Σωστά: Η φετινή Team USA δε θα κέρδιζε την Dream Team. Θα τη διέλυε...

Και ο λόγος είναι πάρα πολύ απλός.

 

Αν είναι να το κάνουμε, ας το κάνουμε σωστά.

Πάμε λοιπόν: Α) Τι λες βρε άμπαλε! Β) Αδερφέ, βράσε καμιά μπάλα μπας και πάρεις μυρωδιά από το άθλημα, Γ) Ρε μλκ, ναρκωτικά παίρνεις; Δ) Αγοράκι μου, όταν θα μιλάς για την «Ομάδα-Όνειρο» θα πλένεις το στόμα σου με κώνειο, Ε) Όλα τα παραπάνω («Τι λες βρε άμπαλε; Βράσε καμιά μπάλα μπας και πάρεις μυρωδιά από το άθλημα γιατί άρχισες τα ναρκωτικά, αντί για να πλύνεις το στόμα σου με κώνειο»).

Εντάξει, σας προλάβαμε;

Το να τολμήσει κανείς ν’ «αμφισβητήσει» (αν και δεν πρόκειται καθόλου περί αυτού…) την Dream Team του 1992 μοιάζει εξίσου καλή ιδέα με το να μπει σε μια  χρονομηχανή, να πάει πίσω στις 28/6/1997 στο Λας Βέγκας και τον αγώνα του Τάισον με τον Χόλιφιλντ και την ώρα που ο Iron Mike δαγκώνει τον αντίπαλό του ν’ ανέβει στο ρινγκ και να πει στα μούτρα του πρώην φυλακόβιου «Αχ, αυτί σου η ξεροκεφαλιά θα σε φάει». Κοινώς, κινδυνεύει να φάει πολύ ξύλο.

Η πρώτη ομάδα επαγγελματιών του ΝΒΑ που «κατέβηκε» ποτέ σε Ολυμπιακούς Αγώνες, εκείνους της Βαρκελώνης του 1992, έχει αποκτήσει, συν τω χρόνω, μια επίζηλη «στρατιά» ορκισμένων ακολούθων που δεν σηκώνουν μύγα στο σπαθί τους- ένα σπαθί που δε θα διστάσουν να χρησιμοποιήσουν για να σου κόψουν τα πόδια αν πας κόντρα στο ρεύμα, που θέλει το συγκεκριμένο σύνολο να μη χάνει ποτέ κι από κανέναν, εις τον αιώνα τον άπαντα. Αμήν.

Κι όμως, παρά το γεγονός πως η ορίτζιναλ Dream Team αποτελεί ασυζητητί μία εξωπραγματική ομαδάρα που μέχρι και σήμερα μοιάζει ως το πιο γλυκό πορτοκαλί ψέμα που ειπώθηκε ποτέ (Μα και ο Τζόρνταν και ο Μάτζικ και ο Μπερντ στην ίδια πεντάδα;!), η νοσταλγία, αυτή η τυραννικά θελκτική αίσθηση, πολλές φορές λειτουργεί σαν παραμορφωτικός καθρέφτης.

Που μας οδηγεί στην εξής αιρετική άποψη: αν η Team USA που πήρε το χρυσό στο Παρίσι βρισκόταν με κάποιο μαγικό τρόπο (ίσως αν χρησιμοποιούσαμε εκείνη τη μηχανή που μας έστειλε στο Τάισον-Χόλιφιλντ;) απέναντι στην DreamTeam όχι απλά δε θα έχανε με κάτω τα χέρια, αλλά θα κέρδιζε με σχετική άνεση.

Κι ορίστε μερικοί βασικοί λόγοι:

MJ/Larry Legend/ Magic VS LeBron/ KD/ Steph

Στα χαρτιά ήταν η κορυφαία τριπλέτα στα χρονικά: οι δύο μύθοι των 80s που έσωσαν- εκτός εισαγωγικών- το ΝΒΑ στο πλάι του ανθρώπου που απογείωσε παγκοσμίως το άθλημα στα 90s; Μας κάνετε πλάκα; Αυτό είναι υλικό για παρατεταμένη ονείρωξη των απανταχού μπασκετόφιλων. Λάρι Μπερντ, Μάτζικ Τζόνσον και Μάικλ Τζόρνταν μαζί; Να πάρει ο διάολος!

