τη δουλειά, επειδή ζεις κάποια πράγματα, ήταν να είμαι γειωμένη και σε απόλυτη επαφή με την πραγματικότητα. Είχα μια γνώση, δεν ξέρω πώς, ότι αυτό έχει τον χαρακτήρα του εφήμερου. Οπότε αυτό με βοήθησε να μην ψωνιστώ. Κι ας έζησα εποχές και παραγωγές όπως το Νησί ή το Ευτυχισμένοι Μαζί και το Είσαι Το Ταίρι Μου.
Έχω απόλυτη συνείδηση για το κίνητρο μου να πω ναι σε μια δουλειά και να την κάνω. Αν κάνεις μια δουλειά – αυτό το πιστεύω ακράδαντα – για να γίνεις γνωστός ή να βγάλεις λεφτά, κατά τη γνώμη μου θα αποτύχεις. Οτιδήποτε κι αν κάνεις, πρέπει να υπάρχει ένα πάθος, αυτό να σε κινεί, και να έχεις ένα ένστικτο για αυτό που θα κάνεις. Εμένα αυτό ήταν το κίνητρο μου, οπότε, ακόμα κι αν πήγαινε κακά μια δουλειά, ποτέ δεν έχω μετανιώσει. Υπήρχε ένας λόγος σοβαρός που την αποδέχτηκα κι αυτό ήταν ένα βαθύτερο αίσθημα, το δικό μου θέλω»
«Για μένα αποτυχημένη είναι η δουλειά που όσοι συμμετείχαμε, δεν δώσαμε όλα όσα είχαμε, την αντιμετωπίσαμε με μια σχετική ευκολία. Θυμώνω κατά βάση με τον εαυτό μου, δεν το θέλω κάτι τέτοιο. Εγώ θέλω να αντιμετωπίζω με την ίδια σοβαρότητα ό,τι κι αν κάνω, είτε θέατρο, είτε σινεμά, είτε τηλεόραση. Όταν εγώ και η ομάδα δεν έχουμε κάνει το καλύτερο δυνατό, αισθάνομαι ότι έχουμε προδώσει το δημόσιο αίσθημα και τους εαυτούς μας.
Μπορεί το μήνυμα να μην παραδοθεί στο κοινό κάποιες φορές, γιατί το κοινό είναι απρόβλεπτο και αλλάζουν διαρκώς οι εποχές. Εγώ όμως θέλω να είμαι εντάξει με τον εαυτό μου. Δε θα αισθάνομαι κάθε φορά που βγαίνω σε αυτούς τους 20 ή 2 θεατές, ότι δεν προσπάθησα, δε θα νιώθω ντροπή. Εγώ προσπάθησα, μπορεί να μην πέτυχε. Νομίζω ότι το κοινό μακροχρόνια αντιλαμβάνεται πως η πρόθεση σου είναι να μην το προδώσεις».
«Δε νομίζω ότι οι ρόλοι που έχω κάνει, μου τους πρότειναν για να κάνω κάτι που είμαι εγώ. Νομίζω όμως ότι η συμπεριφορά μου σε μια δουλειά, ήταν αυτή που με πήγαινε στην επόμενη. Η κάθε προηγούμενη δουλειά με πήγαινε στην επόμενη και αυτό έχει να κάνει με το πόσο επαγγελματίας είσαι, συναδελφικός, ομαδικός, να έχεις δείξει έναν χαρακτήρα στη δουλειά.
Έχω κάνει πολύ διαφορετικά και ετερόκλητα πράγματα, ειδικά στο θέατρο που σου δίνεται περισσότερο η ευκαιρία».
«Έχω 11 χρόνια να κάνω τηλεόραση, από το Νησί. Σε αυτά τα χρόνια της κρίσης άλλαξε το τοπίο της τηλεόρασης, έγιναν mainstream τα καθημερινά, που είναι άλλο φορμάτ κι εγώ δε μπορώ να αντέξω σε αυτή τη λογική. Συνήθισα σε άλλους ρυθμούς επί 22 χρόνια που κάνω τηλεόραση. Έτυχε σε αυτόν τον καιρό που απείχα, να πέσει το ειδικό βάρος στο θέατρο. Όπως και πριν απ΄αυτό, με απορρόφησε πολύ η τηλεόραση και δεν έκανα πολύ θέατρο. Δε μπορούσα δηλαδή να τα κάνω και τα δύο, έχω κι εγώ τις δικές μου…ανωμαλίες».
