«Φάε κι όταν έχεις μας πληρώνεις»: Το μαγαζί με τις θρυλικές «τσιμπούκες» που λάτρεψε όλη η Νέα Σμύρνη

Μια μοναδικά «νόστιμη» ιστορία που όσοι βίωσαν δεν ξέχασαν ποτέ

Καθώς τα χρόνια περνάνε, οι αναμνήσεις ξεθωριάζουν, χάνονται. Τι δεν ξεχνάς ποτέ; Αυτά που σε σημάδεψαν, αυτά που σε έκαναν πραγματικά ευτυχισμένο. Σε αυτό το πλαίσιο προφανώς εντάσσονται και στιγμές γαστρονομικής απόλαυσης. Και κάπως έτσι επανέρχεται σε αυτές τις γραμμές στο πλάνο ένα από τα πλέον θρυλικά μαγαζιά της (κάπως πιο) παλιάς Αθήνας. Το θρυλικό μπεργκεράδικο – σαντουιτσάδικο Twins. Αλλοτινό καμάρι για τη Νέα Σμύρνη, σημείο αναφοράς στα 80’s – και αρκετά των 90’s.

Δεν χρειάζεται να είναι κάτι γκουρμέ για να σε μαγέψει. Χρειάζεται, πρώτα και κύρια, να είναι φτιαγμένο από «μαστόρους», από ανθρώπους που αγαπάνε τη δουλειά τους και φροντίζουν να σερβίρουν στους πελάτες τους το καλύτερο δυνατό. Κάτι που ίσχυε απόλυτα στη συγκεκριμένη περίπτωση,

Το Twins, καταπώς το όνομα αποκαλύπτει, το είχαν δίδυμα αδέλφια. Κεφαλονίτες, Ζησιμάτος το επώνυμο τους. Είχαν περάσει χρόνια ως μετανάστες στην Αυστραλία, εκεί είδαν και έμαθαν πράγματα για την κουλτούρα του street food που τότε δεν είχαμε στην Ελλάδα ή έστω υπήρχε σε πολύ μικρή κλίμακα. Επιστρέφοντας λοιπόν στην πατρίδα μετουσίωσαν τη γνώση σε μια δική τους επιχείρηση, στη Νέα Σμύρνη. Ξετρελαίνοντας τον κόσμο με τις γευστικές τους προτάσεις. Όπως οι θρυλικές «τσιμπούκες», ήτοι μπέργκερ με τυρί, τηγανητά αυγά και μπέικον. Αξέχαστο μέρος του μενού και τα κάθε λογής σάντουιτς, οι ομελέτες, τα κεφτεδάκια, ενώ ήταν από τους πρώτους στην Ελλάδα που σέρβιραν μπίρα σε παγωμένα ποτήρια καθώς και παγωτό μηχανής.

Εκείνη την εποχή, τα μπεργκεράδικα κάθε άλλο παρά διαδεδομένα ήταν. Για έναν νεότερο θα φάνταζε σαν δυστοπία. Με την έννοια πως δεν υπήρχε κατά διάνοια η πληθώρα επιλογών που υπάρχει τώρα. Χωρίς να είμαστε σίγουροι – πώς θα μπορούσαμε άλλωστε; – έχουμε την αίσθηση ότι αν το Twins λειτουργούσε ακόμα, θα έβρισκε τρόπο να σταθεί αξιοπρεπώς στην αγορά, να υπάρξει με τους όρους του και να κρατήσει φανατικό κοινό. Καθότι έκανε ένα πράγμα πιο σωστά από οτιδήποτε άλλο: Σε αντιμετώπιζε ως φίλο περισσότερο από πελάτη. Σου σέρβιρε πράγματα που πληρούσαν στο ακέραιο συγκεκριμένα, αυστηρά ποιοτικά στάνταρ. Στη φιλοσοφία του «ό,τι δίνω στον κόσμο, το τρώω και το ευχαριστιέμαι πρώτος εγώ».

Στη σελίδα, στο Facebook, της ομάδας Νέα Σμύρνη – Η ιστορία της πόλης μέσα από φωτογραφίες βρίσκει κανείς την εξής ιστορία από την εποχή του Twins. Την παραθέτουμε αυτούσια καθώς πέρα από απολαυστική, νοσταλγική και σε ένα βαθμό συγκινητική, δείχνει ακριβώς τι ήταν το Twins: «Ήταν απίστευτοι και κύριοι με όλη την έννοια της λέξης (σ.σ.: οι 2 ιδιοκτήτες). Θυμάμαι που είχα βγει ραντεβού (17 ετών τότε) με μια κοπέλα και πήγαμε για φαγητό και ξαφνικά ανακαλύπτω ότι δεν έχω μία επάνω μου. Η ντροπή ξεχείλιζε. Πάω λοιπόν και τους λέω τι μου συμβαίνει. “Μη στεναχωριέσαι παλικάρι μου, απόλαυσέ το και μου τα φέρνεις όποτε μπορείς και έχεις”. Και μας φέρνει δώρο και δύο μπίρες». Θα μπορούσε αυτό να συμβεί σήμερα; Ρητορικό το ερώτημα. Αυτή η εποχή πέρασε, ανεπιστρεπτί.

Στο Twins όμως τότε, έτσι ήταν τα πράγματα. Απλά, ανθρώπινα, αυθεντικά. Οι ιδιοκτήτες έκαναν χαβαλέ με τους πελάτες, τους πείραζαν καλοπροαίρετα, συμπεριφερόντουσαν σαν πατρικές φιγούρες στους νεότερους. «Σου φτιάχνω το καλύτερο» ήταν η μόνιμη επωδός τους ενώ παρασκεύαζαν τα καλούδια τους, πάντα με το χαμόγελο στα χείλη. Διάσημοι και μη, όλη η Νέα Σμύρνη πέρασε απ’ αυτό το μαγαζί – πολλές φορές.

Και μια μέρα, ξαφνικά, το Twins έπαψε να υπάρχει. «Σας ευχαριστούμε για την προτίμησή σας όλα αυτά τα χρόνια» έγραψε το λιτό μήνυμα που κόλλησαν στην τζαμαρία. Ένα λιτό αντίο όπως ταίριαζε σε ένα μαγαζί που ποτέ δεν μεγαλοπιάστηκε, που από την πρώτη ως την τελευταία στιγμή κοίταξε στα μάτια τους πελάτες του.

Πηγή φωτογραφίας: exapsalmo.blogspot.com