3/2 μην κανονίσεις τίποτα: Η ταινιάρα με τις 7 υποψηφιότητες στις χρυσές σφαίρες πάει ολοταχώς για Όσκαρ (Vid)

Κράτα την ημερομηνία και θα μας θυμηθείς...

Αν μια ταινία λέγεται Belfast ή Dublin ή οποιαδήποτε άλλη περιοχή στην Ιρλανδία, έχει την προσοχή μας. Αν μια ταινία αφορά σε μια ιρλανδική ιστορία, είτε του ΕΪΡΕ είτε της Βόρειας Ιρλανδίας, έχει την αμέριστη προσοχή μας.

Το Belfast, μια ταινία που έχει και ιρλανδικό καστ με όλη την τρομερή προφορά που χαρακτηρίζει τους irish mates, μας κερδίζει de jure και de facto. Στο NBR, το National Board of Review, έβγαλε τη λίστα με τις ταινίες της χρονιάς. Στη λίστα λοιπόν του NBR υπάρχουν δέκα ταινίες. Στην κορυφή είναι το Licorice Pizza του Πολ Τόμας Άντερσον. Και η ταινία και ο σκηνοθέτης αναδείχθηκαν κορυφαίοι της χρονιάς, ενώ οι δύο πρωταγωνιστές πήραν βραβειο πρωτοεμφανιζόμενου.

Στις υπόλοιπες θέσεις και στις βραβεύσεις συναντά κανείς το Dune, το West Side Story, το Tragedy of Macbeth με ΜακΝτόρμαντ και Ντένζελ Ουάσινγκτον, το King Richard με τον Γουίλ Σμιθ, το The Harder They Fall, το Pig, το Don’t Look Up, το Nightmare Alley, το The Last Duel και το Red Rocket.

Όλα αυτά ταινίες για τις οποίες ακούστηκαν πολλά, με την έννοια ότι έγιναν γνωστές ευρέως. Ανάμεσα τους όμως, υπήρχε και μια άλλη ταινία. Ο κρυφός επιθετικός του Πεπ Γκουαρδιόλα. Ένα false 9. Το Belfast. Μετά και τις 7 υποηφιότητες στις χρυσές σφαίρες (κέρδισε το βραβείο καλύτερου σεναρίου), βάζει τώρα πλώρη για τα Όσκαρ.

Το Belfast είναι μια ταινία που σκηνοθετεί ο Κένεθ Μπράνα (Tenet, Dunkirk, Murder on the Orient Express). Ίσως η πρώτη του με τέτοια αποδοχή και ανταπόκριση. Σίγουρα η πρώτη του Τζέιμι Ντόρναν με τέτοια ανταπόκριση.

Μπορεί η ταινία να έγινε snubbed στα Ανεξάρτητα Βραβεία του Βρετανικού Σινεμά, στην Αμερική όμως έχει ιδιαίτερη απήχηση και με υψηλές βαθμολογίες από κριτικούς και κοινό. Ιδίως από τη στιγμή που δεν μιλάμε για ένα από τα blockbusters της χρονιάς ή κάποιο μεγάλο franchise.

Ο Κένεθ Μπράνα αποτυπώνει τη ζωή του με το Belfast. Και το κάνει όχι με τον μελαγχολικό και μουντό τρόπο του Κεν Λόουτς, αλλά με ευθυμία και με αποδόμηση του δράματος. Παιδί μιας οικογένειας από τα χαμηλά στρώματα, με τις οικονομικές δυσκολίες να την ταλανίζουν, ο μικρός Μπάντι (η 9χρονη αποτύπωση του παιδικού εαυτού του Μπράνα) δε δείχνει να πνίγεται.

Αντιθέτως, κολυμπάει και μένει στην επιφάνεια. Αναπνέει. Και χαμογελά. Και ονειρεύεται. Και απολαμβάνει. Κι όλο αυτό το μεταδίδει και στους γονείς του που αφήνουν στην άκρη τα προβλήματα για να ακολουθήσουν την αισιοδοξία του γιου τους.

Σε μια εποχή που η κόντρα Καθολικών-Προτεστάντων έχει μπει στο πλαίσιο ακόμα και των βομβιστικών επιθέσεων, ο Μπάντι επιβιώνει στη σκληρή πραγματικότητα έχοντας για όπλο τη μουσική και το σινεμά. Μαζί με τη γιαγιά και τον παππού του ταξιδεύει και βρίσκει ένα αόρατο αλεξίσφαιρο στη βαναυσότητα της εποχής.

Μέσα από μια coming of age αφήγηση, ο Μπράνα γράφει μια ερωτική επιστολή στη γειτονιά και τους γονείς του. Χωρίς αυτούς δεν θα τα κατάφερνε. Η ιστορία του όμως γίνεται οικουμενική. Από τις φορές που μια αυτοαναφορική ταινία εμπνέει τόσο πολύ. Θα το διαπιστώσετε κι εσείς στις 3/2 που βγαίνει στους κινηματογράφους…