Η γενιά των σημερινών 40άρηδων έως και 50άρηδων ποδοσφαιρόφιλων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον Παναθηναϊκό του Δημήτρη Σαραβάκου, του Βέλιμιρ Ζάετς, του Χουάν Ραμόν Ρότσα, του Γιάννη Κυράστα κ.λπ.
Δεν ήταν το ίδιο με τον αντίκτυπο που είχε ο μπασκετικός Άρης του Νίκου Γκάλη και του Παναγιώτη Γιαννάκη, ωστόσο οι «πράσινες» ευρωπαϊκές βραδιές αποτελούσαν talk of the town (για να χρησιμοποιηθεί και μία πιο σύγχρονη φράση ως γέφυρα, εν όψει της συνέχειας του κειμένου).
Η φουρνιά του Μίμη Δομάζου, του Αντώνη Αντωνιάδη, του Αριστείδη Καμάρα και των υπολοίπων απέδειξε στους Έλληνες φιλάθλους ότι τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο. Εκείνη του Σαραβάκου παγίωσε την άποψη ότι αν μία ελληνική ομάδα μπορεί να πετύχει την υπέρβαση στο ποδόσφαιρο, αυτή είναι ο Παναθηναϊκός.
Δεν είναι τυχαίο ότι από το 2003 μέχρι τώρα, ελάχιστες φορες εγχώριο κλαμπ έχει φτάσει σε προημιτελικό ευρωπαϊκής διοργάνωσης: Ο ΠΑΟΚ της σεζόν 2021-22 και φέτος ξανά, ΠΑΟΚ και Ολυμπιακός – με τον απίστευτο τρόπο που όλοι είδαμε. Παρεμπιπτόντως, δεδομένου ότι το Europa Conference League είναι υποδεέστερο του Champions League και του Europa League, το «τριφύλλι» της κανονικότητας θα μπορούσε να πράξει αναλόγως ή και να προχωρήσει περισσότερο. Με τα «θα», πάντως, δεν γίνεται δουλειά. Το εν λόγω αφιέρωμα εξάλλου επικεντρώνεται στα πεπραγμένα.
Ο Παναθηναϊκός της περιόδου 1984-1996 είχε μία στόφα ανωτερότητας απέναντι στον Ολυμπιακό. Από το καλοκαίρι δηλαδή που αποκτήθηκαν οι Σαραβάκος και Ζάετς μέχρι τη σεζόν του «διπλού» στο Άμστερνταμ επί του Άγιαξ, οι «πράσινοι» κατέβαιναν στο χορτάρι ως επί το πλείστον με την ταμπέλα του φαβορί. Βέβαια, εκ του αποτελέσματος, οι 12 νίκες έναντι 8 και το γεγονός ότι τα περισσότερα ντέρμπι έληξαν ισόπαλα, κάθε άλλο παρά ενισχύουν τη σχετική εκτίμηση.
Εσχάτως, όμως, συγκεκριμένα σε διάστημα λιγότερο των 2,5 ετών η αθηναϊκή ομάδα έχει 6 νίκες έναντι μόλις 1 της πειραϊκής, ενώ άλλα 6 παιχνίδια έληξαν ισόπαλα, με την απαραίτητη σημείωση ότι το ένα εξ αυτών ολοκληρώθηκε στη διαδικασία των πέναλτι (ρεβάνς της φάσης των «16» στο εφετινό Κύπελλο) και φυσικά είχε την επιθυμητή κατάληξη για το σύνολο του Φατίχ Τερίμ. Μάλιστα, οι γηπεδούχοι είχαν… match ball, αλλά ο Γιούρι Λοντίγκιν απέκρουσε την εκτέλεση του Ζοάο Καρβάλιο και έγραψε ιστορία ως ο πρώτος τερματοφύλακας που το πέτυχε αυτό σε μονομαχία «αιωνίων».
Σε αυτά τα 2,5 χρόνια θα πρέπει να υπογραμμιστούν τα εξής:
α) Ο Παναθηναϊκός πήρε για πρώτη φορά πρόκριση επί του Ολυμπιακού σε νοκ-άουτ, έπειτα από τον Μάρτιο του 1995 και την περίφημη απόκρουση του Γιόζεφ Βάντσικ στο πέναλτι του Αλέκου Αλεξανδρή.
β) Ο Παναθηναϊκός επικράτησε για πρώτη φορα του Ολυμπιακού εκτός αγωνιστικού χώρου (περιβόητη υπόθεση Χουάνκαρ με τη ρίψη κροτίδας). Συνέβη έπειτα από 98 χρόνια αντιπαλότητας. Προφανώς κατά το παρελθόν είχαν υπάρξει κι άλλες… υποψήφιες περιπτώσεις (βλ. Ριζούπολη), αλλά ο «έφηβος» δεν είχε τιμωρηθεί με απώλεια ολόκληρου ντέρμπι.