Νομίζω είμαι δειλή από τη φύση μου και ένας από τους καθημερινούς αγώνες μου είναι να πάω κόντρα στους φόβους μου
«Η δουλειά μου είναι προέκταση του σώματος μου, αλλά ταυτόχρονα έχω και κάποιες ηθικές αξίες. Δε μπορώ να σου ξεχωρίσω με τι θα ήθελα να με ταυτίζει το κοινό, με τη ζωή μου δηλαδή ή με τη δουλειά μου… Ο κόσμος μου μιλάει, είναι η αλήθεια, λίγο παραπάνω για την προσωπικότητα μου, όπως βγαίνει από τις συνεντεύξεις.
Σε αυτή την ηλικία έχω ζήσει κακοποιητικές συμπεριφορές για πολλά χρόνια, όπως αρκετοί. Νομίζω ότι το ζητούμενο σε αυτή τη δουλειά δεν είναι να νιώθουμε ότι πάμε στην παιδική χαρά. Πάω να παίξω, όχι όμως με τα παιχνίδια μου. Αλλά δε μπορώ να αντέξω ένα τοξικό περιβάλλον στο όνομα μιας σπουδαίας ερμηνείας. Δε μπορώ να το αντέξω σε αυτή την ηλικία που είμαι. Πριν από κάποια χρόνια μπορεί να σου απαντούσα κάτι άλλο. Μετά από 10 χρόνια μπορεί να σου πω ότι δε με αγγίζει τίποτα κι ας είναι ο άλλος σχιζοφρενής.
Την κακοποίηση την καταλαβαίνεις μια χαρά, δεν την καλύπτει η δικαιολογία ότι γίνεται για μια καλύτερη ερμηνεία. Το καταλαβαίνεις στο στομάχι σου. Όταν εγώ έπαιζα τη Μπλανς στο Λεωφορείον Ο Πόθος, ήμουν επί 3 ώρες συνεχώς στη σκηνή και ένιωθα μετά ένα κουρέλι. Αυτό γινόταν γιατί ήταν μεγάλη η καταπόνηση επί σκηνής, όχι γιατί με κακοποιούσε κάποιος. Ο ίδιος ο ρόλος είχε βαρύ έρμα και με διέλυε εμένα. Το καταλαβαίνεις όταν είναι κακοποίηση.
Θα σου πω ένα ακραίο παράδειγμα. Τα μικρά παιδιά, που δεν ξέρουν τι είναι λάθος και τι σωστό, νιώθουν μέσα τους ότι κάτι δεν πάει καλά. Μπορεί να φοβούνται να το πουν, όμως θα θυμούνται ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με ένα συμβάν. Όταν κάτι δεν πάει καλά, ένας άνθρωπος που είναι καλά με το μέσα του, το αντιλαμβάνεται.
Υπήρξαν συμπεριφορές που βίωσα στο παρελθόν και τότε δεν τις ενέγραψα στη μνήμη μου ως κακοποίηση ή πέραν των ορίων. Το σημερινό πρίσμα με βοήθησε να τις μετρήσω αλλιώς. Υπήρξε μια ολόκληρη γενιά ηθοποιών – εμείς επειδή είμαστε αμιγώς παιδιά του θεάτρου, όταν τελείωσα τη σχολή δεν υπήρχε ακόμα ιδιωτική τηλεόραση, όλη μας η συγκέντρωση ήταν στο θέατρο. Δεν γνωρίζαμε.
Ήταν ένας μικρόκοσμος και υπήρχε μια άγνοια, νομίζαμε ότι όλα είναι επιτρεπτά. Ναι, μπορεί να σου μιλάνε απότομα ή να σε προσβάλλουν πολλές φορές ακόμα και για την εμφάνιση σου και δεν καταλάβαινες ότι αυτό ξεπερνάει τα όρια. Κι ακόμα δεν είμαστε σίγουροι. Πάνε να συντάξουν αυτόν τον Κώδικα Δεοντολογίας, δεν είναι απλό πράγμα. Η δουλειά μας έχει πολύ ευαίσθητα όρια. Παντού υπάρχουν εντάσεις. Η δική μου γενιά πάντως δε γνώριζε τίποτα.
