Αν τον ακούσει κανείς στο τραγούδι «Τα παιδιά της γειτονιάς σου» ή στο «Μαντίλι Καλαματιανό», θα μαγευτεί. Ο Αντώνης Διαμαντίδης (ή Χατζηδιαμαντίδης) συγκαταλέγεται στους κορυφαίους Έλληνες ερμηνευτές όλων των εποχών. Πόσοι αλήθεια τον γνωρίζουν;
Ακόμα και οι πιο μυημένοι, βέβαια, τον ξέρουν με το παρατσούκλι του. Νταλγκάς! Εκ του τουρκικού “dalga” που σημαίνει «κύμα», απόρροια της κυματιστής φωνής του. Γεννηθείς στο προάστιο Αρναούτκιοι της Κωνσταντινούπολης εν έτει 1892.
Ο Αντώνης προερχόταν από ευκατάστατη οικογένεια και ήταν το τρίτο παιδί της. Είχαν προηγηθεί η Κατερίνα και η Ελένη. Παράλληλα, με το σχολείο βοηθούσε τον εμποροράπτη πατέρα του και είχε αποκτήσει γνώση του επαγγέλματος, όμως, εκείνος ήταν κομμένος και… ραμμένος για άλλες καταστάσεις.
Θαύμαζε τους σπουδαίους Έλληνες και Τούρκους ερμηνευτές, εξ ου και οι καθημερινές επισκέψεις του στα εξοχικά κέντρα της Κωνσταντινούπολης. Ακούγοντας μαντολίνα και κιθάρες στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, απέκτησε την έντονη επιθυμία για να ασχοληθεί με το αντικείμενο. Αυτές οι ορχήστρες ήταν που του έβαλαν τον σπόρο.
Κάποιο βράδυ γύρω στο 1910, ένας μουσικός τον ρώτησε αν ξέρει κανένα τραγούδι. Ο Αντώνης απάντησε καταφατικά και ανέβηκε στο πάλκο. Ήταν το έναυσμα για μία μαγική πορεία, δεδομένου ότι ξετρέλανε τους παρευρισκόμενους. Αμέσως έγινε μέλος του σχήματος.
Διψασμένος και ταλαντούχος καθώς ήταν, το νεαρό Ελληνόπουλο έμαθε γρήγορα κιθάρα και ούτι. Όχι μόνο οι συμπατριώτες του, αλλά και οι Τούρκοι έσπευδαν για να τον ακούσουν. Η φήμη του εξαπλώθηκε άμεσα, διότι μπορούσε να ερμηνεύσει με ευχέρεια όλους σχεδόν τους τύπους του αμανέ.
Σύμφωνα με μαρτυρίες συναδέλφων του, στην αρχή έπαιζε ούτι και στη συνέχεια εννιάχορδη κιθάρα, ενώ παράλληλα η σύνθεση και η στιχουργική δεν τον άφηναν ασυγκίνητο.
Μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή, ο Νταλγκάς είχε περιοδεύσει στη Σμύρνη και σε άλλες πόλεις των παραλίων, χωρίς να αποκλείεται το ενδεχόμενο επίσκεψής του στην Ελλάδα, αφού τραγουδούσε στο υπερωκεάνιο «Μέγας Αλέξανδρος», το οποίο μετέφερε συμπατριώτες του μετανάστες προς τις ΗΠΑ.
Γιώργος Σαβαρής, Γιώργος Βιδάλης, Στέφανος Μακρής, καθώς και πολλά μέλη της Σμυρνέικης Εστουδιαντίνας του Γιώργου Σιδερή, αποτελούν μερικούς από τους επώνυμους συνεργάτες του εκείνη την περίοδο.
Στο μεταξύ, τρία χρόνια πριν από την Καταστροφή, ο Νταλγκάς παντρεύτηκε στην Κωνσταντινούπολη την Αργυρώ Νικολάου και απέκτησαν μια κόρη, την Άννα.
Όταν έγιναν τα γεγονότα της Σμύρνης, έγραψε στην οικογένειά του να φύγει. Η συνάντησή τους στην Ελλάδα έγινε εντός του 1922. Αρχικά, εγκαταστάθηκαν στον Πειραιά και εν συνεχεία στα Πετράλωνα.
Ο Νταλγκάς συχνάζει στο στέκι «Το καφενείον η Μικρά Ασία». Γνωρίζεται με μουσικούς και παίρνει σβάρνα τα κέντρα της εποχής. Παράλληλα, συνεργάζεται με τα σπουδαιότερα ονόματα, όπως αυτά των Δημήτρη Σέμση, Κώστα Τζόβενου, Σπύρου Περιστέρη, Κώστα Καρίπη, Μήτσου Αραπάκη, Γιάννη Δραγάτση ή Ογδοντάκη, Γρηγόρη Ασίκη και Παναγιώτη Τούντα.
