Έκοψε περίπου ίσο αριθμό εισιτηρίων με ταινίες όπως «Υπολοχαγός Νατάσα», «Η αρχόντισσα και ο αλήτης», «Η δασκάλα με τα ξανθά μαλλιά». Είναι η 4η εμπορικότερη του 20ου αιώνα στην Ελλάδα κι όμως ελάχιστοι την θυμούνται… Μετά την πτώση της Χούντας δεν παίχτηκε ποτέ ξανά, αν και πέρα της τεράστιας εισπρακτικής επιτυχίας, σάρωσε και στα βραβεία του Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης…
«Οι καλύτεροι Έλληνες ηθοποιοί. Χιλιάδες κομπάρσοι. Μεγαλειώδες θέαμα. Περιπέτεια. Δράση. Αγωνία. Δράμα. Και πάνω απ’ όλα: Αλήθεια!». Με αυτά τα λόγια περιγράφεται στο trailer από «ταινίες προσεχώς», όπως συνέβαινε στα σινεμά, η ταινία «Στα σύνορα της προδοσίας» που διέλυσε το ελληνικό box office το 1968.
Υπό κανονικές συνθήκες ακόμη και σήμερα, 56 χρόνια μετά την πρώτη προβολή της, όλοι θα έπρεπε να μιλούν για αυτήν. Κι όμως, μάλλον δεν την θυμάται κανένας άλλος πέρα των περίπου 800.000 ανθρώπων που την είδαν εκείνη την σεζόν στις αίθουσες των κινηματογράφων της ελληνικής επικράτειας.
Και αυτό διότι θεωρήθηκε (κι εδώ που τα λέμε ήταν) ένα προϊόν που λειτούργησε ως βούτυρο στο ψωμί της προπαγάνδας για την Χούντα των Συνταγματαρχών, που δεν θέλησε να αφήσει μια τέτοια ευκαιρία «διαπαιδαγώγησης» των Ελλήνων να πάει χαμένη.
Όπως διαβάζουμε στην περιγραφή του φιλμ -σκηνοθεσίας του Ντίμη Δαδήρα– και σύμφωνα με το σενάριο το οποίο υπογράφει ο Σταμάτης Φιλιππούλης (πάνω σε μια ιστορία του Αντώνη Δαυίδ): Ένας μυστικός πράκτορας των Σοβιετικών, που δουλεύει στην KGB, ο Γκιόργκι Δημήτριεβιτς (Κώστας Πρέκας), έρχεται στην Ελλάδα για να αποσπάσει πληροφορίες για μια μυστική βάση του ΝΑΤΟ. Θα συναντήσει μια γυναίκα (Βέρα Κρούσκα) που μένει κοντά στη βάση, αλλά και μια δασκάλα (Καίτη Παπανίκα) από ένα χωριό εκεί κοντά.
Όμως εξάδελφος της δασκάλας είναι ο ταγματάρχης της ελληνικής αντικατασκοπίας Κώστας Δήμου (Ανδρέας Μπάρκουλης), ο οποίος συλλαμβάνει τον κατάσκοπο. Στη δίκη που θα ακολουθήσει αποκαλύπτεται η τραγική αλήθεια. Δηλαδή ότι ο Έλληνας στρατιωτικός και ο σοβιετικός κατάσκοπος είναι αδέλφια, αφού ο δεύτερος είχε φύγει από τη χώρα ως παιδί, όπως και πολλοί άλλοι από το «παιδομάζωμα των κομμουνιστών» την περίοδο του εμφυλίου πολέμου. Φυσικά, ομολογεί και μετανιώνει για τις πράξεις του και την προδοσία σε βάρος της «μητέρας πατρίδος».
Εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι η ιστορία εδώ λέγεται από την πλευρά και την οπτική που επιθυμούσε το καθεστώς. Το οποίο βεβαίως στάθηκε αρωγός σε πολλές ανάλογες παραγωγές της εποχής, χωρίς βέβαια ποτέ καμία άλλη να γίνει τόσο μεγάλη επιτυχία. Κι αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς (προσοχή: όχι «ισαποστάκηδες», αλλά απλά ειλικρινείς), μάλλον αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι αρκετοί Έλληνες είχαν βιώσει έτσι τα γεγονότα του εμφυλίου.
Προφανώς η κάθε ιστορία είναι διαφορετική και υπάρχει τεράστια αλήθεια και στην απέναντι πλευρά, που έβλεπε τους «απέναντι» ως «ταγματασφαλίτες» και «γερμανοτσολιάδες», αλλά για τους δεξιούς της εποχής αυτοί ήταν οι «ΕΑΜοβούλγαροι» και «κομμουνιστοσυμμορίτες». Κι έτσι, με αυτές τις ταμπέλες, η ελληνική κοινωνία πορεύτηκε για δεκαετίες…
Ωστόσο για την Χούντα υπήρχε μόνο μία ανάγνωση. Αυτή που περιγράφεται στην παραγωγή του Ελληνοαμερικανού Τζέιμς Πάρις, που γύρισε πολλά τέτοια «εθνικοπατριωτικά» φιλμ την περίοδο της δικτατορίας, η οποία του παρείχε κάθε είδους εξυπηρέτηση στην προσπάθειά της να προπαγανδίσει.
Για παράδειγμα, του παραχώρησε το κτίριο της Βουλής για τις σκηνές του στρατοδικείου και έκλεισε δρόμους για τα γυρίσματα και ουσιαστικά του έδωσε πρόσβαση οπουδήποτε, αρκεί το storyline να παρέμενε όπως η Χούντα επιθυμούσε.
Διόλου τυχαία, η επίσημη πρεμιέρα ορίστηκε για τις 28 Οκτωβρίου 1968 και τελικά το φιλμ έσπασε τα ταμεία. Από τα συνολικά 711.051 εισιτήρια είναι προφανές ότι άγγιξε σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού που ενδεχομένως ήταν κοντά στις ιδέες των Συνταγματαρχών, οι οποίοι βέβαια ήταν ακόμη φρέσκοι στην εξουσία την οποία είχαν υφαρπάξει λίγους μήνες νωρίτερα και ακόμη δεν είχαν δείξει το πραγματικό πρόσωπό τους, σε όλο του το… «μεγαλείο».
Μάλλον αναμενόμενα, η ταινία «Στα σύνορα της προδοσίας» σάρωσε και στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης κερδίζοντας το βραβείο αρτιότερης παραγωγής (Τζέιμς Πάρις), σκηνοθεσίας (Ντίμης Δαδήρας), Α΄ανδρικού ρόλου (Κώστας Πρέκας) και Β’ γυναικείου ρόλου με την Ίλυα Λιβυκού, η οποία ενώ απέσπασε το ίδιο βραβείο για την ερμηνεία της στο Φεστιβάλ Cambridge Boston στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής το 1969.
Μέχρι το 2000 ήταν στην 4η θέση των εμπορικότερων ταινιών όλων των εποχών στην Ελλάδα, αλλά και σήμερα παραμένει ακόμη στην κορυφαία 10άδα! Παρά ταύτα, μετά την πτώση της Χούντας έμεινε θαμμένο στα συρτάρια καθώς θεωρήθηκε προϊόν προπαγάνδας (μόνο και μόνο η σκηνή με τον Μπάρκουλη να φορά τη στολή της μισητής ΕΣΑ αρκεί) και δεν μεταδιδόταν ποτέ και πουθενά, με ελάχιστες εξαιρέσεις…