Σχεδόν κάθε καλοκαίρι στα μέσα της δεκαετίας του ’80, οι λίγοι (τότε) φίλοι του μπάσκετ παρακολουθούσαν επεισόδια από το σίριαλ «Ρόνι Σεϊκέλι». Του παίκτη που όσο ανέβαινε τα σκαλοπάτια της μπασκετικής επιτυχίας τόσο απομακρυνόταν το ενδεχόμενο να παίξει για λογαριασμό του Παναθηναϊκού, αλλά και της Εθνικής ομάδας, πληρώνοντας την αθάνατη ελληνική γραφειοκρατία και την πεισματική άρνηση της Πολιτείας να του χορηγήσει ελληνικό διαβατήριο.
Το πραγματικά φαιδρό στην όλη υπόθεση ήταν ότι ως τότε είχαν γίνει κάποιες «διευκολύνσεις» σε περιπτώσεις «Ελληνοαμερικανών» που τελικά πήραν το πολυπόθητο «χαρτί», ενώ μερικά χρόνια αργότερα τα σύνορα «άνοιξαν». Τότε την δεκαετία του ’90 που πρώην Σοβιετικοί και Γιουγκοσλάβοι «βαφτίζονταν» μέσα σε ένα βράδυ «πατριωτάκια» και γέμιζαν τα ρόστερ των ομάδων μας με καταλήξεις –ιτς, οφ και πάει λέγοντας.
Ο Ρόνι Σεϊκέλι δεν ανήκε σε καμία από τις παραπάνω περιπτώσεις. Γεννημένος στον Λίβανο, βρέθηκε από μικρή ηλικία στην Αθήνα όπου πέρασε τα περισσότερα χρόνια της νιότης του. Η σωματική διάπλασή του τον έκανε να ασχοληθεί με πολλά σπορ, δείχνοντας ιδιαίτερη κλίση σε ποδόσφαιρο, μπάσκετ αλλά και στίβο, ενώ την ίδια εποχή ήταν μαθητής στο Κολλέγιο Αθηνών. Λέγεται ότι η στροφή στην πορτοκαλί μπάλα οριστικοποιήθηκε όταν έψαχνε να βρει αθλητικά παπούτσια στο νούμερό του.
Αν και μόλις 15-16 ετών, ο Ρόνι φορούσε 49 νούμερο και το ψάξιμο για να ένα ζευγάρι που να του… μπαίνει, τον οδήγησε μέχρι ένα κατάστημα ειδών σπορ που δεν έμοιαζε με τα άλλα. Ήταν ιδιοκτησίας του Τάκη Κορωναίου, του σπουδαίου γκαρντ που μεσουρανούσε εκείνη την εποχή με την φανέλα του Παναθηναϊκού και της Εθνικής ομάδας όντας ένας από τους μεγαλύτερους σκόρερ στην ιστορία του αθλήματος. Φανταστείτε, λοιπόν, την έκπληξή του όταν είδε έναν έφηβο πάνω από 2 μέτρα, που δεν είχε πάρει χαμπάρι κανένας άλλος!
Με την παραίνεση του «Ντόριαν Γκρέι» του ελληνικού μπάσκετ, ο Σεικέλι θα γραφτεί και θα αρχίσει προπονήσεις με την αντρική ομάδα του τριφυλλιού. Οι πράσινοι θεώρησαν ότι τα χρόνια παρουσίας του ίδιου και της οικογένειάς του στην Ελλάδα, το γεγονός ότι μιλούσε άπταιστα την γλώσσα και το ότι είχε περάσει από κάθε βαθμίδα του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, θα του εξασφάλιζε και υπηκοότητα και κίνησαν τις διαδικασίες. Αρωγός τους σε αυτήν την προσπάθεια στάθηκε και ο επί σειρά ετών πρόεδρος της ΕΟΚ, Γιώργος Βασιλακόπουλος ο οποίος στο πρόσωπο του Ρόνι οραματιζόταν ήδη μια ανίκητη front line μαζί με τον Φασούλα.
Κάτι τέτοιο, όμως, δεν συνέβη ποτέ… Παρά τις προσπάθειες, η χαμηλή δημοτικότητα του αθλήματος τότε, το 1981, δεν επέτρεψε στο να ασκηθούν πιέσεις ή να κινηθούν πιο γρήγορα οι διαδικασίες. Ως αστικός θρύλος κυκλοφορεί και η αυστηρή απάντηση που εισέπραξαν από τον τότε Γενικό Γραμματέα του υπουργείου Εσωτερικών, Θανάση Τσούτρα, που είπε: «Μας ζητάτε να βγάλουμε διαβατήριο σε έναν αθλητή ενώ περιμένουν στην ουρά πάνω από χίλια άτομα, γιατροί και επιστήμονες; Λυπάμαι αλλά θα χρειαστεί να περιμένετε αρκετό καιρό ακόμα…».
