Από άλλον πλανήτη: Ο παικταράς-«εξάρτηση» του Ολυμπιακού, που, όμως ήταν εξαρτημένος

Το απόλυτο «μπαμ» του Ολυμπιακού θα μπορούσε να έχει γράψει ιστορία, αν δεν ήταν τα καταραμένα τα ναρκωτικά…

«Απλά πέτα την μπάλα κάπου κοντά στο καλάθι. Μη σε νοιάζουν τα υπόλοιπα. Απλά ύψωσέ την εκεί γύρω στο στεφάνι…». Η οδηγία προς τον Βαγγέλη Αγγέλου, τον πλέι- μέικερ της ομάδας, ήταν ασαφώς σαφής. Απλά πέτα την μπάλα. Τα υπόλοιπα τα αναλάμβανε αυτός και τα εξωπραγματικά του αθλητικά προσόντα.

Άλλωστε, μιλάμε για έναν από τους πιο θεαματικούς παίκτες που πάτησαν ποτέ το παρκέ της  Α1…

Το απόλυτο μπασκετικό «μπαμ» του Κοσκωτά

Διαγράψτε από τη μνήμη σας τα «χρυσά» 90s και την εποχή μέχρι το 2010, τότε που οι ελληνικές ομάδες (κι όχι απαραιτήτως μόνο οι δύο «αιώνιοι»…) έφερναν παικταράδες που είχαν σαρώσει τα πάντα στο ευρωπαϊκό τους διάβα και είχαν κάνει τεράστια καριέρα ακόμα και στο ΝΒΑ (δεν ήρθε, ας πούμε, και τόσο για πικ-νικ ο Ντομινίκ…)

Στα τέλη των 80s- την περίοδο, δηλαδή, που τοποθετείται η ιστορία μας- το να καταφέρει ελληνικός σύλλογος να φέρει παίκτη από το ΝΒΑ ήταν πιο σπάνιο κι από το να βρει δίχτυα ο Τόργκελε.

1988, λοιπόν, και ο τότε ισχυρός άνδρας του Ολυμπιακού, ο «περιβόητος» Γιώργος Κοσκωτάς, μόλις έχει απασφαλίσει στο ποδόσφαιρο με τη μεταγραφή του Ντέταρι και ψάχνει κάτι αντίστοιχο και στο μπάσκετ.

Οι, σχεδόν επιβεβαιωμένες, φήμες τον θέλουν να συνομιλεί με τον Μόουζες Μαλόουν (ναι, ναι, τον 3 φορές πολυτιμότερο παίκτη του ΝΒΑ, MVP των τελικών και πρωταθλητή), ο οποίος ζήτησε 450 εκατομμύρια δραχμές- σα να λέμε σε σημερινά λεφτά, δηλαδή, την Άρτα, τα Γιάννινα, σημαντικό μέρος των Τρικάλων και τα ¾ της Καρδίτσας.

Ο Μαλόουν, φυσικά, δεν ήρθε, όμως ο Κοσκωτάς δεν το έβαλε κάτω και ξοδεύοντας το, επίσης αστρονομικό, ποσό των 37 εκατομμυρίων ντύνει στα ερυθρόλευκα τον σπουδαίο Κάρεϊ Σκάρι.

Και, κάπως έτσι, το σόου ξεκίνησε…

Ένας παίκτης- «εξάρτηση» που, όμως, ήταν εξαρτημένος

Ο Σκάρι ήρθε μετά από τριετή παρουσία στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου, όπου και αγωνίστηκε με τους Τζαζ κυρίως και μια σεζόν με τη φανέλα των Νικς. Παρά το γεγονός πως οι ικανότητές του ήταν αδιαμφισβήτητες, είχε σοβαρότατα θέματα με το αλκοόλ και, κυρίως, τα ναρκωτικά.

Κάπως έτσι, ο Ολυμπιακός πυροδότησε την ανθρώπινη βόμβα και στις 5 Αυγούστου του 1988 ανακοίνωσε την απόκτησή του.

Όταν ο Αμερικανός πάτησε παρκέ, κατέστη πολύ γρήγορα σαφές πως το παλικάρι ήταν από άλλο πλανήτη- και, πιο συγκεκριμένα, από αυτόν του ΝΒΑ: η αλτικότητά του ήταν κάτι το καινοφανές για την εποχή και ειδικά για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, ενώ έτρεχε το γήπεδο με τρομερή άνεση για το ύψος του (2.01- μην ξεχνάτε, πάντα, πως μιλάμε για 30 χρόνια πριν…)

Χαρακτηριστικό της διαφοράς προσόντων που είχε από τους αντιπάλους του είναι τα 8 καρφώματα (και ολογράφως προς αποφυγή παρεξηγήσεων: οκτώ) στο ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό, το θρυμματισμένο ταμπλό στο ματς με τον Ηρακλή μετά από βροντώδες τόμαχοκ, ενώ μυθικές διαστάσεις έχει πάρει ένα alley- oop που σκάρωσε με τον Αγγέλου στο ματς με τη Σαραγόσα, με τους συμπαίκτες του να παραμιλάνε και το γήπεδο να τον αποθεώνει για δέκα ολόκληρα λεπτά.

