Ολοένα και περισσότεροι Έλληνες παραγωγοί, ακόμη και ορισμένοι χωρίς καμία προηγούμενη εμπειρία, στρέφονται στην καλλιέργεια ακτινιδίων. Ενός φρούτου που είναι ο καρπός ενός φυτού το οποίο ναι μεν προέρχεται από την Ασία και –κυρίως- τη Νέα Ζηλανδία και κάποτε γνωρίσαμε με το εξωτικό όνομα κίουι, αλλά πλέον αποτελεί το «βαρύ πυροβολικό» για τον αγροτικό τομέα της χώρας μας.
Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα βρίσκεται σταθερά στο Top-5 της λίστας των παραγωγών και εξαγωγέων παγκοσμίως, ενώ το συγκεκριμένο φρούτο ανεβαίνει σταθερά στις προτιμήσεις των καταναλωτών σε όλο τον κόσμο. Επομένως, οι προβλέψεις για το μέλλον είναι ιδιαίτερα αισιόδοξες. Ένα γεγονός που ωθεί ολοένα και περισσότερους να στρέφονται σε αυτό. Και όπως αναφέρουν εκπρόσωποι του αγροτικού κόσμου, ακόμη και άνθρωποι εντελώς άσχετοι με το αντικείμενο, δίχως προηγούμενη εμπειρία στα χωράφια, σπεύδουν να επενδύσουν σε αυτό.
Νούμερα που ζαλίζουν
Η εκτόξευση των αριθμών ταυτίζεται χρονικά με την πανδημία του κορωνοϊού. Περίπου την τελευταία πενταετία δηλαδή, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και νωρίτερα δεν υπήρχαν συνεχώς ανοδικά τάσεις. Ήδη από την αρχή της δεκαετίας τα νούμερα άρχισαν να… ξεφεύγουν και η ελληνική παραγωγή σπάει τα ρεκόρ το ένα πίσω από το άλλο.
Το 2024 αποδείχθηκε (ακόμη μία) χρονιά ρεκόρ. Αυτό άλλωστε μαρτυρούν και τα στοιχεία της ελληνικής ένωσης εξαγωγέων, δηλαδή της Incofruit-Hellas. Σύμφωνα με αυτά, η χρονιά που ολοκληρώθηκε, έκλεισε με εξαγωγές σχεδόν 1,8 εκατομμύρια τόνους. Έτσι ξεπέρασε ακόμη και το 2023, καταγράφοντας μια αύξηση 1,7% σε όγκο, αλλά και 8% σε αξία, αφού υπήρξε και μια μικρή άνοδος στις τιμές. Η συνολική αξία των εξαγωγών ξεπέρασε τα 250.000.000 ευρώ, ενώ ταυτόχρονα υπολογίζεται πως συνολικά το ακτινίδιο προσφέρει στην ελληνική οικονομία σχεδόν 2 δισεκατομμύρια ευρώ!
Με αυτόν τον τρόπο η Ελλάδα βρέθηκε για άλλη μία φορά ανάμεσα στις 5 χώρες με τις μεγαλύτερες εξαγωγές ακτινιδίων στον πλανήτη! Πίσω μόνο από κολοσσούς, όπως η Κίνα, η Νέα Ζηλανδία και η γειτονική Ιταλία, από την οποία μάλιστα ήρθε το ακτινίδιο στην Ελλάδα.
Ο άνθρωπος που πίνουν νερό στο όνομά του
Οι σημερινοί παραγωγοί ακτινιδίου στην Ελλάδα μνημονεύουν έναν άνθρωπο για τις «χρυσές» δουλειές. Και όσοι σκοπεύουν να ασχοληθούν μελλοντικά –και αναμένεται να είναι πολλοί- οφείλουν να ξέρουν αυτό το όνομα. Του Τάσου Μίχου, ο οποίος έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 94 ετών τον Απρίλιο του 2023, έχοντας όμως προλάβει να δει την ιδέα του όχι μόνο να πραγματοποιείται αλλά και να κυριαρχεί στον ελλαδικό χώρο.