Σωστά;

Εχμ… Μάλλον δεν προσέξατε αυτό το «στα χαρτιά»: πράγματι οι τρεις θρύλοι ήταν οι μπροστάρηδες της Dream Team κι αυτοί για τους οποίους άπαντες μιλούσαν, αλλά μόνο ο ένας εξ αυτών βρισκόταν στο απόλυτο prime του- ο Air. Οι άλλοι δύο ήταν, για να το θέσουμε κομψοεπώς λόγω σεβασμού, αγωνιστικά κακέκτυπα του πρότερου, εκτυφλωτικού εαυτού τους.

Ο μεν Μπερντ αντιμετώπιζε σοβαρότατα προβλήματα με τη μέση του (πράγμα που τον οδήγησε στο να πάρει μέρος μόλις σε 45, από τα 82, ματς της περιόδου 1991-1992 στο ΝΒΑ), ο δε Μάτζικ είχε σταματήσει έναν χρόνο νωρίτερα το μπάσκετ λόγω του HIV και ήταν πασιφανώς εκτός φόρμας.

Είναι χαρακτηριστικό πως ο σούπερ σταρ των Σέλτικς όταν δεν ήταν στο παρκέ της Βαρκελώνης ξάπλωνε στο πάτωμα γιατί η πλάτη του τον πέθαινε όταν καθόταν για ώρα σε καρέκλα, ενώ το highlight του στους Ολυμπιακούς είναι οι φωτογραφίες που τον δείχνουν μπαούλο από τις μπίρες στο ξενοδοχείο. Αγωνιστικά δεν είχε, δυστυχώς, την παραμικρή σχέση με τον άνθρωπο που από το 1979 έως και το 1988 ήταν ένας αγωνιστικός οργασμός εν κινήσει.

Ο Τζόνσον, από την άλλη, είχε σοκάρει τον κόσμο αποκαλύπτοντας το 1991 πως προσεβλήθη από τον ιό που προκαλεί AIDS, σταματώντας αυτοστιγμεί το μπάσκετ. Μ’ εξαίρεση το All Star Game του Ορλάντο το 1992, όπου και πήρε τιμητικά μέρος, ο Έρβιν δεν είχε παίξει απέναντι σ’ επαγγελματίες για 12 σχεδόν μήνες. Είναι χαρακτηριστικό πως ο Κλάιντ Ντρέξλερ, ο συμπαίκτης του δηλαδή στην εθνική των ΗΠΑ, είχε δηλώσει εκνευρισμένος στον Τύπο πως «Ο Μάτζικ φώναζε σε όλους στην προπόνηση πως έπρεπε να τον ακολουθήσουν, έπρεπε να πιάσουν τον ρυθμό του, ν’ αφήσουν τη μαγεία να τους παρασύρει. Στην πραγματικότητα όμως δεν μπορούσε να τρέξει στην επίθεση και αδυνατούσε να μαρκάρει τον οποιονδήποτε στην άμυνα». Σκληρό αυτό για έναν από τους 5 κορυφαίους παίκτες όλων των εποχών, σωστά; Σωστά. Σκληρό, αλλά… Αλλά να: 100% ακριβές.

Στον αντίποδα- και για να μη νομίζετε πως πράγματι κατρακυλήσαμε στις παραισθησιογόνες ουσίες- ούτε ο ΛεΜπρόν, ούτε ο Ντουράντ, ούτε ο Κάρι βρίσκονται στο prime τους. Του πρώτου μάλλον ήταν το 2012 με το Μαϊάμι και το 2018 με τους Καβς, του δεύτερου ενδεχομένως το 2017, του τρίτου ίσως το 2015. Όμως και οι τρεις τους, «υπέργηροι» εν έτει 2024, παίζουν ακόμη στο υψηλότερο επίπεδο και είναι 3 από τους 15, το πολύ, καλύτερους στον κόσμο.

Αρκεί ένας Τζόρνταν στο πικ της καριέρας του για να τους βάλει από κάτω;

Το συναίσθημα θα πει «φυσικά».

Ωραία, ας δούμε και λίγο εκείνη τη θηλυκή φιγούρα στο βάθος: τη λένε «Λογική».

Και κουνάει μετ’ επιτάσεως αρνητικά το κεφάλι της.

