Ο συμβολισμός του Παρθενώνα και η θέση που κατέχει στον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό έχουν διατηρήσει στην επικαιρότητα το πάγιο αίτημα της επιστροφής των γλυπτών που βίαια απέσπασε ο λόρδος Έλγιν. Μια συζήτηση που αναζωπυρώθηκε το τελευταίο διάστημα, την ίδια ώρα πάντως που και άλλα κλασικά αριστουργήματα είχαν ανάλογη τύχη. Ο Βωμός της Περγάμου αποτελεί το κορυφαίο τέτοιο παράδειγμα καθώς διόλου άδικα χαρακτηρίστηκε το 8ο θαύμα του αρχαίου κόσμου.
Πρόκειται για έναν ναό του Διός Σωτήρος και της Αθηνάς Νικηφόρου της Περγάμου. Κατασκευάστηκε με εντολή του Ευμένη Β’ των Σελευκιδών προς τιμή του πατέρα του Αττάλου Α’, περίπου το 181- 159 π.Χ. Στο πέρασμα των αιώνων αυτό το εντυπωσιακό κατασκεύασμα διαστάσεων 30×30 μέτρων (!) είχε την τύχη πολλών άλλων κλασικών αριστουργημάτων, με τη λήθη και τη λησμονιά να σκεπάζουν ό,τι είχε αφήσει η φύση. Αιτία η ανθρώπινη δραστηριότητα και η άγνοια που κόντεψαν να τον διαλύσουν πριν καλά-καλά αντιληφθούμε την ύπαρξη και την σημασία του.
Αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι, μπορούμε να μιλήσουμε τώρα για λεηλασία, υπό την έννοια ότι αυτό το κολοσσιαίο έργο σήμερα βρίσκεται σε μουσείο του Βερολίνου, αλλά η αλήθεια είναι ότι αν δεν συνέβαινε αυτό πιθανότατα σήμερα θα αποτελούσε ήδη μια ανάμνηση. Η σωτηρία του οφείλεται στον Καρλ Χούμαν, έναν μηχανικό που βρέθηκε στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως εργαζόμενος σε έργα διάνοιξης δρόμων. Λάτρης της αρχαιότητας και αρχαιολόγος (όπως τουλάχιστον χρησιμοποιούνταν ο όρος τότε) διαπίστωσε ότι οι ντόπιοι που ζούσαν στην περιοχή της Περγάμου στην Μικρά Ασία, χρησιμοποιούσαν μάρμαρα για κατασκευές, τα οποία προέρχονταν από αρχαία ερείπια. Την ίδια περίπου περίοδο (κοντά στο 1870) είχε την βοήθεια του διευθυντή της Αρχαιολογικής Συλλογής του Βερολίνου, Αλεξάντερ Κόντσε. Ο έμπειρος αρχαιολόγος που είχε εργαστεί στις ανασκαφές της Σαμοθράκης ουσιαστικά αποδείχτηκε καθοριστικός για να ταυτοποιηθεί ο ναός και τελικά να αναδειχθεί η τελειότητα και η σημασία του.
Πολύτιμη ωστόσο ήταν και η συμβολή ενός Έλληνα. Του Ράλλη με τον οποίο επισκέφτηκαν την περιοχή, μάζεψαν ό,τι μπορούσαν να σώσουν σε πρώτη φάση και ταξινομούσαν και αποθήκευαν τα ευρήματα στο σπίτι του γιατρού. Εκείνη την εποχή οι Πρώσοι (πριν την δημιουργία της σύγχρονης Γερμανίας) ζήλευαν την δόξα του Βρετανικού Μουσείου που είχε μεγαλώσει χάρη στα γλυπτά του Παρθενώνα. Στην Πέργαμο τους δόθηκε η ευκαιρία για ρελάνς…
Ο Χούμαν (ο αρχαιολόγος της τσάπας, όπως του άρεσε να αυτοαποκαλείται) ήρθε σε συνεννόηση με τους Τούρκους και κατάφερε να σταματήσει η αφαίρεση μαρμάρων, ενώ το 1878 πήρε άδεια για ανασκαφές. Καθώς οι σκαπάνες έπιασαν δουλειά, άρχισε να αποκαλύπτεται το μεγαλείο του έργου και τμήματά του σταδιακά στάλθηκαν στο Βερολίνο. Εκείνο που εντυπωσίασε ήταν δίχως αμφιβολία η ζωοφόρος με την Γιγαντομαχία και το ανάγλυφο του Τήλεφου. Ο ίδιος ο βωμός έχει διαστάσεις 36,44 με 34,20 μέτρα, όμως η ζωοφόρος έχει μήκος 120 μ. και ύψος 2,30 μ. και αποτελείται από 160 ανάγλυφες πλάκες με τουλάχιστον 100 μορφές, εξιστορώντας την μάχη ανάμεσα σε Θεούς και Γίγαντες που έληξε με την επικράτηση των πρώτων. Εκτός, όμως, από αυτήν, την «μεγάλη ζωοφόρο» όπως λέγεται, υπάρχει και η «μικρή». Εκείνη του Τήλεφου η οποία κοσμεί την αυλή του ναού και θεωρείται «αφηγηματικό γλυπτό» αφού αναπαριστά τον μύθο για τον γιος του Ηρακλή και της Αυγής που θεωρείται ο ιδρυτής της πόλης της Περγάμου.