Γεννημένος το 1929 στην Κορησό Καστοριάς, σπούδασε γεωπονία στην Θεσσαλονίκη και στη συνέχεια εργάστηκε ως γεωπόνος εφαρμογών στην Κατερίνη. Αργότερα κατάφερε να πάρει όχι μία, αλλά δύο υποτροφίες! Από τον ΟΟΣΑ αλλά και την γαλλική κυβέρνηση ώστε να συνεχίσει τις σπουδές του στην Φλωρεντία. Διάβασε για το ακτινίδιο, δηλαδή για το κίουι, όπως το γνώρισε σε ένα γαλλικό περιοδικό και έμαθε ότι στην Ιταλία αυτό το φρούτο ευδοκιμεί εύκολα. Ο ίδιος μάλιστα, εκτός από «πατέρας» του ακτινιδίου είναι και ο… νονός του! «Αν το κόψεις στη μέση, φαίνεται ένα σχήμα μίας ρόδας ποδηλάτου και οι ακτίνες της» είπε σχετικά με την ιδέα για την ελληνική ονομασία!
Συγκρίνοντας το κλίμα και το έδαφος στις περιοχές της γειτονικής χώρας που το καλλιεργούσαν, κατέληξε στο συμπέρασμα που άλλαξε τα πάντα. «Αυτό το μαλλιαρό πράγμα θα κάνει και για εδώ» σκέφτηκε, όπως είχε αποκαλύψει σε παλιότερη συνέντευξή του. Όταν το δοκίμασε, του φάνηκε κάπως ξινό για τα γούστα του. «Αλλά για τους βόρειους λαούς που δεν τρώνε πολλή ζάχαρη, έκανε» είπε στην ίδια συνέντευξη.
Την δεκαετία του 1980 δεν ήταν δυνατή λόγω νόμων η εισαγωγή δενδρυλλίων από ιδιώτες. Μεσολάβησε, λοιπόν, ώστε μέσω του Γεωπονικού Ινστιτούτου της Φλωρεντίας να έρθουν στην Ελλάδα τα πρώτα 10 φυτά. Αυτά φυτεύτηκαν δοκιμαστικά στο χωριό Σβορώνο καθώς ο Μίχος γνώρισε ότι ευδοκιμούσε εκεί όπου παράγονται κατά κύριο λόγο καλαμπόκι, μήλα και αχλάδια.
Από την Πιερία σε όλη την Ελλάδα και από εκεί σε όλον τον κόσμο
Κάπως έτσι δημιουργήθηκε ο πρώτος πυρήνας παραγωγής στο νομό Πιερίας στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όπου και φτιάχτηκε και μονάδα εξαγωγών. Μάλιστα για τον συγκεκριμένο τύπο έχει κατοχυρωθεί ονομασία προέλευσης (ΠΓΕ) από το 2002.
Επιπλέον προστατευόμενη ονομασία προέλευσης (ΠΟΠ) έχει το ακτινίδιο στην περιοχή του ποταμού Σπερχειού στη Φθιώτιδα και ονομαστές είναι και οι παραγωγές στην Πέλλα, την Ημαθία, το Μεσολόγγι, τα Χανιά, το Ρέθυμνο, την Άρτα, την Πρέβεζα, τη Λάρισα, την Ξάνθη και την Καβάλα.
Ωστόσο οι παραγωγοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου βλέποντας το ολοένα και αυξανόμενο ενδιαφέρον για επενδύσεις. Τονίζουν ότι δεν είναι όλα τα εδάφη της ελληνικής επικράτειας κατάλληλα για καλλιέργεια, ενώ στέκονται και στο θέμα των υποδομών. Απαιτούνται για παράδειγμα ψυκτικοί θάλαμοι και αποθηκευτικοί χώροι, γεγονός που αυξάνει το κόστος και είναι πιθανό να αφήσει έκθετους τους παραγωγούς μετά από μια ενδεχομένως μέτρια χρονιά.