Δεν γνωρίζουμε ποια είναι τα στάνταρ του κοινού όταν ακούνε για ταινίες όπως το Ghosted, αλλά πολλές φορές αναρωτιόμαστε πώς γίνεται αυτή η ταινία να δέχεται τόσο κακή βαθμολογία και να την περιγράφουν σαν να είναι χειρότερη κι από το The Room.
Προφανώς και δεν είναι καμία ταινιάρα. Ούτε γενικά ούτε για το είδος της. Από τόσες και τόσες ταινίες που είναι ίδιας λογικής τα τελευταία χρόνια, δεν μπαίνει καν στις 20 καλύτερες. Δεν είναι δηλαδή το Extraction ή το The Gray Man ή το Red Notice.
Οκ, αυτό δε σημαίνει πως είναι και για πέταμα. Εκτός κι αν κάποιος ακούει για ταινία με τον Κρις Έβανς και την Άνα ντε Άρμας και περιμένει να δει καμιά σπουδαία ταινία δράσης, εφάμιλλη των ταινιών του Τομ Κρουζ ή, έστω, του Στέιθαμ.
Το Ghosted δεν είναι κάτι παραπάνω από λίγο καλύτερο Murder Mystery. Λίγο καλύτερο από το 2ο και λίγο χειρότερο από το πρώτο. Έχει ας πούμε κάποια κομμάτια σε αυτές τις δύο ώρες που είναι αρκετά άκυρα. Όπως η σκηνή που εμφανίζονται απανωτά οι τρεις κυνηγοί επικηρυγμένων και σκοτώνουν ο ένας τον άλλον. Όχι ότι ενοχληθήκαμε που δεν είδαμε παραπάνω τον Άντονι Μάκι και τον Σεμπάστιαν Σταν. Και πολύ τους ήταν εδώ που τα λέμε.
Αλλά δεν είναι και μια ταινία «φόλα» από το πρώτο ως το τελευταίο λεπτό για να βλέπουμε ένα 28% στο Rotten Tomatoes και κάτω από 6.0 στο IMDB. Κυρίως όμως το πρώτο. Πάνω κάτω, η βαθμολογία της εκεί κυμαίνεται, στο 6 με 6.5 αν είσαι τρομερά επιεικής και σε τυφλώνει ο έρωτας για την Άνα ντε Άρμας και τον Κρις Έβανς που είναι τω όντι ταιριαστό δίδυμο.
Είναι ωραία εδώ η συνθήκη να έχει η Άρμας τον ρόλο της πράκτορα, της πιο μπαρουτοκαπνισμένης στο ξυλίκι και στα πιστολίδια, και ο Έβανς αυτόν του εντελώς άσχετου που απλά τυγχάνει να βγει ραντεβού με την Άρμας και είναι ο κλασσικός κολλιτσίδας που με ένα ραντεβού σκέφτεται γάμους και οικογένεια.
Από κει παίρνει και τον τίτλο η ταινία. Η Σέιντι (Άρμας) πάει να αγοράσει από μια υπαίθρια αγορά ένα λουλούδι και καλύπτει για λίγο την ιδιοκτήτρια του πάγκου ο Κόουλ (Έβανς), ο οποίος αρνείται να της δώσει φυτό γιατί του λέει πως λείπει από το σπίτι της πολύ. Τελικά, παίρνει έναν κάκτο από την ιδιοκτήτρια, η οποία λέει στον Κόουλ ότι φλέρταραν και καταλήγει να της ζητήσει ραντεβού.
Βγαίνουν, τα βρίσκουν και ο Κόουλ, ένας αγρότης που ασχολείται με τα φυτά στον κήπο της οικογένειας του, αρχίζει το στενό μαρκάρισμα στέλνοντας απανωτά μηνύματα, αλλά απάντηση δεν παίρνει.
Κάποια στιγμή συνειδητοποιεί ότι έχει αφήσει το μηχάνημα για το άσθμα του στην τσάντα της και έχει εξάρτημα εντοπισμού. Οπότε την εντοπίζει στο Λονδίνο και ως κλασσικός creepy βδέλας πάει να την βρει. Εκεί όμως, θα έρθει αντιμέτωπος με την αλήθεια, η οποία είναι ότι η Σέιντι είναι πράκτορας της CIA και έχει εμπλακεί σε μια αποστολή που ανατρέπει τα πάντα.
Από αυτό το σημείο και μετά η πλοκή εξελίσσεται με τρόπο που δεν έχει κάτι το έντονο, κάτι να κλιμακώσει, ακόμα και η σκηνή στο εστιατόριο, έχει ψήγματα αγωνίας για τον θεατή. Βασίζεται περισσότερο σε αυτή την αντίθεση της τολμηρής και έμπειρης Σέιντι με τον ρομαντικό και έξω απ΄όλα αυτά Κόουλ.
Ο Κρις Έβανς είναι αυτός που ερμηνευτικά με τις καλές ατάκες που του έχει δώσει το σενάριο, κρατάει ένα επίπεδο, η Άρμας χάνεται εντελώς και χωρίς τις σκηνές μάχης, ίσως και να μην έχει κάτι να τη θυμάσαι.
Ισχύουν όλα αυτά. Αλλά δεν είναι επαρκή για να πεις ότι η ταινία είναι απ’ αυτές που θα τις δεις και θα πεις ότι έχασες δύο ώρες από τη ζωή σου για το τίποτα. Είναι ευχάριστη, έχει και κάποιες ωραίες σκηνές, όπως αυτή στο αεροπλάνο, έχει κάποιες πιο τραβηγμένες, όπως αυτή το βανάκι που οδηγάει η Άρμας.
Το Ghosted (στο Apple TV) είναι τελικά μια ταινία που δεν έπεσε πολύ κάτω από το αναμενόμενο, ακριβώς γιατί δεν υποσχέθηκε κάτι το τρομερά παραπάνω απ’ αυτό που είναι.