Το θηρίο της πισίνας: Ο Έλληνας ηθοποιός που ήταν απ’ τους καλύτερους πολίστες του ΠΑΟ, έβαλε το πάθος του πάνω απ' όλα

Η μάχη με το σανίδι ήταν άνιση...

Για να φτάσει να γίνει κάποιος ηθοποιός είναι συνήθως ανήσυχο πνεύμα, ανοιχτό σε προκλήσεις και πειραματισμούς. Δεν είναι de facto η υποκριτική το πρώτο πάθος που είχε, άλλωστε πολλές φορές για να διαμορφωθεί μια καλλιτεχνική φλέβα χρειάζεται πρώτα να δοκιμαστούν (και να απορριφθούν) άλλες δραστηριότητες.

Σε κάποιες περιπτώσεις αυτή η δραστηριότητα ήταν ο αθλητισμός. Ξέρουμε ότι ο Μάνος Κατράκης έπαιξε για ένα φεγγάρι μπάλα στον Αθηναϊκό και ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος στον Παναιγιάλειο, καθώς και ότι ο Νίκος Κούρκουλος εγκατέλειψε την ποδοσφαιρική ομάδα του Παναθηναϊκού σε ηλικία 21 ετών για να μπει στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Η Μέμα Σταθοπούλου και ο σύγχρονος Τάσος Νούσιας έκαναν στίβο, ενώ υπάρχει και ένας ηθοποιός που φλέρταρε έντονα με τον υγρό στίβο.

Ο Γιάννης Μποσταντζόγλου συγκεκριμένα, υπήρξε πολίστας του Παναθηναϊκού και ένας από τους λόγους στους οποίους οφείλεται η σωματική διάπλαση του ήταν η κολύμβηση. Ο γνωστός ηθοποιός, με διακριτικό τη βραχνή φωνή του, έχει συμμετάσχει σε πληθώρα ταινιών, θεατρικών παραστάσεων και τηλεοπτικών σίριαλ, ερμηνεύοντας χαρακτηριστικούς ρόλους. Είναι γιος του Χρύσανθου (Μέντη) Μποσταντζόγλου, που ως σκιτσογράφος, γελοιογράφος, θεατρικός συγγραφέας, στιχουργός και ζωγράφος έγινε πασίγνωστος με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Μποστ.

Ο Μποσταντζόγλου ακολούθησε τον μεγαλύτερο αδερφό του, Κώστα, στον Παναθηναϊκό, στα μέσα της δεκαετίας του ’60. Ο Κώστας έγινε αργότερα γραφίστας και συγγραφέας βιβλίων και θεατρικών έργων, ακολουθώντας τα χνάρια του πατέρα του. Προηγήθηκε όμως η ιδιότητα του δεινού κολυμβητή, που κατέκτησε πέντε μετάλλια σε πανελλήνια πρωταθλήματα (100μ. και 200μ. πεταλούδας), παίζοντας παράλληλα πόλο στους «πράσινους» έως τα μέσα της δεκαετίας του ’70.

Από το 1966 έως το 1974 ο Παναθηναϊκός ήταν τρίτη δύναμη στο ελληνικό πρωτάθλημα (πίσω από Εθνικό και Ολυμπιακό), με τον Γιάννη να ξεκινάει από την εφηβική ομάδα στη θέση του τερματοφύλακα και να χρίζεται κεντρικός με την «προαγωγή» του στους άνδρες. Ο αδερφός του ήταν φουνταριστός, ενώ ο προπονητής με τον οποίο το «τριφύλλι» έφτασε πιο κοντά στο να απειλήσει την κυριαρχία του Εθνικού ο Γιουγκοσλάβος Βίγκο Τσβιέτκοβιτς.

«Ήμασταν μονίμως τρίτοι στο πρωτάθλημα και γύρω στο 1970 είχε έρθει ένας προπονητής που είχε βγάλει τους εφήβους Γιουγκοσλαβίας παγκόσμιους πρωταθλητές. Μετά από έξι μήνες φτάσαμε να χάνουμε πολύ δύσκολα από τον Εθνικό και τον Ολυμπιακό, συνήθως με ένα γκολ διαφορά. Κάποια στιγμή όμως ο σύλλογος δεν τον πλήρωσε, ο προπονητής έφυγε και εμείς πέσαμε ξανά από την τρίτη θέση και κάτω», έχει δηλώσει στην εκπομπή «Ενώπιος Ενωπίω» για την καριέρα του με το πράσινο σκουφάκι ο Κώστας Μποσταντζόγλου.

Ο ηθοποιός καταπιάστηκε με αρκετά ακόμα σπορ, όπως την πάλη (έφτασε μέχρι και την προεθνική), το ακόντιο, το δέκαθλο και την πυγμαχία. Μόνο στο σανίδι και την υποκριτική όμως στέριωσε. Άλλωστε αυτά τα αθλήματα δεν ήταν επαγγελματικά (ούτε καν το μπάσκετ) εκείνη την εποχή. Παράλληλα με το πόλο ξεκίνησε να σπουδάζει στο Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν, καθώς η επιρροή από τον πατέρα του και το περιβάλλον αυτού αποδείχτηκε κομβική για τον επαγγελματικό προσανατολισμό του.