Ανύπαρκτος ανταγωνισμός VS Τα παγκόσμια σκυλιά της αγωνιστικής κολάσεως

Ένα από τα ισχυρότερα επιχειρήματα υπέρ της Dream Team που βάζει τέλος σε κάθε συζήτηση είναι το «Μα κέρδισε τους πάντες με μ.ο. διαφοράς πάνω από 40 πόντους! Ο Τσακ Ντέιλι δεν πήρε καν τάιμ άουτ σε 8 ματς!». Δεκτό. Όμως…

Όμως αυτή είναι η μισή αλήθεια. Γιατί το έτερο μισό της πρότασης, εκείνο που βρίσκεται στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού, είναι πως κέρδισε ένα μάτσο από μέτριες έως κάκιστες ομάδες- τουλάχιστον με τα σημερινά κριτήρια.

Εξηγούμαστε: αν εξαιρέσει κανείς την Κροατία των Πέτροβιτς, Ράτζα, Κούκοτς, Βράνκοβιτς, τη Λιθουανία (Σαμπόνις-Μαρτσουλιόνις) και την «καμουφλαρισμένη» Ρωσία του Βολκόφ, στο τουρνουά συμμετείχαν θηρία (υπό την έννοια πως ήταν για τα θηρία) όπως η Αγκόλα, η Κίνα, η γηπεδούχος Ισπανία (που δεν είχε καμία σχέση με το μεταγενέστερο μεγαθήριο- είναι χαρακτηριστικό πως δεν έφτασε καν στους «8», αν και σπρώχτηκε περίπου όσο και η Γαλλία φέτος), η Αυστραλία με καλύτερο παίκτη τον Λουκ Λόνγκλεϊ, η Βενεζουέλα, το Πουέρτο Ρίκο και η άχρωμη Βραζιλία.

Πόσες από αυτές τις εθνικές θα κατάφερναν να προκριθούν στις 12 του Παρισίου το 2024; Οριακά οι 4 (οι 3 του βάθρου+ την Ρωσία… ίσως). Αντιστρόφως, πόσες «χωρούσαν» από το 2024 στη διοργάνωση του 1992; Όλες, πλην Ιαπωνίας και Πουέρτο Ρίκο. Η 8η Ελλάδα του σήμερα, για παράδειγμα, στο μακρινό τότε θα ήταν φαβορί για το χάλκινο. Ναι, με τους «άσουτους» μέσα…

Η Dream Team αντιμετώπισε μισή χούφτα NBAers, με πιο λαμπερό αστέρι εξ αυτών, φυσικά, τον Ντράζεν.

Τι ήταν ο Ντράζεν στο ΝΒΑ του 1992; Ένας σπουδαίος παίκτης που, όμως, δεν ψηφίστηκε καν στις 3 καλύτερες πεντάδες της κορυφαίας λίγκας του πλανήτη.

Η φετινή Team USA βρέθηκε να παίζει με το μισό ΝΒΑ απέναντί της, μεταξύ των οποίων ο 3 φορές MVP Γιόκιτς και ο 2 φορές MVP Γιάννης, ο αμυντικός της χρονιάς Γκομπέρ, ο ρούκι της χρονιάς Γουέμπι και πλείστοι όσοι (ταλαντούχοι) άλλοι. Εν ολίγοις, η αφρόκρεμα.

Το συγκεκριμένο επιχείρρημα, φυσικά, δεν αποτελεί κάποιου είδους ψόγο για την Dream Team. Αυτό ήταν το παγκόσμιο μπάσκετ τότε, αυτό είναι στις μέρες μας που έχει «απλωθεί» στις 4 άκρες του πλανήτη.

Ωστόσο, καταδεικνύει πως οι εκκωφαντικές διαφορές ήταν ελαφρώς πλασματικές. Τότε οι περισσότεροι αντίπαλοι κατέβαιναν στο παρκέ για να βγάλουν φωτογραφίες με τους σούπερ σταρ που ουδέποτε είχαν δει από κοντά, τώρα ο Μπογκντάνοβιτς, φερ’ ειπείν, έπαιξε μέσα στη σεζόν 2023-2024 περίπου 900 αγώνες απέναντι στη 12άδα του Κερ.

Άλλοι καιροί, άλλα κριτήρια.

Μία, όμως, αλήθεια.

Δεν βγαίνουν τα κουκιά/ Δεν βγαίνουν τα κουκιά (δις)

Πρέπει να είναι κλινικά ηλίθιος κανείς για ν’ αμφισβητήσει μια ομάδα με 11 Hall of Famers- ορίστε, το είπαμε εμείς για σας, για να σας γλυτώσουμε χρόνο. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως τα ματσαρίσματα σε μια υποθετική μετωπική των 2 ομάδων θα «έβγαιναν» για την Dream Team. Και γι’ αυτό δεν φταίει κανείς άλλος, παρά μόνο η εξέλιξη του ίδιου του παιχνιδιού.

