Το βρετανικό κινηματογραφικό περιοδικό Sight & Sound δημοσίευσε τη λίστα με τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Πρόκειται για μία βαρυσήμαντη λίστα που ανανεώνεται κάθε δέκα χρόνια και προκύπτει μέσα από ψηφοφορία διακεκριμένων κριτικών κινηματογράφου και ακαδημαϊκών. Φέτος μάλιστα, στο δημοψήφισμα έλαβαν μέρος 1639 ψηφίσαντες, όταν το 2012 είχαν συμμετέχει μόλις 846.
Ο θεσμός ξεκίνησε το 1952 και στην πρώτη ψηφοφορία καλύτερη ταινία είχε αναδειχθεί ο “Κλέφτης Ποδηλάτων” το Βιτόριο ντε Σίκα. Έκτοτε για πέντε δεκαετίες στην κορυφή βρισκόταν σταθερά ο “Πολίτης Κέιν” του Όρσον Γουέλς. Το 2012 εκτοπίστηκε για πρώτη φορά από το “Vertigo” του Αλφρεντ Χίτσκοκ, όμως φέτος έγινε η απόλυτη ανατροπή με το “Jeanne Dielman, 23, quai du Commerce, 1080 Bruxelles” της Βελγίδας Σαντάλ Ακερμάν.
Είναι η πρώτη φορά που ένα έργο με σκηνοθέτη γυναίκα φτάνει στην πρώτη δεκάδα και μάλιστα καταλαμβάνει την κορυφή. Το “Jeanne Dielman” είναι μία δραματική ταινία του 1975, όχι ιδιαίτερη γνωστή στο ευρύ κοινό.
Με συγκρατημένο ρυθμό και στατική κάμερα η Ακερμάν απεικονίζει τρεις μέρες από την καθημερινή ρουτίνα μίας χήρας νοικοκυράς, η οποία καθαρίζει το σπίτι της, μαγειρεύει, διαβάζει το γιο της και τα απογεύματα δέχεται άντρες στο σπίτι της για τα προς το ζην.
Η καταθλιπτική επαναληπτικότητα της ηρωίδας μοιάζει αρχικά αφάνταστα βαρετή, όμως αν ξεπεράσεις το αρχικό σοκ θα αρχίσεις να αντιλαμβάνεσαι ότι η δύναμη της συγκεκριμένης ταινίας πηγάζει σε σημαντικό βαθμό από τη λιτότητα, την υπομονή και την ακραία πειθαρχία της.
Σε μία καλοκουρδισμένη ρουτίνα, η παραμικρή αλλαγή μπορεί να εξελιχθεί στην αρχή της κατάρρευσης, ώσπου έρχεται το σοκαριστικό και λυτρωτικό φινάλε για τον θεατή.
Το “Jeanne Dielman” έχει χαρακτηριστεί ως πρότυπο του είδους για τον αργό κινηματογράφο. Με ελάχιστους διαλόγους η Ακερμάν περιγράφει βασανιστικά τρεις μέρες από την καθημερινότητα μίας μέσης Βελγίδας νοικοκυράς για να μας αποδείξει ότι η ανδρική οπτική για τις γυναίκες είναι απολύτως ψεύτικη.
«Σε μια ταινία που αποδίδει την καταπίεση των γυναικών, η Aκερμάν μεταμορφώνει το σινεμά, που τόσο συχνά έχει λειτουργήσει ως όργανο αυτής της καταπίεσης, σε δύναμη απελευθέρωσης και δημιουργεί ένα είδος λεξικού της οικιακής κινησιολογίας, τοποθετώντας αυτή την αόρατη κουλτούρα στο κέντρο της τέχνης», έγραψε για την ταινία η κορυφαία θεωρητικός του κινηματογράφου Laura Mulvey.
Το φιλμ διαρκεί 3 ώρες και 21 λεπτά και ουσιαστικά πρόκειται για ένα εξοντωτικό πείραμα, το οποίο αποτέλεσε σταθμό για το φεμινιστικό σινεμά και δεν επιτρέπεται να μη το έχεις δει.