Αέρινος, δυνατός και μάτζικ: Έτσι μαγεύτηκε ο Ρασούλης από τον Κούδα και τον μετέτρεψε σε Βούδα

Γράφτηκε… μόνο του!

Σήμερα, πάνω από 35 χρόνια από την κυκλοφορία του, το «Πότε Βούδας, πότε Κούδας» είναι ένα κομμάτι που δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην το γνωρίζει ή να μην το έχει σιγοτραγουδήσει, δίχως απαραίτητα να είναι… βουδιστής ή οπαδός του ΠΑΟΚ. Όπως, όμως, συχνά συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, όταν κυκλοφόρησε, πέρασε μάλλον απαρατήρητο!

Στην… ραδιοφωνική παντοκρατορία της ΕΡΤ άλλωστε οι ευκαιρίες για να ακουστεί ένα κομμάτι δεν ήταν και τόσες πολλές εξαιτίας των περιορισμένων επιλογών σε σταθμούς. Όταν όμως αυτή η κατάσταση άλλαξε με την απελευθέρωση των συχνοτήτων για τους δημοτικούς και στη συνέχεια τους ιδιωτικούς, οι ραδιοφωνικοί παραγωγοί έπαιξαν ορισμένα «διαμάντια», ανάμεσά τους και το θρυλικό πια «Πότε Βούδας, πότε Κούδας», που όλοι μας έχουμε συνδέσει πια με την ιδιαίτερη φωνή του μοναδικού ερμηνευτή Νίκου Παπάζογλου.

Το κομμάτι ηχογραφήθηκε τον Νοέμβριο του 1986, αλλά δεν… περπάτησε ιδιαίτερα. Η επιλογή του Νίκου Παπάζογλου από τον Μανώλη Ρασούλη προέκυψε στην πορεία κι ενώ μόλις ένα χρόνο πριν ο γνωστός συνθέτης είχε κυκλοφορήσει τον δίσκο «Εσύ κι αν γίνεις υπουργός εγώ θα σ’ αγαπάω». Λίγους μήνες μετά οι δυο τους ήρθαν σε επαφή, με ενδιάμεσο τον Πέτρο Βαγιόπουλο ο οποίος –όπως παραδέχτηκε παλιότερα- «γρατζουνώντας» περισσότερο ένα τρίχορδο μπουζούκι, έβγαλε την πασίγνωστη πλέον μελωδία, χωρίς ωστόσο να έχει διαθέσιμους κάποιους στίχους.

Είχε στην διάθεσή του, όμως, κάτι άλλο. Σκόρπιες ατάκες του γνωστού για το καυστικό χιούμορ του και την ιδιαίτερη στάση ζωής του, Μανώλη Ρασούλη, που άρχισε να τις ενώνει σε έναν… μουσικό «Φρανκενστάιν», ο οποίος όμως σε αντίθεση με το… τέρας της γνωστής ιστορίας, «γέννησε» ένα τραγούδι-έπος!

Από το περιοδικό «Αυγό» το οποίο εξέδιδε ο Ρασούλης βρήκε την τεράστια –όπως αποδείχθηκε- ατάκα «Πότε Κούδας», μιλώντας για τον εαυτό του ως ποδοσφαιριστή του Ηροδότου! Μιλώντας αργότερα ο ίδιος εξήγησε και την σύνδεση με τον Βούδα, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Ο Γιώργος ήταν ‘’βραζιλιάνος’’ ποδοσφαιριστής, ήταν magic! Έτσι μου έκατσε πολύ στιχουργικά, το Βούδας – Κούδας. Και εγώ πλέον λέω ‘’και Βούδας και Κούδας’’, δηλαδή έχουμε και το ανθρώπινο και το θεϊκό. Μακάρι να αντιλαμβανόμασταν τη ζωή μας σαν ένα παιχνίδι που έχει μαγεία, μας οδηγεί κάπου, στη γνώση, στην απελευθέρωση, στη λύτρωση. Να ζούμε όπως ο Κούδας έπαιζε μπάλα. Αέρινος, δυνατός, μάτζικ. Παιχνίδι με νόημα, ζωή με νόημα. Ελπίζω να βάλω κι εγώ –πολιτιστικά μιλώντας- γκολ στα δίχτυα της άγνοιας»…

Κι ενώ ο Βαγιόπουλος προσπαθεί να εντοπίσει τον… εξαφανισμένο Ρασούλη, συνεχίζει –κυρίως μέσα από το «Αυγό», να… τσιμπάει τα λόγια του. Διαβάζει λίγο παρακάτω «έχω καταλάβει ήδη της ζωής μου το παιγνίδι» που λέει με μια δόση αυτοκριτικής ο συνθέτης και σε ένα άλλο τεύχος βλέπει κάτω από την φωτογραφία ενός υπουργού την λεζάντα: «υπουργέ άλλο ο ανοιχτομάτης, άλλο ο αυγουλομάτης»! Μάλιστα, όταν τελικά οι δυο τους βρέθηκαν και ο Βαγιόπουλος του εξέφρασε αμφιβολίες για το αν έπρεπε να μείνει αυτός ο στίχος, ο Ρασούλης επέμενε να τον κρατήσουν.

Τότε ήταν που συμπληρώθηκαν και τα στιχουργικά κενά με άλλες τοποθετήσεις του συνθέτη, όπως για παράδειγμα το μυθικό «βρε δεν είναι εδώ το Σούλι, εδώ είναι του Ρασούλη», με το οποίο είχε… ξεφωνίσει δύο κουτσομπόλες γειτόνισσές του που του είχαν πάρει τα… αυτιά με το «μπούρου-μπούρου» από τα διπλανά μπαλκόνια!

Τελικά αυτό το κολλάζ μετατράπηκε σε ολοκληρωμένο τραγούδι και για να το ερμηνεύσει επιλέχτηκε ο μοναδικός Νίκος Παπάζογλου, ο οποίος συνδεόταν με τον Ρασούλη με αδελφική φιλία, έχοντας χαρίσει νωρίτερα ένα από τα σπουδαιότερα άλμπουμ στην ελληνική δισκογραφία, την «Εκδίκηση της Γυφτιάς».