Έχουν έρθει στιγμές που έχουν καταστρατηγηθεί αυτά τα όρια. Εννοώ ως προς τον σεβασμό στην προσωπικότητα του άλλου. Το θέατρο είναι κι ένας χώρος που υπάρχει τρομερή ιεραρχία. Ο σκηνοθέτης είναι ο απόλυτος άρχων. Και πρέπει να είναι. Αυτό εμπεριέχει μέσα του έναν αυταρχισμό. Ο τρόπος όμως που το λες, ο τρόπος που εμπνέεις είναι που κάνει τη διαφορά.
Η εξουσία γενικά εμπεριέχει πολλούς κινδύνους. Το να ηγείσαι έχει τη γοητεία, αλλά έχει και πολλούς κακούς πειρασμούς».
«Μέχρι στιγμής στη δουλειά μου ήμουν και είμαι υπάλληλος. Εννοώ ότι πάντοτε κάποιος με φώναζε για έναν ρόλο γιατί θεωρούσε ότι μπορούσα να εξυπηρετήσω το όραμα του. Εγώ δεν έχω σκηνοθετήσει ποτέ. Νομίζω είμαι δειλή από τη φύση μου και ένας από τους καθημερινούς αγώνες μου είναι να πάω κόντρα στους φόβους μου. Να αντιμετωπίζω τη ζωή χαλαρά με το άγνωστο που εμπεριέχει, να κολυμπάω στα βαθιά κι ας σκέφτομαι ότι έρχονται καρχαρίες επάνω μου… Διάφορα τέτοια. Οπότε, νομίζω ότι είναι από δειλία.
Παρόλα αυτά, μια φορά μου είχε συμβεί να βρω ένα έργο, να βρω τους συνεργάτες, να αναθέσω σε έναν σκηνοθέτη να το στήσει κι εγώ να πρωταγωνιστώ. Θεωρώ και ανέφικτο για μένα να είμαι και σκηνοθέτης και ηθοποιός. Δεν έχω σκεφτεί να είμαι μόνο σκηνοθέτης.
Την ίδια δειλία, τον ίδιο φόβο έχω και με τους μονολόγους. Εγώ ποντάρω πολλά στον συμπαίκτη επί σκηνής. Θεωρώ ότι είναι το άλλο μου μισό. Είμαι εκεί για εκείνον, είναι εκεί για μένα. Ακόμα και μια ματιά είναι πολύ παρηγορητική. Είναι πολύ σκληρό πράγμα ο μονόλογος, όπως τουλάχιστον το νιώθω εγώ. Κι όταν βλέπω παραστάσεις με μονολόγους, με πιάνει μια αγωνία παραπάνω, γιατί σκέφτομαι πόσο δύσκολο είναι.
Έχω βαθιά πεποίθηση ότι η δουλειά μας είναι ομαδική. Ακόμα και στο μονόλογο έχεις τον φωτιστή, τον ηχολήπτη. Δε νομίζω ότι έχω πρόβλημα με τη μοναξιά. Είναι απλώς το απρόοπτο που με τρομάζει ίσως. Δεν υπάρχει καμία μέρα στη δουλειά που να μην προκύπτει μια ανατροπή. Μπορεί να μη γίνεται αντιληπτό πάντοτε από το κοινό, αλλά γίνεται από εμάς. Εφόσον γίνεται αντιληπτό από σένα, σημαίνει ότι επαναπροσδιορίζεις το βηματισμό σου. Κι απλώς ανησυχώ γι΄αυτές τις στιγμές που θα προκύψουν σε έναν μονόλογο».
Σε τρομάζει η φθορά του χρόνου, αλλά δεν έχει να κάνει με την εμφάνιση, έχει να κάνει με τις σωματικές σου δυνάμεις
«Όταν κάνεις με πάθος τη δουλειά σου, δεν είναι ότι θες κάθε μέρα, σε κάθε παράσταση να προσθέσεις στοιχεία στον χαρακτήρα σου. Είναι ότι συμβαίνει από μόνο του. Οπότε αυτό πρέπει να το εκμεταλλευτείς και κάτι να το κάνεις. Αυτό είναι που μας κρατάει και ζωντανούς, ειδάλλως πυροβολείσαι. Αυτή η δουλειά θα ήταν αφόρητη αν γινόταν ρομποτικά. Ποτέ δεν τελειώνει αυτή η διαδικασία με τους σπουδαίους ρόλους. Δεν εξαντλούνται. Βλέπεις μεγάλους ηθοποιούς να κάνουν πάνω από μια φορά τους ίδιους ρόλους και βρίσκουν μια διαφορετική οπτική.