Ο Σκάρι, ωστόσο, δεν ήταν απλά μια κινούμενη… αεροπορία. Ο άνθρωπος είχε σταθερότατο σουτάκι από μέση και μακρινή απόσταση, ήταν καλός χειριστής της μπάλας- πράγμα που του έδινε το «δικαίωμα» να παίζει κατά διαστήματα ακόμα και άσος-, ενώ μπορούσε να μαρκάρει από το 1 μέχρι και το 5 στην άμυνα. Χαρακτηριστικό του επιθετικού του ταλέντου ήταν πως είχε τις 20άρες για πρωινό, όμως το πρόβλημά του ήταν τα βράδια.

Εκεί, δηλαδή, που οι προσωπικοί του δαίμονες τον έριχναν στο καναβάτσο και το αλκοόλ με τα ναρκωτικά αναλάμβαναν ρόλο αποτρόπαιου πρωταγωνιστή…

Ο ομηρικών διαστάσεων καβγάς με τον Στηβ

Α, ναι- παράλειψη: ο προπονητής που έδωσε το ΟΚ για ν’ αποκτηθεί ο ημίτρελος 26χρονος, τότε, παίκτης , ήταν ένας ακόμα πιο ισορροπημένα ανισόρροπος. Σωστά καταλάβατε, ο Στηβ Γιατζόγλου.

Ο Ελληνοαμερικάνος τεχνικός είχε αποσυρθεί πριν λίγο καιρό από την ενεργό δράση και ανέλαβε την τεχνική ηγεσία του Ολυμπιακού- της ομάδας, δηλαδή, που μεγαλούργησε ως παίκτης.

Με τον Γιατζόγλου ο Σκάρι είχε μια σχέση αγάπης- μίσους (εξαρτάτο, προφανώς, από το πόσα γραμμάρια είχε σνιφάρει το προηγούμενο βράδυ…), με τις εκρήξεις αγάπης να εναλλάσσονται με ρυθμό πολυβόλου με τα μπινελίκια και τις κλοτσοπατινάδες.

Σωστά- σωστά, και τα μπουκέτα: σ’ ένα φιλικό παιχνίδι με το Παγκράτι ο Σκάρι συγκρούστηκε με τον τιτάνα Σάκη Τζαλαλή, με αποτέλεσμα να πέσει στο έδαφος και να χτυπήσει σοβαρά στον αγκώνα που βγήκε από τη θέση του.

Ο Γιατζόγλου έτρεξε αμέσως από πάνω του με τον γιατρό της ομάδας και επιχείρησε να βάλει τον αγκώνα στη θέση του, ενόσω ο παίκτης του ούρλιαζε από τους πόνους.

Την επομένη, λοιπόν, ο Αμερικανός πήγε στην προπόνηση με γύψο και ζητούσε επιτακτικά να δει τον προπονητή του- όχι, προφανώς, για να του προσφέρει λουλούδια.

Το τι ακολούθησε είναι κάτι που μόνο ο αμίμητος Γιατζόγλου (α ρε Στηβ, α ρε Στηβ, πόσο κρίμα…) μπορεί να περιγράψει:

Από κείνο το σημείο και μετά η πτώση- αγωνιστική και μη- του τεράστιου Σκάρι ήταν εκκωφαντικών διαστάσεων: έπαιξε σε κάθε πιθανή και απίθανη χώρα (Αργεντινή, Βέλγιο, Βραζιλία, πέρασμα από τη Γαλλία κ.α.) κυνηγώντας τα λεφτά απλά για την επόμενη δόση του.

Σε μια προ 6ετίας συνέντευξή του στην εφημερίδα Goal, ο αδερφός του είχε αποκαλύψει πως ο Κάρεϊ είχε καταλήξει στη φυλακή καθώς έφτασε στο σημείο να κλέβει προκειμένου να μπορέσει να βρει λίγη ηρωίνη, ενώ τα τελευταία χρόνια έμενε στους δρόμους.

Κάποτε ο Σκάρι μπορούσε να πηδήσει μέχρι τον πορτοκαλή Θεό.

Στο τέλος, ωστόσο, σερνόταν στα πόδια του λευκού διαβόλου.

Χριστέ μου.