Ο Γιούιν και ο Ρόμπινσον ήταν δύο σέντερ που προκαλούσαν τρόμο σε κάθε δύσμοιρο επιτιθέμενο των 90s. Σημαίνει αυτό πως θα μπορούσαν να μαρκάρουν τον Εμπίιντ που σουτάρει για πλάκα από τα 7 μέτρα; Ποτέ των ποτών, αείποτε. Θα μπορούσαν, στο άλλο μισό του παρκέ, ο Ντέιβις και ο Αντεμπάγιο να τους βάλουν πολύ δύσκολα όποτε πλησίαζαν στο καλάθι; Φυσικά.

Ο Μπάρκλεϊ ήταν- αν βγάλει κανείς τα… τζορντανικά γυαλιά- μάλλον ο καλύτερος παίκτης στο τουρνουά του 1992. Πρώτος σκόρερ των Αμερικανών με 18 πόντους σε μόλις 18.6 λεπτά συμμετοχής. Θα μπορούσε να βάλει 18 στον Τζέιμς; Προφανώς και το (ανεξήγητο) hating για τον ΛεΜπρόν θα ωθήσει μια τεράστια μερίδα να πει «πανεύκολα, ο Τσαρλς δεν καταλάβαινε τίποτα, ήταν δυνατός, θα τον γαμ θα τα κατάφερνε και απέναντί του», όμως ελάτε τώρα: ο LBJ «κλείδωσε» τον Γιόκιτς (έναν παίκτη, δηλαδή, με πολύ περισσότερο συνολικό ταλέντο από τον Μπάρκλεϊ) παίζοντάς τον χωρίς βοήθειες στα τελευταία 6.5 λεπτά του ημιτελικού. Λέτε ότι δε θα μπορούσε να το κάνει απέναντι σ’ έναν παίκτη που είναι 10 πόντους πιο κοντός από τον ίδιο και 20 φορές πιο αργός; Ή μήπως υστερεί σε δύναμη;

Ο Στόκτον ήταν ένα κινούμενο κομπιούτερ εντός των 4 γραμμών, αλλά θα έπρεπε να κυνηγάει τον Κάρι. Καλή επιτυχία Τζον…

Ο Πίπεν- μάλλον ο καλύτερος αμυντικός γκαρντ/φόργουορντ που έχει υπάρξει- θα επιφορτιζόταν με το μαρκάρισμα του ύψους 2.11 Ντουράντ. Θα τον έσβηνε όπως έκανε με τον Κούκοτς στο πρώτο παιχνίδι ΗΠΑ-Κροατία; Πολύ αμφιβάλλουμε.

Τζόνσον/Μπερντ (στην κατάσταση που ήταν το 1992, μην το ξεχνάτε) και Ντρέξλερ θα σταματούσαν τον ΛεΜπρόν; Έναν τύπο στα κυβικά του Καρλ Μαλόουν με απείρως καλύτερο άλμα και ταχύτητα, που σουτάρει και 40%+ στο τρίποντο; Και με μπασκετικό IQ δεκαπλάσιο από του «Ταχυδρόμου»;

Μάλιν (που ήταν συγκλονιστικός το ’92) εναντίον Μπούκερ και στη μία και στην άλλη πλευρά; 10 πόντους ο ένας, 20 ο άλλος. Στην καλύτερη.

Για να μην μακρηγορούμε, αφού πλατειάσαμε με τις ώρες: σε μια υποτιθέμενη best-of-seven σειρά, ο Τζόρνταν θα έπρεπε να βάζει μ.ο. 50 πόντους για να έχει τύχη η Dream Team.

Θα τους έβαζε; Ίσως.

Ακόμη κι αν το έκανε, όμως, υπάρχει και ο τελευταίος λόγος.

Επέστρεφε συχνά και παίρνε με, αγαπημένη αίσθησις… κι ας είσαι ένα φάντασμα

Ο χρυσός αιώνας δεν είναι ποτέ ο τωρινός: το παρελθόν είναι ακαταμάχητο, ιδίως το ελαφρώς μακρινό- μα όχι εκείνο που έχει χαθεί στα βάθη του χρόνου κι έχει διαγραφεί τελείως από τη μνήμη μας. Τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με κάτι υπέροχο που συνέβη στην παιδική μας ηλικία ή την εφηβεία μας, ιδίως από την στιγμή που έχουν «λειανθεί» οι κακοτράχαλες άκρες της.