Υπάρχει πάντοτε και το ανικανοποίητο, θες να δοκιμάσεις ξανά μια λήψη, μια σκηνή».
«Κάποιοι ρόλοι στη ζωή μας έχουν άλλη βαρύτητα. Ίσως και προσωπικά μας αγγίζουν περισσότερο, μας πηγαίνουν ιδιοσυγκρασιακά και τους κουβαλάμε για λίγο παραπάνω και κάποιοι άλλοι περνάνε στη λήθη.
Κάθε ρόλος πάντως σου ανοίγει νέες πλευρές του εαυτού σου, άλλος λίγο άλλος πολύ. Σαφώς όταν εμπλέκεσαι σε ρόλους με σκοτεινιά, ευάλωτους, εύθραυστους, παθαίνεις μια καθίζηση. Εγώ για να ξεκουραστώ, να αποτοξινωθώ από τέτοιους ρόλους, θέλω καιρό. Δε νιώθω ότι μπορώ να πάω άμεσα για μια νέα παράσταση».
«Δεν ξέρω αν μέσα από το θέατρο εκπαιδεύεσαι να αντέξεις πράγματα της ζωής σου. Νομίζω πως όχι. Δε μπορείς να προετοιμαστείς για κάτι με την έννοια να περιορίσεις τον πόνο. Η μόνη προετοιμασία είναι στην κατανόηση ότι όλα τελειώνουν. Παρόλο που ζούμε έντονες καταστάσεις στους ρόλους, δε νομίζω ότι αρκούν ως εκπαίδευση για τα δύσκολα της ζωής»
«Για μένα η πρώτη μεγάλη απώλεια της ζωής είναι αυτή της αθωότητας. Είναι το σημείο που αρχίζει και μπαίνει η αμφιβολία μέσα σου για όλα. Είναι αυτή η χαρμολύπη που γεννά για μένα η ζωή. Από την ώρα που φεύγεις από το κουκούλι της οικογένειας, που πας στο νηπιαγωγείο, βλέπεις ότι σου ανοίγονται πλευρές που επηρεάζουν την αθωότητα σου, στη μειώνουν. Η τελευταία ρανίδα αθωότητας πεθαίνει όταν βγαίνεις στην πραγματική ζωή, να δουλέψεις να επιβιώσεις. Για μένα εκεί έσπασε εντελώς η φούσκα.
Στη δική μου τη γενιά κιόλας η οικογένεια είχε πάντα την τάση να σε προστατεύει απ΄όλα και ξαφνικά σου έρχονται όλα απότομα. Εγώ έπεσα από τα σύννεφα. Δε μπορείς να καταλογίσεις και κάτι στους γονείς γι΄αυτό. Υπάρχει κι ο αντίποδας, που οι γονείς στα 18 σου σε διώχνουν ό,τι κι αν έχεις πετύχει στη ζωή σου. Ούτε κι αυτό μ΄αρέσει. Αλλά στην ελληνική οικογένεια, για να επανέλθω, κάνουμε εξαντλητικές και εξαρτητικές σχέσεις».