Η αγγλική “His Master’s Voice” είναι η πρώτη δισκογραφική εταιρεία που υπογράφει συμβόλαιο (από το 1925 έως το 1932), καταγράφοντας τουλάχιστον 236 τραγούδια.
Στο ενδιάμεσο, συγκεκριμένα από το 1927 μέχρι και το 1930, συνεργάζεται με τη γαλλική “Pathé” και με τη γερμανική “Polydor“, ερμηνεύοντας περίπου 50 και 40 εκτελέσεις αντίστοιχα.
Παράλληλα, μεταξύ 1926 και 1930, φωνογραφεί σχεδόν 50 τραγούδια με την αγγλική Columbia.
Επίσης, ανάμεσα στο 1930 και το 1933, συνεργάζεται με την ελληνική -πλέον- version της Columbia, με την Οdeon και με την Parlophone, καταγράφοντας 20, 20 και 10 τραγούδια αντίστοιχα.
Τέλος, μεταξύ του 1930 και του 1932, φωνογραφεί για την αμερικανική αγορά δίσκων με την R.C.A. Victor, ενώ θα πρέπει να προστεθούν και δέκα ακόμη εκτελέσεις της περιόδου 1939-40.
Συνολικά η δισκογραφική δουλειά του Αντώνη Νταλγκά ξεπερνά τα 450 τραγούδια, εκ των οποίων 60 περίπου είναι δικές του δημιουργίες.
Γρηγόρης Ασίκης, Γιώργος Βιδάλης, Ρόζα Εσκενάζυ, Ζαχαρίας Κασιμάτης, Νίκος Γούναρης, Χρυσούλα Στίνη, Ρίτα Αμπατζή και Στελλάκης Περπινιάδης, αποτελούν μερικούς από τους θρύλους που ερμηνεύουν δικά του δημιουργήματα.
Από το 1925 μέχρι το 1933, ο Νταλγκάς τραγούδησε σμυρνέικα/μικρασιάτικα, αμανέδες, ρεμπέτικα και δημοτικά. Έκτοτε απομακρύνθηκε προσωρινά από τη δισκογραφία και με την επιστροφή του επικεντρώθηκε στα ελαφρά τραγούδια της Εστουδιαντίνας. Δηλαδή, καντάδες, ρομάντζες, επιθεωρησιακά κ.ά, όπως είχαν προσαρμοστεί στα δεδομένα της δεκαετίας του 1930.
Η αριστοκρατική ταβέρνα «του Γιούλη» στο Κουκάκι, αποτέλεσε τον βασικό χώρο που εμφανιζόταν εκείνα τα χρόνια. Εύποροι κύριοι, συνοδεία καλοντυμένων συντρόφων, απολάμβαναν ποικιλία ψαρικών. Ακόμη και το βασιλικό ζεύγος επισκεπτόταν συχνά το γνωστό αυτό στέκι.
Να σημειωθεί ότι τότε ο Νταλγκάς τραγουδούσε με τον μετέπειτα γαμπρό του, τον Φίλανδρο Μάρκου, ο οποίος το 1946 παντρεύτηκε την κόρη του.
Παράλληλα, ο εμβληματικός Κωνσταντινουπολίτης συνέχισε να τραγουδά σε γιορτές και πανηγύρια, αποκτώντας σημαντική περιουσία. Μεταξύ άλλων, αγόρασε τέσσερις μονοκατοικίες σε διάφορες περιοχές της Αθήνας. Δυστυχώς όλες χάθηκαν την περίοδο της Κατοχής, προκειμένου να επιβιώσει η οικογένειά του και οι φίλοι του.
Ο Νταλγκάς κατέβηκε μια για πάντα από το πάλκο το 1941, όταν τα γερμανικά στρατεύματα εισέβαλαν στην Ελλάδα. Έπεσε σε βαθιά μελαγχολία και η απελευθέρωση δεν αρκούσε για να τον επαναφέρει. Το βιολογικό του τέλος ήρθε στις αρχές του 1945.
Η μνήμη του, όμως, δεν θα πεθάνει ποτέ. Οι καλλιτέχνες αυτού του τόπου οφείλουν να τον μελετούν και να διασώζουν την παρακαταθήκη του. Πρόκειται για μία από τις πλέον καταλυτικές προσωπικότητες από τη Μικρά Ασία, που διαμόρφωσαν το ύφος του νεότερου τραγουδιού.