Μάιος 1940. Ένας πόλεμος που θα μείνει στην Ιστορία ως ο Δεύτερος Παγκόσμιος μόλις έχει ξεκινήσει. Η ναζιστική Γερμανία έχει πάρει φόρα και δείχνει τα δόντια της: οι στρατιωτικές δυνάμεις της ξεκινάνε την επέλασή τους εναντίον της Γαλλίας και του Βελγίου. Στη Μεγάλη Βρετανία επικρατεί αναβρασμός.
Η διαμορφωμένη κυβέρνηση συνασπισμού που κυβερνά το πιο υπεροπτικό νησί του κόσμου περνάει κρίση ηγεσίας. Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, ένας από τους πιο αμφιλεγόμενους πολιτικούς της και φανατικός αρνητής της πεποίθησης πως η παγκόσμια κρίση που έχει προκαλέσει η πολιτική του Χίτλερ μπορεί να ξεπεραστεί μέσω «διαπραγματεύσεων», αναλαμβάνει πρωθυπουργός.
Παλιός στρατιωτικός και «ανίκανος ακόμα και να πει την λέξη “Ειρήνη”» όταν μιλάει για την ναζιστική Γερμανία, τίθεται ενώπιον ενός τεράστιου διλλήματος. Ενώ τα αγγλικά στρατεύματα είναι εγκλωβισμένα από τους ναζί στην Δουνκέρκη (σε περίπτωση που σας διαφεύγει η ιστορία, μας την διηγήθηκε πρόσφατα ο Νόλαν) και η αγγλική κοινωνία πιέζει για μνημόνιο ειρήνης με τη Γερμανία προκειμένου να γυρίσουν ασφαλείς οι Βρετανοί φαντάροι στα σπίτια τους, ο ίδιος ωθείται να προβεί σε μια κίνηση που αντιλαμβάνεται ως καταστροφική σε επίπεδο προοπτικής.
Φυσικά, ο Τσόρτσιλ θα αποφασίσει την ενεργό εμπλοκή της Μεγάλης Βρετανίας στον πόλεμο με την Γερμανία και η ιστορία θα τον δικαιώσει αλλά το «Darkest Hour», η νέα ταινία με τον Γκάρι Όλντμαν στον ρόλο του ιστορικού ηγέτη της Βρετανίας, αποτυπώνει τα όσα έγιναν στο μεσοδιάστημα ανάμεσα στην ανάληψη της πρωθυπουργίας και την τελική απόφασή του.
Με απλά λόγια, το «Darkest Hour», πολύ περισσότερο από μια πολιτική (και) ιστορική ταινία είναι ένα προσωπικό ψυχογράφημα του Τσόρτσιλ. Μια κατάβαση στις προσωπικές του στιγμές και συγκεκριμένα, τις πιο «σκοτεινές» του στιγμές. Διότι το να έχεις να διαλέξεις ανάμεσα στον θάνατο και τον… θάνατο είναι, αναμφίβολα, μια πολύ σκοτεινή συνθήκη…
Φυσικά, δεν χρειάζεται να πούμε το αυτονόητο (αλλά ας το πούμε): ο Γκάρι Όλντμαν δίνει μια ερμηνεία, η οποία, όχι μόνο λόγω… ερμηνείας καθεαυτής αλλά και εξαιτίας της απίστευτης μεταμόρφωσής του, μοιάζει κομμένη και ραμμένη για Όσκαρ. Ωστόσο, το αν πρόκειται όντως και για μια ερμηνεία πραγματικά άλλου επιπέδου είναι κάτι που μπορεί να συζητηθεί.
Ο Όλντμαν είναι πολύ καλός ηθοποιός και αυτό το γνωρίζουμε. Όταν ένας χαρακτήρας που καλείται να «ζωντανέψει» από τον ίδιο είναι γραμμένος με τέτοιο τρόπο ώστε τον οδηγήσει στα Όσκαρ (ή τέλος πάντων να τον ανακυρήξει απόλυτο φαβορί), θα φέρει εις πέρας την αποστολή του με χαρακτηριστική ευκολία. Δεν είναι κάτι δύσκολο για αυτόν. Γίνεται ωστόσο η υπέρβαση; Εδώ η απάντηση είναι κατηγορηματική: όχι. Και αυτό δεν είναι τόσο πρόβλημα του Όλντμαν, όσο της ίδιας της ταινίας και του σεναρίου της.
Δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί: το «Darkest Hour» έχει έναν παραπλανητικό τίτλο, ο οποίος συνοδεύτηκε από μια εξίσου παραπλανητική προώθηση. Το «σκοτεινό» του πράγματος και η σοβαρότητα μέσα από την οποία φαίνεται πως η ταινία θέλει να προσεγγίσει τα γεγονότα με τα οποία καταπιάνεται, λείπουν χαρακτηριστικά και αυτό γίνεται κατανοητό από τα πρώτα λεπτά. Μην περιμένετε αυτό που νομίζετε: η ταινία πασχίζει να είναι όσο πιο ελαφριά γίνεται και ως εκ τούτου να προσεγγίσει ακόμα και τα πιο αφελή και απολίτικα κοινά που πηγαίνουν σινεμά.
Ο Τσόρτσιλ του Όλντμαν είναι άψογος οπτικά και ερμηνευτικά, αλλά σεναριακά πάσχει. Μοιάζει εξιδανικευμένος χαρακτήρας μιας ταινίας της Disney. Για την ακρίβεια, αυτό ισχύει για όλο το σύμπαν του «Darkest Hour». Φιγούρες ανάλαφρες, ατμόσφαιρα ημι-κωμική και ταυτόχρονα απλοϊκή και, πάνω από όλα, μια τεράστια ένεση βρετανικού πατριωτισμού καμουφλαρισμένη υπό μορφή «παραδοσιακής» βρετανικής «ζεστασιάς» καθορίζει αυτή την (αναμφισβήτητα) τεράστια χαμένη ευκαιρία.
Μοιάζει ο ορισμός του δραματουργικού φάουλ αλλά είναι αλήθεια: μια ταινία που έχει να κάνει με τον Τσόρτσιλ, μια από τις πιο εμβληματικές φιγούρες στην ιστορία της Μεγάλης Βρετανίας και ένα από τα πιο σημαντικά πρόσωπα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, έχει ως κινητήριο δύναμή της την διαρκή χρήση comic relief! Παρά το απολύτως κινηματογραφικό περιτύλιγμά της, η ταινία αυτή θυμίζει περισσότερο τηλεοπτικής παραγωγής φιλμ του BBC…
Κρίμα μόνο για τον Γκάρι Όλντμαν, έναν ηθοποιό που μπαίνει και με τη βούλα στην κατηγορία των βετεράνων, το μάτι του μοιάζει να γυαλίζει όσο ποτέ και αναλώνεται σε ρηχούς ρόλους, όπως τελικά κατάφερε να κάνει ολόκληρο Τσόρτσιλ το «Darkest Hour».
* Η φετινή απονομή των Oscar θα μεταδοθεί στις 4 Μαρτίου από τα κανάλια της COSMOTE TV. Μέχρι τότε μπορείς να παρακολουθείς το αποκλειστικό κανάλι COSMOTE CINEMA OSCARS HD, όπου θα βρεις 85 οσκαρικές ταινίες που ξεχώρισαν και έλαβαν υποψηφιότητα ή κέρδισαν το χρυσό αγαλματίδιο.