«Η ώρα του απολογισμού για μένα δεν είναι στενοχώριας ώρα. Επαναφορτίζεσαι, εκτιμάς όσα έκανες, αν ήταν λάθος ή άστοχα, υπάρχει μια ελπίδα και χαλάρωση. Οπότε το χαρίζω στον εαυτό μου να κάνω καθημερινά απολογισμό. Ο καταιγισμός της κάθε ημέρας δε θα μου το πάρει αυτό»
«Εννοείται πως με πιάνει και μένα να κοιτάζομαι στον καθρέφτη και να αναπολώ περασμένες φάσεις της ζωής μου που ήμουν πιο νέα και να αναρωτιέμαι γιατί είμαι έτσι τώρα. Αλλά με πιάνει σε μικρό βαθμό. Τι μπορεί κανείς να κάνει όμως; Εγώ προσπαθώ να το αγκαλιάσω. Έχεις δει αυτό που λέμε “ωραία γερασμένοι άνθρωποι”; Αυτό είναι στο βλέμμα και την πικρία που καταγράφεται στο πρόσωπο τους. Όλοι είναι ζαρωμένοι. Κανείς δεν το γλυτώνει αυτό. Απλώς εγώ είπα μέσα μου ότι θέλω να είμαι μια ευχάριστη ζαρωμένη, μια πιο καλή εκδοχή. Σε τρομάζει η φθορά του χρόνου, αλλά δεν έχει να κάνει με την εμφάνιση. Πόση ώρα κάθεσαι κάθε μέρα μπροστά στον καθρέφτη και παρατηρείς τις αλλαγές σου; Ελάχιστα. Το ζήτημα είναι οι δυνάμεις σου που λιγοστεύουν. Μιλώ για τις φυσικές δυνάμεις, το σώμα. Άλλες δυνάμεις διανοητικές μπορείς να τις καλλιεργείς. Κι αυτές μπορεί να φθίνουν, αλλά ας πούμε ότι τις κρατάμε σε εγρήγορση. Το σώμα όμως δε μπορείς να το καλλιεργήσεις»
«Φοβάμαι μήπως την ώρα που πεθάνω μου έρθει στο μυαλό κάτι που δεν είπα ή δεν έκανα. Μέχρι σήμερα δε μου έχει συμβεί να μην έκανα ή να μην εξέφρασα αυτό που ήθελα και τώρα πια να είναι μη αναστρέψιμο. Είναι αυτό που είπαμε πριν. Ο απολογισμός μου υπενθυμίζει τι θέλει το μέσα μου να κάνω. Βρίσκομαι σε εγρήγορση για να εκφράσω την αγάπη μου, να πω την αλήθεια μου. Ίσως έτσι μεταφράζεται ο φόβος σε μένα, να παλεύω διαρκώς για να μη ζήσω την τελευταία μου στιγμή ως μετάνοια. Νομίζω ότι αυτή η αίσθηση, περισσότερο κι από το φευγιό, έχει το ανικανοποίητο»
Δεν υπάρχει τρόπος να υπεκφύγεις του πόνου, της κακοτοπιάς, της απώλειας. Κι αν υπήρχε, δε νομίζω ότι θα τον εφάρμοζα. Πολλά πράγματα μαθαίνονται από τον πόνο. Αρκεί να ξέρεις πώς να τα εκμεταλλευτείς
«Ξέρω μόνο να φεύγω. Έχω τρομερές αντοχές μέχρι να φύγω, είχα τουλάχιστον, γιατί τώρα έχω λιγότερες, αλλά είμαι άνθρωπος που φεύγει. Μπορεί να φύγω από μια παρέα που ενώ τους έχω πει ότι πάω στην τουαλέτα, φεύγω στα κρυφά. Και στις σχέσεις αν πω ότι φεύγω, για μένα έχει τελειώσει. Δε μπορώ να ξαναγυρίσω πίσω. Και δεν έχει και νόημα, γιατί εγώ έχω εξαντλήσει αυτό που είχα να κάνω από τη μεριά μου. Μπορεί να συμβεί κάτι να το ανατρέψει αυτό, αλλά είναι μια σπάνια εξαίρεση»
«Όλα περνάνε, αλλά δεν τελειώνουν. Για τους ανθρώπους που έχουν περάσει από τη ζωή μου δε μετανιώνω για τίποτα… Ακόμα και τα κακά πράγματα γιατί όλοι έχουμε υποστεί άσχημες συμπεριφορές, βίαιες, κακοποιητικές – αν δε συνέβαιναν αυτά, δεν ξέρω ποια θα ήμουν. Μπορεί να ήμουν μια καλύτερη απ΄ό,τι είμαι τώρα; Σίγουρα. Όμως εγώ πήρα μαθήματα ζωής απ΄όσα άσχημα έζησα. Πρέπει να ξέρεις τι να τα κάνεις αυτά τα μαθήματα. Οι γονείς δε μας μαθαίνουν τον τρόπο, να το ξέρεις. Είναι σπάνιο να γίνει αυτό από το σπίτι. Τον δρόμο τον βρίσκεις μόνος σου. Άρα ναι, περνάνε όλα, όμως όσα είχαν νόημα, δε σβήνονται. Πρακτικά λοιπόν δεν έχει τελειώσει, είναι εκεί, στο παρελθόν σου. Εμείς είμαστε το παρελθόν μας, αυτό μας έχει σμιλέψει και το παρελθόν μας μας έφερε ως εδώ»
«Οι άνθρωποι πέφτουν κάτω, αλλά σηκώνονται. Είναι τόσο μέσα στο παιχνίδι ότι θα πέσεις. Η ζωή είναι πτώση και σήκωμα. Για να είμαστε πραγματικά ζωντανοί, όχι φυσικά ζωντανοί, σημαίνει ότι δεν εγκαταλείπουμε. Υπάρχουν πάρα πολλοί νεκροί ζωντανοί γύρω μας. Λένε αυτή είναι η ζωή μου, δε μπορώ να κάνω κάτι, μέχρι να πεθάνω έτσι. Αυτό το μοτίβο δεν το αντέχω και δεν είναι για μένα το ζητούμενο. Το ζητούμενο είναι να παλεύω. Υπάρχουν φορές που πέφτω σε κατάθλιψη, φορές που πέφτω και δεν έχω διάθεση να σηκωθώ.