γ) Ο Παναθηναϊκός επικράτησε για πρώτη φορά του Ολυμπιακού ως φιλοξενούμενος με ανατροπή, ύστερα από 54 ολόκληρα χρόνια (1-4 στις 24 Ιουλίου 1960).
δ) Από τον Δεκέμβριο του 1995 και το 1-2 του Καπουράνη μέχρι τον Μάιο του 2022, ο Παναθηναϊκός είχε κάνει μόλις δύο «διπλά» (το 2007 και το 2014), ενώ αρχής γενομένης από τον Μάιο του 2022 έχει κάνει τρία σε έξι ματς. Δηλαδή ό,τι δεν έγινε σε 27 χρόνια, συνέβη και με το παραπάνω σε λιγότερο από μια διετία και, μάλιστα, το τέταρτο που έληξε ισόπαλο, είχε «πράσινη» έκβαση λόγω των προαναφερθέντων πέναλτι στο ντέρμπι Κυπέλλου.
ε) Η μοναδική ήττα του Παναθηναϊκού σε αυτά τα 2,5 χρόνια, ήταν «σκιερή». Πρόκειται για την περυσινή εκτός έδρας αναμέτρηση, η οποία διεξήχθη παρά τα πολλά κρούσματα Covid στις τάξεις της ομάδας του Ιβάν Γιοβάνοβιτς. Εκείνη δηλαδή της προτελευταίας αγωνιστικής των πλέι οφ, το αποτέλεσμα της οποίας έβαλε «ταφόπλακα» στα «πράσινα» όνειρα για το πρώτο πρωτάθλημα από το 2010. Όλοι θυμούνται το ξέσπασμα του ανθρώπου που αναγέννησε το «τριφύλλι» στη συνέντευξη Τύπου…
Και τώρα ήρθε η ώρα για το «ζουμί». Όλα τα παραπάνω έχουν ιστορική αξία, αφού, βάσει πολλών παραγόντων, αποτελούν τους δύο κορυφαίους αθλητικούς οργανισμούς του τόπου. Το «τριφύλλι», ωστόσο, δεν δημιουργήθηκε μόνο για να νικάει τον Ολυμπιακό. Ίσα-ίσα που προϋπήρχε 17 ολόκληρα χρόνια.
Σκοπός του συλλόγου της πρωτεύουσας είναι να διεκδικεί και να κατακτά τίτλους στην Ελλάδα, φροντίζοντας παράλληλα για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα στις εκτός των συνόρων διοργανώσεις. Από το 1996 μέχρι σήμερα, στη Λεωφόρο έχουν καταλήξει δύο μόλις πρωταθλήματα και άλλα τέσσερα Κύπελλα. Έξι τίτλοι σε σχεδόν 30 χρόνια παραπέμπουν σε μικρομεσαία ομάδα και όχι στον γίγαντα που λέγεται Παναθηναϊκός.
Επιπλέον, από το 2010 αναζητείται μία αξιόλογη πορεία στην Ευρώπη. Την τρέχουσα σεζόν το συγκρότημα του Γιοβάνοβιτς έβαλε ψηλότερα τον πήχη έπειτα από την αξέχαστη πρόκριση επί της Μαρσέιγ και την απώλεια των ομίλων του Champions League στις λεπτομέρειες, προτού έρθουν οι απανωτές ήττες και ο αποκλεισμός.
Εν κατακλείδι, ο Παναθηναϊκός έθεσε τις βάσεις το καλοκαίρι του 2021 για επιστροφή στην κανονικότητα εντός αγωνιστικών χώρων. Από τις αρχές του 2022 άρχισε να το δείχνει έμπρακτα, με αποκορύφωμα την κατάκτηση του Κυπέλλου. Τη σεζόν 2022-23 διεκδίκησε ως το τέλος τη Super League και για πολλούς άξιζε να την πάρει. Την τρέχουσα περίοδο έδειξε επιτέλους ένα στίγμα στις εκτός των συνόρων διοργανώσεις και θα παραταχθεί ως φαβορί στον τελικό Κυπέλλου με τον Άρη. Καλοδεχούμενο το τρόπαιο, καθώς όπως προαναφέρθηκε, η ένδεια είναι μεγάλη από το μακρινό 1996. Εντούτοις, το επιστέγασμα της «πράσινης» πραγματικότητας θα είναι η πρώτη θέση σε ένα από τα πιο συναρπαστικά πρωταθλήματα όλων των εποχών.