Μύκονος

Μήπως έχει κουράσει πια αυτό που γίνεται με τη Μύκονο;

Κάθε καλοκαίρι τα ίδια και τα ίδια

Η Μύκονος είναι σαν το παιδί σου. Το μεγαλώνεις 18 χρόνια, έχεις ματώσει, έχεις πονέσει, έχεις ξενυχτήσει, αλλά πια δεν είναι δικό σου θέμα. Πρέπει να ανοίξει τα φτερά του και να κάνει ό,τι θέλει στη ζωή του. Κι εσύ πρέπει να το καταπιείς και να πας παρακάτω.

Αν δε βγάζεις κανένα 5χίλιαρο το μήνα μίνιμουμ, η Μύκονος είναι σαν το παιδί σου. Αν βγάζεις από 5K και πάνω, τότε η Μύκονος είναι σαν τον καλοκαιρινό έρωτα. Θα πας, θα την επισκεφτείς, θα κάνεις όποια χαζομάρα θες, θα καταθέσεις μερικά χιλιάρικα και όταν φύγεις θα έχει τελειώσει.

Είναι πλέον ένα νησί που ανήκει, που έχει επιλέξει να ανήκει σε Ρώσους, Άραβες, Αμερικάνους και μερικούς πλούσιους Έλληνες. Αν δεν ανήκεις σε κάποια απ΄αυτές τις περιπτώσεις, τότε μην το σκεφτείς να πας.

Κι αν σε ενοχλεί που δεν έχεις τη δυνατότητα, δεν είναι πρόβλημα της Μυκόνου. Είναι ζήτημα ζήτησης και προσφοράς.

Τρανό παράδειγμα οι συναυλίες του Ρέμου που συζητιούνται κάθε χρόνο ή του 50 Cent που έχει τραπέζια των σχεδόν 20.000 ευρώ για 4-5 άτομα.

Ναι, το σόου του ράπερ δεν αξίζει τόσα. Υπάρχει όμως ένα προϊόν που στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι η συναυλία. Είναι ότι θα έχεις ύψιστο σέρβις, σαμπάνια, ακριβό φαγητό. Άρα δεν υπάρχει κάτι το τόσο overpriced. Είναι απλώς ότι η εκάστοτε διοργάνωση σε αναγκάζει να καταναλώσεις αυτά που δικαιολογούν τα 10-15-20 χιλιάρικα.

Να το δούμε όμως κι αλλιώς. Η Μύκονος απευθύνεται στα μεγάλα πορτοφόλια. Και το μεγάλο πορτοφόλι έχει ένα ίδιον: δε γουστάρει να εξισώνεται πουθενά με το μικρό πορτοφόλι.

Αυτό δεν εφαρμόζεται μόνο σε λογικά πλαίσια αλλά και σε παράλογα. Το μεγάλο πορτοφόλι δεν θα πληρώσει μόνο ένα σαφώς καλύτερο ξενοδοχείο που δικαιολογεί διαφορά στην τιμή. Θα πληρώσει και το ίδιο ακριβώς προϊόν ή υπηρεσία που εσύ το αγοράζεις 50 ευρώ και θα ζητήσει να το πληρώσει 150 για να μπορεί να το πουλήσει ως μούρη στον κύκλο του.

Αυτό συμβαίνει στο Ντουμπάι, στο Μονακό, στο Μαϊάμι, οπουδήποτε εν πάση περιπτώσει το target group είναι η μεγαλοαστική τάξη και οι επιχειρηματίες-βιομήχανοι.

Η Μύκονος, όπως κι η Σαντορίνη που γράψαμε εδώ, είναι βιομηχανίες του τουρισμού. Είναι τα μεγάλα όπλα, είναι Mortal Engines.

Το ότι έρχονται τουρίστες που δεν το γνωρίζουν και σοκάρονται που πληρώνουν καβουροπόδαρα των 600 ευρώ, δεν είναι πρόβλημα του νησιού. Είναι πρόβλημα δικό τους και του ταξιδιωτικού τους πράκτορα που δεν τους ενημέρωσε για αυτό το θέμα.

Είναι πανάκριβη η Μύκονος. Αλλά δεν την πολυνοιάζει αν θα πάμε εσύ κι εγώ. Εμείς στην καλύτερη να μπορούμε να καταθέσουμε στην τοπική οικονομία ένα χιλιάρικο για 4-5 μέρες. Δεν έχει ανάγκη από εμάς ούτε η πιο μικρή ταβέρνα. Η Μύκονος θέλει να αφήνεις ένα χιλιάρικο την ημέρα. Και πάλι δε θα σε θεωρεί πλούσιο.

Δεν έχει επομένως κανένα νόημα να μιλάμε κάθε χρόνο για υπέρογκους λογαριασμούς και για αποδείξεις που γίνονται viral.

Ναι, 4 νερά, 4 καφέδες, μια σαλάτα και δύο σάντουιτς θα κάνουν 200 ευρώ. Αυτές οι τιμές δε μπήκαν από μόνες τους και δεν παραμένουν από μόνες τους. Κάποιος τις ικανοποιεί. Ειδάλλως, το εκάστοτε μαγαζί θα είχε κλείσει.

Αν η Μύκονος θέλει να απευθύνεται σε αυτή την οικονομική κλίμακα και να έχει ετήσιο τζίρο δεκάδων εκατομμυρίων, τζίρο 10πλάσιο απ΄όλα τα Δωδεκάνησα για παράδειγμα, θα το κάνει. Κι όσο βρίσκει ανταπόκριση, θα συνεχίζει σε αυτό το μοτίβο και θα ανεβάζει και σταδιακά τις τιμές.

Έχει τόσα brands συνώνυμα της πολυτέλειας, όπως το Nammos ή το εστιατόριο Ceresio. Ε, δε θα κάτσει να κοστολογήσει τον εαυτό της φθηνά. Θα πουλήσει το όνομα της σαν αυθεντικό χρυσάφι.