Δηλαδή βλέπεις τι έκανε ο Γιάννης στον ΛεΜπρόν και σκέφτεσαι να πεις αυτή την μ@λ@κία;

Βάζουμε μία μπάλα να βράσει και παίρνουμε βαθιές εισπνοές.

Αντικειμενικότητα- δύσκολο πράγμα. Σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής, όχι μόνο στον αθλητισμό (εκεί, δηλαδή, που η καφρίλα τυφλώνει σχεδόν τους πάντες και η υποκειμενικότητα γίνεται δεύτερο πετσί).

Επομένως, ας το παραδεχτούμε κι εμείς ευθαρσώς: ναι, δεν είμαστε αντικειμενικοί.

Πώς θα μπορούσαμε, άλλωστε; Ο Γιάννης είναι συμπατριώτης μας, ο σπουδαιότερος πρεσβευτής της χώρας μας σε όλα τα πλάτη και μήκη του πλανήτη, ένα φωτεινό μαύρο γαλανόλευκων αποχρώσεων που μας ζεσταίνει την καρδιά κάθε φορά που τον βλέπουμε να πατάει παρκέ- ή και εκτός αυτού (για την ακρίβεια, κυρίως εκτός αυτού).

Επομένως, ναι: είμαστε εκ προοιμίου θετικά διακείμενοι προς τον Αντετοκούνμπο και πρόθυμοι να τον αποθεώσουμε μέχρι να ματώσουν οι φωνητικές μας χορδές ή τα δάχτυλά μας από το ενθουσιώδες σφυροκόπημα των πλήκτρων.

Βέβαια, δεν χρειάζονται παρά στοιχειώδη ψήγματα αντικειμενικότητας για να υποκλιθεί κανείς στο αγωνιστικό (ας περιοριστούμε σ’ αυτό για την ώρα) μεγαλείο του Greek Freak. Το παιδί είναι ήδη 2 φορές MVP της regular season, Πολυτιμότερος παίκτης στο All Star Game, του 2021 MVP των περσινών τελικών με μια ξεγυρισμένη, μυθική 50άρα στο κρίσιμο 6ο ματς με τους Σανς, έχει στην τροπαιοθήκη του ακόμα ένα βραβείο πιο βελτιωμένου παίκτη της χρονιάς, ένα καλύτερου αμυντικού της σεζόν και, το σημαντικότερο εξ όλων, φοράει το δαχτυλίδι του πρωταθλητή στα δάχτυλά του.

Το συνολικό πακέτο του Γιάννη τον κάνει τον κορυφαίο two-way player στον κόσμο (ουδείς- ούτε ο ΛεΜπρόν ούτε ο Ντουράντ ούτε ο Γιόκιτς ή ο Κάρι ή…- είναι εξίσου αποτελεσματικός και στα δύο μισά του παρκέ) και το απέδειξε για νιοστή φορά στην χθεσινή εκκωφαντική νίκη των Μπακς επί των Λέικερς στην Crypto Arena.

Ο ηγέτης του Μιλγουόκι τελείωσε τον αγώνα με 44 πόντους με 17/20 σουτ, 14 ριμπάουντ, 8 ασίστ, 2 μπλοκ (το ένα εξ αυτών απλά αδιανόητο πάνω στον Ντέιβις) και κανένα λάθος. Α, ναι: και φυσικά με το εύκολο ροζ φύλλο αγώνα στην τσέπη (131-116).

Όπως είπαμε και πιο πάνω, «αντικειμενικότητα: δύσκολο πράγμα»: οι Αμερικανοί σχολιαστές (οι οποίοι ζουν, οι περισσότεροι, ακόμα στο μπασκετικό τους συννεφάκι που θέλει τους παίκτες της χώρας τους να είναι 25 περίπου αγωνιστικά επίπεδα πάνω από τους άλλους) ακόμα και τώρα αρνούνται να υποκλιθούν στο μεγαλείο του Έλληνα παικταρά.

Ή, για να το κάνουμε κατά τι πιο συγκεκριμένο, αρνούνται να υποκλιθούν όσο πρέπει και όσο επιτάσσουν τα εκτυφλωτικά κατορθώματα του 27χρονου Αντετοκούνμπο. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα όλων, αυτό που είπε χθες στο ημίχρονο (και με τον Γιάννη να έχει κάνει ήδη όργια) ο Ντουέιν Ουέιντ: «Ο Άντονι Ντέιβις είναι πιο ταλαντούχος από τον Γιάννη».

Προσέξτε: δεν το είπε όποιος κι όποιος, δεν το είπε κάποιος… μυρωδιάς, αλλά ο Flash- ένας από τους κορυφαίους παίκτες όλων των εποχών δηλαδή, ο ηγέτης των Χιτ στον τίτλο του 2006 (όταν και το Μαΐάμι πήρε το πρωτάθλημα απέναντι στο Ντάλας και ο ίδιος ήταν ο MVP) και μέλος των Big-3 στην υπερηχητική ομάδα με ΛεΜπρόν και Μπος από το 2011 έως και το 2014.