Ο λόγος για τον οποίον η Dream Team θεωρείται μια απλησίαστη κορυφή δεν είναι άλλος από το γεγονός πως συνέβη μια φορά κι ένα ελκυστικό κάποτε κι όχι στο «γερασμένο» τώρα.

Ωστόσο, υπάρχει μία παράμετρος που γέρνει την πλάστιγγα συντριπτικά υπέρ της Team USA του 2024: ο ρυθμός του παιχνιδιού.

Η Dream Team δε θα είχε καμία τύχη γιατί, πολύ απλά, το μπάσκετ πλέον είναι ασύλληπτα γρήγορο, βασισμένο αποκλειστικά σχεδόν στα τρίποντα και τα λέι απ/ καρφώματα, με μία ιδέα (αμυδρή, μη φανταστείτε) από σουτ μέσης απόστασης.

Είναι απλά μαθηματικά: όταν ο Κάρι θα έπαιρνε φωτιά, όπως στον τελικό με τους Γάλλους, και θα έβαζε 4 τρίποντα το ένα πίσω από το άλλο, η αρμάδα του Τζόρνταν που σούταρε 18 τρίποντα συνολικά κατά μέσο όρο, θα χρειαζόταν 7-8 επιθέσεις (κι αυτό έχοντας εξωπραγματικά ποσοστά στο δίποντο) για να βάλει 12 πόντους.

Ο Μπούκερ είχε 56.5% πίσω από τα 6.75. Σκεφτείτε, λοιπόν, να σούταρε στα 6.25 όπως ήταν τότε (αν δεχτούμε ότι θα έπαιζαν με κανόνες 1992). Κι όχι μόνο αυτός, αλλά και ο Ντουράντ (52% τρίποντο) και ο Εμπίντ (54%) και ο Χόλιντεϊ (50%). Ή, αν έπαιζαν με κανόνες του 2024, πόσο θα έπεφτε το ποσοστό του Μάλιν που είχε μεν 53.8%, αλλά με μόλις 3 προσπάθειες/ ματς.

Είναι χαρακτηριστικό πως κόντρα στους Σέρβους (ημιτελικό) και στους Γάλλους (τελικό) οι ΗΠΑ φέτος έβαλαν 34 τρίποντα. Η Dream Team σε 8 αγώνες ευστόχησε σε 54…

Η Team USA του Κερ θα «έσκαγε» στο τρέξιμο την ομάδα του Ντέιλι, όπως θα έκαναν κι άλλες ταλαντούχες εθνικές της εποχής μας (Σερβία, Γερμανία, Γαλλία και Καναδάς σίγουρα, ενδεχομένως και η Αυστραλία). Θα την κέρδιζαν όλοι; Όχι απαραίτητα. Θα μπορούσαν να την κερδίσουν; Φυσικά, γιατί ο μπασκετικός κόσμος δεν έχει κάνει απλά βήματα προς τα μπροστά, αλλά άλματα που θυμίζουν Τεντόγλου.

Γι’ αυτό και είναι τόσο μα τόσο άκυρες (αλλά, ταυτόχρονα, τόσο υπέροχα ξιπαστικές) όλες αυτές οι συζητήσεις περί GOAT, κορυφαίων ομάδων και ούτω καθεξής: γιατί, απλούστατα, οι αγωνιστικές συνθήκες μεταβάλλονται με ταχύτατους ρυθμούς. Ό,τι ίσχυε πριν 30 χρόνια, δεν ισχύει πια.

Άλλωστε, το είχε πει με τον πλέον γλαφυρό τρόπο και ο ανυπέρβλητος Τζορτζ Μπους Τζούνιορ σε μια έκρηξη ευφυΐας: «Όλοι συμφωνούμε πως το παρελθόν έχει περάσει».

Κι αν εγώ θυμάμαι στιγμές;

Ο Μάικλ.

Ο Μάτζικ.

Ο Λάρι.

Ο Σκότι.

Ο Τσαρλς.

Και οι άλλοι.

Ναι, εντάξει: η λογική.

Απλά να, ήταν η Dream Team.

Δείξτε μας ξανά την πραγματικότητα.

Κι εμείς θα διαλέξουμε ξανά το όνειρο.