Έχοντας αυτήν την σπάνια και μοναδική ευκαιρία ενώπιον τους, οι Γερμανοί δεν την άφησαν να πάει χαμένη. Αρχικά οι Οθωμανοί ζήτησαν να κρατήσουν το 1/3 των γλυπτών, όμως παρενέβη ο ίδιος ο Μπίσμαρκ που είχε αντίληψη της σημασίας του υπέροχου έργου. Έναντι 20.000 χρυσών μάρκων έπεισε την Υψηλή Πύλη να παραιτηθεί των απαιτήσεών της και επιχορήγησε με επιπλέον 120.000 (!) τις ανασκαφές. Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι οι αρχαιολόγοι –σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στον Παρθενώνα- είχαν σεβασμό στο έργο και συνειδητοποίηση του ότι αυτό που έκαναν ήταν ένα «αναγκαίο κακό». Ο ίδιος ο Κούντσε αναφέρει χαρακτηριστικά: «Δεν ήμασταν συναισθηματικά αδιάφοροι για το τι σημαίνει να αποσπούσαμε τα ερείπια ενός σπουδαίου μνημείου από τη γενέθλια γη τους και να τα μεταφέρουμε στη χώρα μας, όπου δεν θα μπορέσουμε ποτέ να προσφέρουμε το φως και τον περιβάλλοντα χώρο όπου δημιουργήθηκαν και όπου κάποτε ολοκληρώνονταν πλήρως. Τα σώσαμε όμως από την ολοσχερή καταστροφή»…
Μέχρι το 1886 είχαν ανασκαφεί μεγάλα τμήματα της Ακρόπολης της Περγάμου και μεταφέρθηκε με πλοία στο Βερολίνο ολόκληρος ο τεμαχισμένος βωμός. Για τη μεταφορά του το κτίσμα κόπηκε σε κομμάτια και εν συνεχεία ανακατασκευάστηκε από Ιταλούς ειδικούς. Πάντως το πρώτο μουσείο που φτιάχτηκε ειδικά για αυτόν τον σκοπό στο Βερολίνο κρίθηκε ακατάλληλο, κατεδαφίστηκε και στην θέση του χτίστηκε νέο το οποίο λειτούργησε το 1930. Ωστόσο η περιπέτεια τμημάτων του «8ου θαύματος» της αρχαιότητας δεν σταματά εκεί. Μετά την λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι Ρώσοι νικητές τα μετέφεραν ως λάφυρα στην Σοβιετική Ένωση, πριν τελικά επιστραφούν το 1959 στην τότε Ανατολική Γερμανία.
Βέβαια η πραγματική ανάδειξη του μεγαλείου τους ήρθε όταν τελικά βρήκαν την θέση τους στο περίφημο «νησί των μουσείων» στο Βερολίνο, ένα σύμπλεγμα μουσείων όπου 2.500 τ.μ φωτιστικών εγκαταστάσεων στην οροφή και 5.300 τ.μ. γυάλινων οροφών δίνουν στον επισκέπτη την μοναδική ευκαιρία να απολαύσει το έργο με φυσικό φως. Κάθε χρόνο πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι το κάνουν… Το 2016 αποφασίστηκε να γίνουν για πρώτη φορά εργασίες ανακαίνισης που αναμένεται να ολοκληρωθούν μέσα στο 2023. Μέχρι να συμβεί αυτό προσβάσιμο είναι μόνο ένα μέρος του βωμού που αποκόπηκε –όπως τόσα άλλα κλασικά αριστουργήματα- βίαια από την φυσική τους θέση…