Η τοποθέτηση του Ουέιντ δείχνει σε τεράστιο βαθμό τη βαθιά ριζωμένη αντίληψη «Εμείς είμαστε καλύτεροι από τους άλλους στο μπάσκετμπολ» των Αμερικανών, μια αντίληψη που τους οδηγεί σε λεκτικές αστοχίες περιωπής.

Ναι, ο AD είναι αδιανόητη παιχτούρα. Το παιδί μπροστά έχει παιχνίδι στο post, μπορεί να σουτάρει από μέση απόσταση, βάζει τρίποντα, κάνει step-backs- τα κάνει όλα εν ολίγοις. Και στην άμυνα, όμως,  είναι πραγματικό φόβητρο με το αδιανόητο άνοιγμα χεριών του και τα γρήγορα πλάγια βήματά του τον καθιστούν ικανό να μαρκάρει ακόμα και γκαρντ 30 πόντους κοντύτερούς του. Και ναι, ο Ντέιβις ήταν πράγματι καλύτερος του Γιάννη μέχρι πριν από μια τριετία περίπου.

Το να λες , όμως, εν έτει 2022 πως ο AD είναι πιο ταλαντούχος και πιο πολύτιμος από τον Greek Freak βγάζει νόημα μόνο αν στα μικράτα σου δεν έλεγες και τόσο «ΟΧΙ» στα ναρκωτικά και «ΝΑΙ» στην ζωή.

Ακόμα κι αν ο φόργουορντ των Λέικερς δεν ήταν «γυάλινος» και δεν τραυματιζόταν τις μισές μέρες του μήνα (φανταστείτε, πχ, να ήταν στη θέση του Γιάννη στη φάση με τον Καπέλα πέρυσι στους τελικούς Ανατολής- λογικά κάπου τώρα θα έπαιρνε εξιτήριο), ακόμα κι αν ήταν στα καλύτερά του, το ταβάνι του Γιάννη είναι απλά πολύ, πολύ, πολύ ψηλότερο. Δεν είναι τυχαίο πως στις δύο φετινές τους αναμετρήσεις ο Greek Freak έβαλε 47 και 44 στα «μούτρα» του AD, την στιγμή που ο αντίπαλός του κυμάνθηκε σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα.

Το «ατόπημα» του Ουέιντ είναι σύνηθες και από άλλα αμερικανικά καλόπαιδα (χαρακτηριστικό παράδειγμα ο «σούπερ σταρ» Σκιπ Μπέιλις): δυσκολεύονται σε βαθμό κακουργήματος να παραδεχτούν πως οι καλύτεροι παίκτες της κορυφαίας λίγκας του κόσμου δεν είναι οι «δικοί τους», αλλά παιδιά του (υπόλοιπου) κόσμου.

Άλλωστε, τα τρία τελευταία MVP έχουν καταλήξει σε Γιάννη και Γιόκιτς και φέτος θα καταλήξει εκ νέου σε έναν εκ των δύο ή στον Τζοέλ Εμπίιντ των Σίξερς που είναι Καμερουνέζος (αν και αγωνιστικό «προϊόν» των ΗΠΑ).

Κι αυτό- όσο κι αν ευαγγελίζεται την παγκοσμιοποίηση το ΝΒΑ- είναι κάτι που δε φαίνεται να χωνεύεται εύκολα από τους Αμερικανούς.

Αντικειμενικότητα, πολύ δύσκολο πράγμα: αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι, βέβαια, κι εμείς οι Έλληνες το πάμε στο άλλο άκρο. Μετά την (πανθομολογουμένως εντυπωσιακή) χθεσινή εμφάνιση του Γιάννη αρχίσαμε να τον αποκαλούμε «Βασιλιά στη θέση του Βασιλιά», να λέμε πως αποκαθήλωσε τον ΛεΜπρόν και είναι καλύτερός του (του Τζέιμς, θυμίζουμε, που στα 37 του χρόνια έχει 29 πόντους και σχεδόν 7.5 ριμπάουντ και 6.5 ασίστ μέσο όρο!), πως σε λίγα χρόνια θα ξεχάσουμε τον Τζόρνταν και ούτω καθεξής.

Ηρεμία. Το πράγμα είναι πολύ απλό: ο Γιάννης είναι ο καλύτερος παίκτης του κόσμου την τελευταία διετία. Συνολικά καλύτερος από τον ΛεΜπρόν δεν είναι, εκτός κι αν ο Ουέιντ είναι θιασώτης του «Να γυρίζει παιδιά, να γυρίζει» και μοιράστηκε μαζί με όσους το πιστεύουν αυτό τα καλούδια του.

Θα γίνει όμως, στο τέλος της καριέρας και των δύο;

Αχ, καταραμένη υποκειμενικότητα, αν με φοβάσαι λύσε μου μόνο τα χέρια…