Μια θεία μου πολύ αγαπημένη, μέντορας μου σε πολλά, της έλεγα ‘έχω πέσει σε κατάθλιψη, θέλω να κοιμάμαι 20 ώρες την ημέρα, δε θέλω να σηκωθώ από το κρεβάτι, πώς θα ξανασηκωθώ και μου απαντά ‘μην ανησυχείς, χαίρου, όλα περνάνε’. Θα περάσει κι αυτό. Αν το σκεφτείς έτσι, είναι πολύ αισιόδοξη ματιά. Δε θα πας βίαια να αλλάξεις αυτό που σου συμβαίνει την κάθε στιγμή. Ξέρεις όμως ότι θα αλλάξει μετά. Ο χρόνος τα γιατρεύει όλα. Λίγο μέσα σου να έχεις τη σωστή διαχείριση, θα ξαναδοκιμάσεις. Με την ελπίδα να κάνεις λιγότερα λάθη.
Δεν υπάρχει τρόπος να υπεκφύγεις του πόνου, της κακοτοπιάς, της απώλειας. Κι αν υπήρχε, δε νομίζω ότι θα τον εφάρμοζα. Πολλά πράγματα μαθαίνονται από τον πόνο. Αρκεί να ξέρεις πώς να τα εκμεταλλευτείς. Μπορεί να σε πάει ο πόνος και στην αντίπερα όχθη. Να γίνεις κι εσύ κακός, σκληρός, εκδικητικός, στεγνός, να φερθείς ανταποδοτικά στην κακοποίηση. Το βλέπουμε συνέχεια γύρω μας. Μετράει η επιλογή που θα κάνεις αν βρεθείς στο ξεκίνημα ενός τέτοιου δρόμου.
Ποια είναι η διάθεση και η πρόθεση σου σε αυτόν τον κόσμο; Επειδή ο κόσμος καταρρέει και ο άνθρωπος είναι το χειρότερο ζώον, θες να γίνεις κι εσύ αυτό; Θες να γίνεις ένα άγριο ζώο στη ζούγκλα; Αν είναι η πρόθεσή σου αυτή, πάω πάσο. Αν όμως δε θες να γίνεις ένα ακόμα ζώο στη ζούγκλα, αλλά να φέρεις την ουσία του ανθρώπου μέσα σου, τότε το κάνεις διαφορετικά, το παλεύεις. Μέχρι να πεθάνεις. Μέχρι να πεις παραιτούμαι».
«Δεν πιστεύω στη λήθη. Δεν πιστεύω ότι ξεχνάμε κάτι για πάντα. Το θάβουμε ίσως λίγο. Επίσης, όταν παίρνεις απόσταση από ένα γεγονός, το παρατηρείς και αναρωτιέσαι για ποιο λόγο το μεγέθυνες. Το γεγονός παίρνει το σωστό του μέγεθος και βλέπεις και πού σε οδήγησε εν τέλει αυτό το γεγονός. Με αυτή την έννοια, δεν έχω ξεχάσει τίποτα. Θυμάμαι τα πάντα. Ευτυχώς ακόμα…»
* Η Κατερίνα Λέχου υποδύεται την Καίτη στη σειρά 42 Βαθμοί Κελσίου, την οποία μπορείς να βρεις στην πλατφόρμα της Cosmote TV, με τα 8 επεισόδια να είναι διαθέσιμα δωρεάν για την on demand υπηρεσία
** Φωτογραφίες: Παναγιώτης Τζάμαρος/Intime