Ο Ρόνι και η οικογένειά του, όμως, δεν είχαν την διάθεση να περιμένουν, ενώ εκείνη την εποχή δεν επιτρέπονταν οι ξένοι παίκτες στην Ελλάδα. Έτσι, το όνομα «Σακαλής» με το οποίο θα εκδιδόταν το διαβατήριό του δεν γράφτηκε ποτέ πουθενά, με τον μελλοντικό σταρ του ΝΒΑ να αγωνίζεται τελικά για λογαριασμό του Παναθηναϊκού μόνο σε ένα τουρνουά που φιλοξενήθηκε στην Κύπρο το καλοκαίρι του 1982, παραμένοντας για 2,5 χρόνια. Οι πράσινοι τον υπολόγιζαν για το ρόστερ του 1983-1984, καθώς ο νόμος απαιτούσε 7ετή παραμονή στη χώρα για να πάρει την υπηκοότητα, αλλά αυτό τελικά δεν έγινε, με αποτέλεσμα ο νεαρός να μετακομίσει στις ΗΠΑ.
Τα επόμενα καλοκαίρια πάντως το «Σακαλής» επέστρεφε στα μονόστηλα των εφημερίδων που φιλοξενούσαν πού και πού ρεπορτάζ μπάσκετ. Συνήθως αφορούσε κάποιο από τα κατορθώματά του με το Πανεπιστήμιο του Σύρακιους όπου πέρασε μια γεμάτη τετραετία, ενώ στο μεταξύ ο ίδιος έγινε αξία υπολογίσιμη και μεγαλύτερη από το ελληνικό μπάσκετ, αντιλαμβανόμενος ότι μπροστά του θα είχε την ευκαιρία για μια καριέρα στο καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου.
Έτσι έπεσε στο κενό και μια δεύτερη προσπάθεια, αυτή την φορά από τον ΠΑΟΚ, να τον πείσει να επιστρέψει στα μέρη που μεγάλωσε. Πλέον βρισκόμαστε στο 1985, αλλά τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει πολύ σε σχέση με πριν. Οι διαδικασίες έκδοσης ελληνικού διαβατηρίου κολλάνε και ο Σεϊκέλι επικεντρώνεται στο κολλεγιακό μπάσκετ, γεγονός που εκ των πραγμάτων, αποδεικνύεται το καλύτερο πράγμα που του συνέβη ποτέ! Το 1987 χάνει για 1 σουτ το πρωτάθλημα από την Ιντιάνα, όμως στο μεταξύ έχει φτιάξει το όνομά του. Όλοι μιλούν για το ύψους 2,11 σέντερ του Σίρακιους που το 1986 μάλιστα όχι μόνο έχει πάρει την αμερικανική υπηκοότητα αλλά και κατακτά με την Team USA το χρυσό στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. Μια διοργάνωση στην οποία θα μπορούσε να ήταν… συμπαίκτης στην Εθνική Ελλάδας (10η θέση) με τον Νίκο Γκάλη, που αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ με 33,7 πόντους μέσο όρο.
Η τρίτη και η τελευταία φορά που ο Σεϊκέλι βρέθηκε κοντά σε μια ελληνική ομάδα ήταν το 1988, την χρονιά δηλαδή που επιτράπηκαν οι ξένοι. Ήταν, ενδεχομένως και η πλέον καταδικασμένη σε αποτυχία… Το καλοκαίρι εκείνης της χρονιάς ο Σεϊκέλι κάνει διακοπές στην Ελλάδα και συναντάται μάλλον τυχαία με τον Μάκη Ψωμιάδη. Ο συγχωρεμένος ο «Μάκαρος» ψάχνει μια μεταγραφή που θα κάνει πάταγο (τότε που κατά δήλωσή του είχε προσεγγίσει τον… ομοσπονδιακό πρόεδρο της λιθουανικής ομοσπονδίας μπάσκετ για τον… μπασκετμπολίστα του… μπάσκετ Άρβιντας Σαμπόνις) και την… πέφτει και στον Ρόνι. Όπως ήταν φυσικό, εισέπραξε αρνητική απάντηση. Και πώς θα μπορούσε να είχε συμβεί διαφορετικά αφού μερικές εβδομάδες νωρίτερα, ο Σεϊκέλι είχε φιγουράρει στο νούμερο 9 του draft από τους Χιτ. Γράφοντας, μάλιστα ιστορία, αφού αυτή ήταν η παρθενική επιλογή του Μαϊάμι που θα έπαιρνε για πρώτη φορά μέρος στο πρωτάθλημα.
Τα χρόνια που ακολούθησαν δικαίωσαν τον Σεϊκέλι για την πορεία της ζωής του. Παρέμεινε για 11 σεζόν στο ΝΒΑ, έχοντας με εξαίρεση τις 2 τελευταίες διψήφιο μέσο όρο πόντων (και συχνά ριμπάουντ), ενώ το Σύρακιους απέσυρε προς τιμήν του την φανέλα που γράφει «4 Seicaly». Αν τα πράγματα είχαν εξελιχθεί διαφορετικά, ίσως μια ανάλογη που θα έγραφε «7 Σακαλής» να κρεμόταν τώρα στον ουρανό του ΟΑΚΑ!